Λίγα εικοσιτετράωρα μετά τα τρία 7άρια και συγκεκριμένα τις εκλογές της 07.07.2019 και ώρα 19.00 που έκλεισαν οι κάλπες….

Η Νέα Δημοκρατία ή μάλλον ορθότερα ο Κυριάκος Μητσοτάκης, σαφώς λογίζονται στους νικητές των εκλογών. Κέρδισαν την πρώτη θέση, κατάφεραν την πολυπόθητη και άνετη αυτοδυναμία και με μία καθαρή διαφορά, ανεβάζοντας το ποσοστό του κόμματός τους στο 40%.

Ίσως περίμεναν λίγο μεγαλύτερο ποσοστό, ίσως να τους «κακοφάνηκε» λιγάκι η μείωση κατά 1% της διαφοράς από το ΣΥΡΙΖΑ σε σχέση με τις ευρωεκλογές, η ουσία είναι όμως ότι φαίνεται πως βαδίζουμε με σταθερή κυβέρνηση με ορίζοντα τετραετίας, χωρίς ο ΣΥΡΙΖΑ να μπορεί να παρεμποδίσει τις εξελίξεις.

Επιπλέον δε, προσωπικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης φαίνεται να κατακτά την πολιτική κυριαρχία στο χώρο του ευρωπαϊκού, μεταρρυθμιστικού, εκσυγχρονιστικού Κέντρου. Αυτό αποτυπώνεται εν μέρει και στη σύνθεση της κυβέρνησής του, στην οποία μετέχουν τόσο τεχνοκράτες όσο και πρόσωπα που προέρχονται από την εκσυγχρονιστική Κεντροαριστερά.

Μένει να φανεί αν θα διατηρηθεί η πρωτοκαθεδρία στο χώρο αυτό ή αν αποτελεί μία πρόσκαιρη, «δανεική» θα έλεγα, ψήφο των ψηφοφόρων του προοδευτικού Κέντρου προς τον Κυριάκο Μητσοτάκη.

Ο ΣΥΡΙΖΑ ή μάλλον ορθότερα ο Αλέξης Τσίπρας, όχι μόνο άντεξαν αλλά ανέβηκαν θεαματικά σε σχέση με τις εκλογές, αποτελώντας πια αδιαμφισβήτητα τον δεύτερο πόλο του πολιτικού συστήματος. Ο ΣΥΡΙΖΑ κυριάρχησε στον πολιτικά ευρύχωρο χώρο της «κεντροαριστεράς» με τα έντονα λαϊκιστικά και κρατικιστικά χαρακτηριστικά του και καθορίζει πλέον εκείνος τις εξελίξεις.

Ήδη ξεδιπλώνεται, από το βράδυ κιόλας της Κυριακής, το στρατηγικό σχέδιο μετεξέλιξης του ΣΥΡΙΖΑ σε «δημοκρατική προοδευτική παράταξη». Προφανώς δεν πρόκειται για εύκολη μετάβαση, καθώς οι αντιδράσεις μέσα από τον κομματικό ΣΥΡΙΖΑ στο σχέδιο μετάβασης στο «νέο ΠΑΣΟΚ» θα είναι έντονες και σφοδρές, ο Αλέξης Τσίπρας έχει αποδείξει όμως κατ’ επανάληψη ότι είναι «killer» και δεν θα διστάσει να «σκοτώσει» πολιτικά όποιον σταθεί εμπόδιο στα σχέδιά του.

Αναμένεται με ενδιαφέρον το ήδη εξαγγελθέν για το φθινόπωρο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ. Θα αποτελέσει ένα συνέδριο κομματικό ή θα γίνει σημείο συνάντησης των δυνάμεων του «χώρου» ;

Θα δημιουργηθεί Επιτροπή Διαλόγου με στελέχη, κόμματα και κινήσεις της ευρύτερης «Κεντροαριστεράς» ή θα απευθυνθεί ατομικό προσκλητήριο σε συγκεκριμένα πρόσωπα;

Ιδιαίτερο συμβολισμό, κατά την άποψη του γράφοντος, θα έχει η επιλογή της διαδικασίας εκλογής του νέου ηγέτη της παράταξης αυτής. Θα ακολουθήσει ο Αλέξης Τσίπρας το μοντέλο της εκλογής από τη βάση ή θα καταφύγει εκ νέου στα κομματικά μέλη, αφού πρώτα έχει «ανοίξει» τις οργανώσεις του κόμματός του;

Βεβαίως, αυτή η νέα παράταξη της «Ενωμένης Κεντροαριστεράς» θα παραμείνει ουσιαστικά συντηρητική, εξόχως λαϊκιστική, ουδόλως μεταρρυθμιστική, αναπόδραστα αρνητικά διακείμενη στη συνάντηση των δυνάμεων της σοσιαλδημοκρατίας με τους φιλελεύθερους και τους οικολόγους, για τη διαμόρφωση μιας πραγματικά προοδευτικής ατζέντας για την ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα.

Το ΚΙΝ.ΑΛ, από την άλλη μεριά, επιχειρεί να εμφανισθεί ως νικητής των εκλογών, όμως το μέλλον του διαγράφεται δυσοίωνο. Άντεξε μεν εκλογικά και αύξησε ελάχιστα τις δυνάμεις του, όμως δεν φαίνεται να μπορεί να αποκτήσει δυναμική ως εγχείρημα.

Το πολιτικό του αφήγημα (αν διαθέτει) είναι απαρχαιωμένο και παρόμοιο με του ΣΥΡΙΖΑ και το πολιτικό του κεφάλαιο εξαντλημένο. Προσωρινά θα κινηθεί και έναντι του ΣΥΡΙΖΑ αμυντικά, με παραπλήσια πλην ελαφρώς ανταγωνιστική ρητορική.

Σφυροκοπείται πλέον αδιάκοπα τόσο εκ δεξιών όσο και εξ’ αριστερών, ήδη από τις πρώτες μέρες μετά τις εκλογές. Το βασικό πρόβλημα είναι ότι εξαέρωσε τη μεγάλη προίκα των 210.000 ανθρώπων του Νοεμβρίου του 2017 και πλέον δεν δύναται όχι να καθορίσει, αλλά ούτε να παρέμβει στις εξελίξεις. Το ΚΙΝ.ΑΛ ετεροκαθορίζεται, πατώντας σε δύο βάρκες και διαμορφώνοντας «γραμμή» ανάλογα με την ημέρα, την ώρα, το πρόσωπο και την στάση των άλλων κομμάτων.

Η «κεντροαριστερά» στο σύνολο της επιστρέφει σε σχήματα και βερμπαλισμούς της δεκαετίας του  1980. Επικράτησε πλήρως η λαϊκίστικη εκδοχή της.

Διακηρύσσει η ηγεσία του ΚΙΝ.ΑΛ βαρύγδουπα την αυτονομία του, προκειμένου να περιχαρακώσει τον χώρο του και να μην έχει άλλες διαρροές στελεχών προς την ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ, τα γεγονότα όμως βοούν.

Τελικά, το ΚΙΝ.ΑΛ βιώνει τη δική του στρατηγική ήττα, όπως προσφάτως και πολύ επιτυχώς περιέγραψε ο Παντελής Καψής.

Το ΚΙΝ.ΑΛ σύντομα θα πάψει να αποτελεί το «ΚΚΕ του Κέντρου». Πρακτικά έχει δύο επιλογές:

i.- Σύμφωνα με την πρώτη, θα συρθεί στον διάλογο με τον ΣΥΡΙΖΑ στο όνομα μιας αδιόρατης μεγάλης δημοκρατικής προοδευτικής παράταξης (για ποιο λόγο θα είναι αυτή η παράταξη δημοκρατική και προοδευτική αδυνατώ προσωπικά να το κατανοήσω), απέναντι στην επάρατη και «νεοφιλελεύθερη» Δεξιά, όπως το περιέγραψε μόλις χθες ο Δ. Κρεμαστινός και ο Σ. Μαλέλης.

Με την συνεργασία αυτή ή την ενσωμάτωση, θα διασωθούν μεν προσωπικά κάποια επώνυμα στελέχη του ΚΙΝ.ΑΛ,  το ίδιο όμως το ΠΑΣΟΚ και το ΚΙΝ.ΑΛ θα εξαφανισθούν από τον πολιτικό χάρτη, καθώς ως γνωστόν «το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό».

Αυτό, ενδεχομένως να είναι και το καλό σενάριο, καθώς θα απελευθερωθούν δυνάμεις από το χώρο του ΚΙΝ.ΑΛ, οι οποίες σε συνεργασία με τους ήδη ανέστιους κεντροαριστερούς και κεντρώους πολίτες, θα οδηγήσουν στη δημιουργία ενός νέου χώρου που θα αποτελεί σημείο συνάντησης της σύγχρονης ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, του πολιτικού φιλελευθερισμού και της πολιτικής οικολογίας, με σταθερά ευρωπαϊκό προσανατολισμό, με εκσυγχρονιστικό πρόσημο και με μεταρρυθμιστική ατζέντα.

Μικρού μεν, μειοψηφικού ασφαλώς, αναγκαίου όμως για τη χώρα και την κοινή λογική.

ii.- Η δεύτερη επιλογή έγκειται στην πλήρη περιχαράκωση του χώρου του ΚΙΝ.ΑΛ, υπερασπιζόμενο τη λογική του «ΚΚΕ του Κέντρου». Αυτό, αναπόδραστα, σε βάθος τετραετίας, θα οδηγήσει το ΚΙΝ.ΑΛ από το «ΚΚΕ του Κέντρου» στην (νέα) Ένωση Κέντρου της τετραετίας 1977-1981, με συνεχείς αποχωρήσεις στελεχών είτε προς το ΣΥΡΙΖΑ είτε προς τη Νέα Δημοκρατία (άλλοι για λόγους ιδεολογικούς και άλλοι για να πιάσουν βουλευτικό στασίδι) και τελικά στην εκλογική του απίσχναση, καθώς η συγκολλητική ουσία του κομματικού πατριωτισμού και του κομματικού συναισθηματισμού, εν τη απουσία πολιτικού αφηγήματος για το μέλλον, θα ξεθωριάζει σταδιακά.  

Κρατάω μια επιφύλαξη για το μέλλον του ΚΙΝ.ΑΛ και ίσως και του χώρου εν γένει. Ο αστερίσκος αυτός αφορά την τοποθέτηση του Νίκου Ανδρουλάκη και τις πρωτοβουλίες που ενδεχομένως να αναλάβει. Αυτό όμως προϋποθέτει από τον ίδιο, όπως έχω γράψει και κατά το πρόσφατο παρελθόν, διάθεση υπέρβασης του κομματικού πατριωτισμού (πιθανόν ακόμη και του ίδιου του κομματικού υποκειμένου) που τον διακατέχει, η διατύπωση ενός σύγχρονου, μεταρρυθμιστικού προγραμματικού λόγου που δεν θα αλληθωρίζει προς τον ΣΥΡΙΖΑ και η εκ μέρους του συνειδητοποίηση ότι οφείλει να πολιτευθεί ως εκφραστής ενός ολόκληρου χώρου και όχι ως επικεφαλής μιας μεγάλης, εντός ΠΑΣΟΚ, μειοψηφίας.   

Κλείνοντας, ας μην λησμονούμε ότι μπορεί την ιστορία να την γράφουν οι νικητές- άλλως «τα δίκαια τα πράττουν οι ισχυροί»-, όμως και η φύση απεχθάνεται τα κενά….

Επί του παρόντος, όσοι συμμετείχαμε τα προηγούμενα χρόνια σε όλες τις προσπάθειες επανίδρυσης και ενοποίησης του σοσιαλδημοκρατικού χώρου, μπορούμε να αναφωνήσουμε «Γιώργο χάσαμε…..».

Facebook Comments