Το ράλι που σημείωσαν τα ελληνικά ομόλογα και το ελληνικό Χρηματιστήριο από την ημέρα των ευρωεκλογών και την προκήρυξη των πρόωρων εκλογών του Ιουλίου, «αιφνιδίασε» πολλούς και ειδικά τα short funds τα οποία έχουν εγκατασταθεί στην ελληνική αγορά τα τελευταία χρόνια και έβαλαν (αρκετά) το χεράκι τους στην κατάρρευση που βίωσε η ελληνική χρηματιστηριακή αγορά και ειδικά οι τραπεζικές μετοχές το 2018. Ωστόσο, όπως έδειξαν τα πράγματα, η ζημία που υπέστησαν από την εκτόξευση του Χ.Α μάλλον τα… πείσμωσε. Και ο Αύγουστος ήταν ο πλέον κατάλληλος μήνας για να βγάλουν τα… σπασμένα των προηγουμένων μηνών.

Αυτό εν μέρει εξηγεί και την συμπεριφορά του Χρηματιστηρίου και των μετοχών των τραπεζών μετεκλογικά, ενώ κάποιος θα ανέμενε πως το θετικό κλίμα θα συνεχιζόταν μετά τις κάλπες, και αν μη τι άλλο δεν προέβλεπε το sell-off που είδαμε τις προηγούμενες ημέρες του Αυγούστου. Σημαντικό… μπόνους για τις διαθέσεις αυτών των funds ήταν φυσικά και η ξαφνική αλλαγή προς το χειρότερο, του κλίματος στις διεθνείς αγορές λόγω των εμπορικών διαμαχών καθώς και των φόβων για την παγκόσμια οικονομία.

Έτσι τα funds των Oceanwood, Lansdowne, Marshall Wace και (του νεοεισερχόμενου) BlackRock συνέχισαν τα αρνητικά τους πονταρίσματα στο Χ.Α γνωρίζοντας πως παραμένει μία ρηχή αγορά και άρα έυκολη στην «χειραγώγηση» αφού λίγες και μικρές επενδυτικές κινήσεις μπορούν να οδηγήσουν σε έντονες διακυμάνσεις. Παράλληλα, πόνταραν και στο γεγονός ότι πολλοί θα θελήσουν να κατοχυρώσουν τα σημαντικά κέρδη του προηγούμενου διαστήματος (αφού το Χ.Α έφτασε να σημειώνει τις υψηλότερες αποδόσεις διεθνώς) και αυτά σε συνδυασμό με τις αργές κινήσεις γύρω από την εξυγίανση του ελληνικού τραπεζικού κλάδου, έφτιαξαν ένα εκρηκτικό κοκτέιλ για την «τύχη» των ελληνικών μετοχών.

Στην καρδιά του καλοκαιριού και όταν οι περισσότεροι traders ήταν σε διακοπές, αυτά τα funds άνοιγαν όλο και περισσότερες αρνητικές θέσεις στις ελληνικές τράπεζες αλλά και την ΔΕΗ. Αυτά τους όμως τα στοιχήματα κινδυνεύουν και πάλι να βρουν τοίχο, με αρχή τα αποτελέσματα β’ τριμήνου των ελληνικών τραπεζών στα τέλη του μήνα αλλά και τα πολύ σημαντικά γεγονότα που ακολουθούν τον Σεπτέμβριο γύρω από την Ελλάδα.

Στις 4ης Σεπτεμβρίου η ΕΛΣΤΑΤ δημοσιοποιεί τα προσωρινά στοιχεία για την πορεία του ΑΕΠ για το β τρίμηνο του 2019, την επομένη ημέρα πραγματοποιείται το Euro Working Group όπου η ελληνική πλευρά θα παρουσιάσει την πορεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού, τον σχεδιασμό της κυβέρνησης στην οικονομία, αλλά και την πρόοδο που συντελείται σε βασικά προαπαιτούμενα της μεταμνημονιακής περιόδου. Στην συνέχεια (Σάββατο 7 Σεπτεμβρίου) αναμένονται οι ανακοινώσεις του Κυριάκου Μητσοτάκης στην ΔΕΘ, ενώ στις 13 του μήνα συνεδριάζει το Eurogroup στο Ελσίνκι.  Στις 16 Σεπτεμβρίου έρχονται στην Αθήνα τα τεχνικά κλιμάκια των θεσμών και μια εβδομάδα μετά, οι επικεφαλής για την 4η μεταμνημονιακή αξιολόγηση. Ακολουθεί (πιθανώς τον Οκτώβριο) η κατάθεση στη Βουλή του νέου μεγάλου φορολογικού νομοσχεδίου, το οποίο θα περιλαμβάνει και τη μείωση των φορολογικών συντελεστών για τις επιχειρήσεις.

Εκτός από τα καθοριστικά για την ελληνική οικονομία γεγονότα του Σεπτεμβρίου, υπάρχει και μία σειρά σημαντικών εξελίξεων-κινήσεων από την πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης οι οποίες και θα ενισχύσουν την επενδυτική εμπιστοσύνη απέναντι στην Ελλάδα, το οποίο και είναι το νούμερο «ένα» ζήτημα για να ξεφύγουν τα ελληνικά assets από τη δίνη των κερδοσκόπων στην οποία έχουν βρεθεί κατά καιρούς λόγω της ρηχότητας της ελληνικής αγοράς η οποία και έχει αποτελέσει »μαγνήτη» για τα short funds.

Πρώτον η κυβέρνηση θα προχωρήσει άμεσα με την κατάθεση του νομοσχεδίου για την άρση των κεφαλαιακών ελέγχων που έχουν απομείνει στην ελληνική αγορά. Οι διεθνείς οίκοι έχουν επισημάνει στις εκθέσεις τους για την Ελλάδας ότι η άρση των capital controls αναμένεται να λειτουργήσει θετικά για την οικονομία και την εμπιστοσύνη των επενδυτών. Αυτή η εξέλιξη θα λειτουργήσει θετικά και για την πιστοληπτική αξιολόγηση της χώρας αφού οι οίκοι υπολόγιζαν ότι η άρση θα έλθει αργότερα. Όπως σημείωσε και η Fitch στην πρόσφατη έκθεσή της, αναμένει ότι οι εναπομείναντες έλεγχοι στην κίνηση κεφαλαίων θα αρθούν έως τα τέλη του έτους, λαμβάνοντας υπόψιν τη βελτίωση της χρηματοδότησης και των προφίλ ρευστότητας των τραπεζών και τη μεγαλύτερη πρόσβαση στις αγορές για το κράτος και τις τράπεζες.

Στη συνέχει και εντός Σεπτεμβρίου όπως έχει ήδη ανακοινωθεί, η κυβέρνηση θα καταθέσει το  αίτημα για πρόωρη αποπληρωμή μέρους του ακριβού δανείου προς το ΔΝΤ, ύψους 3 δισ. ευρώ από το σύνολο των 8,6 δισ. ευρώ περίπου που πρέπει να αποπληρωθούν έως το 2024. Αυτό, όπως είχε επισημάνει ο υπουργός Οικονομικών κ. Σταϊκούρας, θα οδηγήσει σε σημαντική εξοικονόμηση η οποία θα προκύψει από τη μείωση δαπανών τόκων του ελληνικού Δημοσίου. Επίσης, θα βοηθήσει στη σταδιακή επιστροφή της Ελλάδας στην κανονικότητα και στην ενίσχυση της επενδυτικής εμπιστοσύνης, καθώς αναμένεται να έχει θετική απήχηση στις αγορές, αφού θα προεξοφληθεί εκείνο το τμήμα των δανείων που έχει τρέχον κόστος άνω του 5% και το οποίο θα αντικατασταθεί από δανεισμό το κόστος του οποίου, σύμφωνα με την πρόσφατη έκδοση του 7ετούς ομολόγου, ανέρχεται σε 1,9%. 

Τέλος, στα σχέδια του Σεπτεμβρίου εντάσσεται και το «πράσινο φως» το οποίο αναμένεται να λάβει το σχέδιο του ΤΧΣ για την μείωση των κόκκινων δανείων των ελληνικών τραπεζών. Η επιτάχυνση της εξυγίανσης του τραπεζικού κλάδου αποτελεί προτεραιότητα για το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, καθώς γνωρίζει πως ο όγκος των μη εξυπηρετούμενων δανείων που βαρύνει τις τράπεζες θεωρείται από τους οίκους αξιολόγησης ότι αποτελεί από τα μεγαλύτερα «αγκάθια» στην επιτάχυνση της ανάπτυξης της οικονομίας αλλά και στον δρόμο της αναβάθμισης της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας.

 Αυτό το βήμα στη συνέχεια – και σε συνδυασμό με την πρόοδο που αναμένεται έως τα τέλη του έτους και σε ότι αφορά το σχέδιο της ΤτΕ για τα κόκκινα δάνεια – θα διευκολύνουν και την πρόοδο στο ζήτημα της αύξησης του ορίου των ελληνικών ομολόγων τα οποία μπορούν να κατέχουν οι ελληνικές τράπεζες. Μετά τη μεταμνημονιακή συμφωνία της Ελλάδας και ειδικά τη συμφωνία ελάφρυνσης του χρέους, η ΕΚΤ θα πρέπει να χαλαρώσει τους όρους, όπως σημειώνουν παράγοντες της αγοράς, ενώ και ο μηδενισμός πλέον της χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών από τον ELA αποτελεί ένα ακόμη «όπλο» στη συμφωνία για χαλάρωση ή και την άρση αυτού του περιορισμού. Υπενθυμίζεται πως το 2015 η ΕΚΤ είχε ζητήσει από τις τράπεζες να «παγώσουν» κάθε νέα τοποθέτηση σε ομόλογα. Σήμερα, οι ελληνικές τράπεζες –μετά και το ράλι των τιμών τους– κατέχουν ελληνικά κρατικά ομόλογα αξίας 16 δισ. ευρώ (περίπου 4,2 δισ. η Alpha, 3,3 δισ. η Eurobank, 6,1 δισ. η Εθνική και 1,9 δισ. η Πειραιώς).

Facebook Comments