Η Commerzbank εκτιμά πως είναι πιθανό ακόμη και αυτήν την εβδομάδα η Ελλάδα να προχωρήσει σε κοινοπρακτική έκδοση χρέους, χωρίς ωστόσο να δίνει κάποια πρόβλεψη για τη διάρκειά της.

Αναφέρει ωστόσο ότι η έκδοση μπορεί να γίνει την Τετάρτη ενώ το ύψος της θα φτάσει τα 2,5 δισ. ευρώ.

Oπως επισημαίνει, η προσφορά ομολόγων στην Ευρώπη αυτήν την εβδομάδα αναμένεται να επικεντρωθεί στις δημοπρασίες σε Γερμανία, Ιταλία και Ολλανδία οι οποίες έχουν ήδη ανακοινωθεί, ενώ όπως εκτιμά το Βέλγιο, η Ισπανία και η Ελλάδα είναι πιθανό να προχωρήσουν σε εκδόσεις μέσω κοινοπραξίας (syndication, δηλαδή όπου τράπεζες αναλαμβάνουν να πουλήσουν τα ομόλογα στους επενδυτές).

Το σύνολο των κοινοπρακτικών αυτών εκδόσεων αναμένεται να κινηθεί στα 26 δισ. ευρώ έναντι 28 δισ. ευρώ την περασμένη εβδομάδα, πάντα σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των στρατηγικών αναλυτών της Commerzbank. Αξίζει να αναφέρουμε πως για την Ισπανία και το Βέλγιο αναμένει έκδοση 10ετούς ομολόγου.

Το νέο έτος ξεκίνησε με έντονη κινητικότητα στο μέτωπο των εκδόσεων ομολόγων στην Ευρώπη, με την προηγούμενη εβδομάδα οι εκδόσεις στην περιοχή να καταρρίπτουν κάθε ρεκόρ  και να σπάνε το φράγμα των 100 δισ. δολαρίων συνολικά. Συγκεκριμένα, οι εκδόσεις χρέους την περασμένη εβδομάδα έφτασαν στα 92,5 δισ. ευρώ (103 δισ. δολάρια), όπως μετέδωσε το Bloomberg, με τις γεωπολιτικές εντάσεις λόγω ΗΠΑ-Ιράν να ενισχύουν τη διάθεση των επενδυτών για ομόλογα.

Πριν μερικές ημέρες και η Citigroup έδωσε τις δίκες της εκτιμήσεις για τις εκδόσεις χρέους της Ελλάδας για το σύνολο του 2020. Σύμφωνα με τις προβλέψεις της ο ΟΔΔΗΧ αναμένεται να αντλήσει συνολικά 10 δισ. ευρώ από τις αγορές φέτος, αρκετά υψηλότερα από τα 4-8 δισ. ευρώ που αναφέρονται στο πρόγραμμα δανεισμού του Οργανισμού για το 2020. Συγκεκριμένα, “βλέπει” πως η Ελλάδα θα βγει τέσσερις φορές στις αγορές φέτος, εκδίδοντας 7ετές ομόλογο τον Ιανουάριο για άντληση 2,5 δισ. ευρώ, 10ετές ομόλογο τον Μάρτιο και τον Σεπτέμβριο για 5 δισ. ευρώ συνολικά (2,5 δισ. + 2,5 δισ.), και 5ετές ομόλογο τον Ιούνιο για 2,5 δισ. ευρώ.

Με τους αναλυτές να επισημαίνουν ότι σύντομα θα ξεκινήσει ο κύκλος πολλαπλών αναβαθμίσεων της Ελλάδας από τους οίκους, μετά τη σχετική στάση αναμονής που τήρησαν μετά τις εκλογές του Ιουλίου, έχει τροφοδοτήσει σενάρια για νέες εξόδους της Ελλάδας στις αγορές. Την αρχή από την πλευρά των οίκων για το νέο έτος αναμένεται να κάνει η Fitch στις 24 Ιανουαρίου, με τις προσδοκίες για αναβάθμιση να είναι υψηλές καθώς ο οίκος δεν έχει προχωρήσει σε καμία αναβάθμιση του αξιόχρεου της Ελλάδας από τον Αύγουστο του 2018. Οι αναλυτές εκτιμούν ότι ο οίκος θα προχωρήσει σε αναβάθμιση κατά μία κλίμακα (από το ΒΒ-), ενώ κάποιοι επισημαίνουν ότι θα υπάρξει τουλάχιστον αναβάθμιση των προοπτικών της χώρας από σταθερές σε θετικές.

Σύμφωνα με τραπεζικές πήγες, ο ΟΔΔΗΧ έχει πραγματοποιήσει συναντήσεις με τους primary dealers και στο τραπέζι βρίσκεται η έκδοση ενός νέου ελληνικού ομολόγου σύντομα, ακόμα και εντός του μήνα, αρκεί το κλίμα διεθνώς να είναι ευνοϊκό, με σκοπό να κεφαλαιοποιηθεί το θετικό μομέντουμ στην αγορά που δημιουργεί η ετυμηγορία της Fitch. Αν και το πιθανότερο είναι η Ελλάδα να τεστάρει να νερά των αγορών μετά την αξιολόγηση της Fitch, εκτιμήσεις δεν αποκλείουν μία κίνηση νωρίτερα.

Σε ό,τι αφορά τη διάρκεια του νέου τίτλου, αν και η Citi “μιλά” για 7ετές ομόλογο, οι εκτιμήσεις της αγοράς κινούνται προς την έκδοση 10ετίας, ένας τίτλος που θεωρείται ορόσημο για κάθε εκδότη και αυτό θα επιβεβαιώσει την ισχυρή πλέον παρουσία της Ελλάδας στης αγορές και στα χαρτοφυλάκια των ποιοτικών επενδυτών.

Στο τραπέζι υπάρχει και η έκδοση 15ετούς ομολόγου λήξης 2035, μία χρονιά που το χρέος δεν έχει ακόμη κριθεί βιώσιμο και έτσι θα αποτελούσε ένα σημαντικό μήνυμα προς τις αγορές. Ωστόσο όλα θα εξαρτηθούν από το πως θα κινηθεί η απόδοση των τίτλων καθώς αυτή τη στιγμή η 15ετία (ουσιαστικά 13ετία καθώς η λήξη είναι τον Ιανουάριο του 2033) κινείται στο 1,819%, ενώ η απόδοση του 10ετούς στο 1,385%.

Με το οικονομικό επιτελείο να στοχεύει σε νέα αποπληρωμή του ΔΝΤ το επόμενο διάστημα και τον ESM να έχει διαμηνύσει ότι κάτι τέτοιο μπορεί να προχωρήσει εάν το μέσο κόστος του νέου δανεισμού είναι χαμηλότερο από το 1,9% (κόστος του δανείου που αποσύρεται), όλα θα εξαρτηθούν από την πορεία των αποδόσεων στο αμέσως επόμενο διάστημα καθώς η Ελλάδα δεν έχει ανάγκη τη χρηματοδότηση και θα προχωρήσει συγκρατημένα και στοχευμένα σε κινήσεις για την περαιτέρω βελτίωση της επενδυτικής εμπιστοσύνης και όχι βεβιασμένα.

Κούρταλη Ελευθερία

Facebook Comments