Ο δεύτερος γύρος των περιφερειακών κι αυτοδιοικητικών εκλογών επιβεβαίωσε το σαφές και βροντερό μήνυμα των ευρωεκλογών ότι η ήττα του ΣΥΡΙΖΑ είναι τεράστια κι ότι η στροφή του εκλογικού σώματος εναντίον του καθοριστική. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν εξέλεξε περιφερειάρχη σε καμιά από τις 13 περιφέρειες (ο κ. Αρναουτάκης, που είχε εκλεγεί από την πρώτη Κυριακή στην Κρήτη μπορεί να είχε την υποστήριξη ΣΥΡΙΖΑ αλλά προέρχεται από το ΠΑΣΟΚ) ενώ στις 12 περιφέρειες η επικράτηση των υποψηφίων της ΝΔ ήταν κατά κράτος. Μάλιστα στις περισσότερες περιφέρειες ο υποψήφιος του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν καν δεύτερος. Στους δήμους, ο ΣΥΡΙΖΑ αλλά και το ΚΚΕ έχασαν σχεδόν όλους τους δήμους- προπύργιο, που είχαν. Μάλιστα το κυβερνών κόμμα εξέλεξε μόλις 8 από τους 330 δημάρχους και το ΚΚΕ έχασε Καισαριανή, Πετρούπολη, Χαιδάρι, διατηρώντας μόνον τον κ. Πελετίδη στην Πάτρα.

Η ήττα του ΣΥΡΙΖΑ και της Αριστεράς είναι η μεγαλύτερη, που έχει καταγραφεί. Κι η πρωτοπορία με μεγάλη διαφορά της ΝΔ είναι αδιαμφισβήτητη. Τώρα, το δίλημμα των βουλευτικών εκλογών, που θα πραγματοποιηθούν κατά πάσα πιθανότητα στις 7 Ιουλίου, είναι αν θα κατορθώσει η ΝΔ να πετύχει ή όχι την αυτοδυναμία.

Επισημαίνεται ότι με τον ισχύοντα εκλογικό νόμο, που προσφέρει μπόνους 50 εδρών στον πρώτο κόμμα, μόνον αυτό μπορεί να σχηματίσει κυβέρνηση. Είτε αυτοδύναμα είτε με την συνεργασία μικρότερων κομμάτων. Αν όμως δεν γίνει κατορθωτός ο σχηματισμός κυβέρνησης, τότε πηγαίνουμε σε νέες εκλογές μέσα στο κατακαλόκαιρο, με την απλή αναλογική, που ισχύει για τις μεθεπόμενες βουλευτικές εκλογές, σύμφωνα με την τροποποίηση του εκλογικού νόμου, που είχε επιβάλλει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ παλιότερα. Σε αυτή την περίπτωση, καθίσταται σαφές ότι δεν θα υπάρχει δυνατότητα σχηματισμού κυβέρνησης από ένα και μόνο κόμμα και θα χρειασθεί να γίνουν ευρείες συνεργασίες, στην πραγματικότητα συναλλαγές, μεταξύ πολλών κομμάτων σε μια χώρα, που δεν διαθέτει την πολιτική κουλτούρα συνεργασιών. Οδηγώντας, το πιθανότερο, σε τερατογενέσεις ή σε πλήρη ακυβερνησία. Υπό τις συνθήκες αυτές, οι σοβαροί πολιτικοί αναλυτές εκτιμούν ότι η αυτοδυναμία της ΝΔ είναι μονόδρομος για να μην υπάρξουν δυσάρεστες καταστάσεις σε μια εποχή, που η αξιοπιστία αλλά και η δημοσιονομική κι οικονομική κατάσταση της χώρας βρίσκονται σε κρίσιμη κατάσταση. Κι η ακυβερνησία, ιδίως υπό τις παρούσες συνθήκες, θα μπορούσε να οδηγήσει τη χώρα στο χάος.

Η κατάσταση αυτή μάλιστα επιδεινώθηκε εξαιρετικά μετά την απόφαση της προέδρου του ΚΙΝΑΛ Φώφης Γεννηματά να αλλάξει άρδην πολιτική κατεύθυνση. Μετά την εκδίωξη του Βαγγέλη Βενιζέλου, που τον θεωρούν στην ηγεσία του κόμματος αυτού ως «φιλοδεξιό βαρίδι», και την δήλωση της κ. Γεννηματά ότι το ΚΙΝΑΛ φιλοδοξεί να καταστεί ως το «ανάχωμα στην κυριαρχία της δεξιάς», κατέστη προφανές ότι έκλεισε οριστικά(;) τις πόρτες στο ενδεχόμενο μετεκλογικής της συνεργασίας με τη ΝΔ. Κάτι, που υπό τις παρούσες συνθήκες εμποδίζει οποιεσδήποτε μετεκλογικές συνεργασίες της ΝΔ για τον σχηματισμό κυβέρνησης, εφόσον δεν είναι αυτοδύναμη. Γιατί με ποιόν άλλον θα μπορούσε να συνεργαστεί. Με τον ΣΥΡΙΖΑ ούτε μια στο εκατομμύριο. Αυτό δεν θα ήταν, υπό τις παρούσες συνθήκες, κυβέρνηση ικανή να κυβερνήσει τη χώρα αλλά μάλλον μια τερατογένεση, που ούτε η Πειραιώς ούτε η Κουμουνδούρου επιθυμούν. Με άλλα μικρότερα κόμματα είναι εντελώς αδύνατον. Ούτε φυσικά με το ΚΚΕ ούτε με την Χρυσή Αυγή. Η ΝΔ δεν θα μπορούσε βεβαίως να συνεργαστεί ούτε με την Ελληνική Λύση του Κυριάκου Βελόπουλου ούτε με την Μέρα 25 του Γιάννη Βαρουφάκη, εφόσον φυσικά αυτά τα δύο κόμματα κατορθώσουν να υπερβούν το 3% και να συμμετάσχουν στην κατανομή εδρών. Άραγε είτε η ΝΔ θα καταστεί αυτοδύναμη στις εκλογές της 7ης Ιουλίου είτε δεν θα σχηματίζεται κυβέρνηση και θα υποχρεωθούμε σε νέες εκλογές μέχρι τον Σεπτέμβριο με την (καταστροφική ιδίως υπό τις παρούσες συνθήκες) απλή αναλογική.

Η προοπτική αυτή ήδη τρομάζει πολλούς κι εντός κι εκτός Ελλάδας. Γι’ αυτό η στρατηγική του Κυριάκου είναι να πείσει τους νουνεχείς Έλληνες ψηφοφόρους ότι η αυτοδυναμία της ΝΔ είναι μονόδρομος, ότι η ψήφος σε μικρά κόμματα είναι μια πολυτέλεια, που δεν διαθέτει η χώρα κι ότι το επερχόμενο κόμμα του αποτελεί τη μόνη λύση για την αξιόπιστη διακυβέρνηση της πατρίδας μας. Έστω κι αν ο κ. Μητσοτάκης, που φημίζεται για τον μετριοπαθή λόγο του, επιμένει ότι μετά τις εκλογές, ακόμα κι αν πετύχει την αυτοδυναμία, θα επιδιώξει ευρύτερες συνεργασίας, κι όχι συναλλαγή, με προσωπικότητες κι από άλλους πολιτικούς χώρους, που έχουν την ικανότητα και τη διάθεση να βοηθήσουν την κυβέρνηση του να κυβερνήσει αποτελεσματικά τη χώρα.

Facebook Comments