«Λίγο» το Eurogroup, «τεράστια» η Λαγκάρντ
Τρισεκατομμύρια δολάρια αγγίζουν τα δημοσιονομικά μέτρα που παίρνουν οι κυβερνήσεις, ενώ επίσης τρισεκατομμύρια ρίχνουν οι κεντρικές τράπεζες από το… ελικόπτερο
Τρισεκατομμύρια δολάρια αγγίζουν τα δημοσιονομικά μέτρα που παίρνουν οι κυβερνήσεις, ενώ επίσης τρισεκατομμύρια ρίχνουν οι κεντρικές τράπεζες από το… ελικόπτερο
Τρισεκατομμύρια δολάρια αγγίζουν τα δημοσιονομικά μέτρα που παίρνουν οι κυβερνήσεις, ενώ επίσης τρισεκατομμύρια ρίχνουν οι κεντρικές τράπεζες από το… ελικόπτερο, με την Fed να ανακοινώνει απεριόριστο QE και την ΕΚΤ επίσης να προχωρά σε QE άνευ ορίων, με την Κριστίν Λαγκάρντ να εμφανίζεται αξιόπιστη στην δέσμευσή της να πράξει ό,τι είναι αναγκαίο και για όσο χρειαστεί για την υποστήριξη της οικονομίας κατά τη διάρκεια αυτού του σοκ. Τα μέτρα είναι ιστορικά σε μέγεθος αλλά και σε ταχύτητα, με πολλές Αρχές διεθνώς να ενεργοποιούν τα οπλοστάσιά τους στη μάχη για να μετριάσουν τον οικονομικό αντίκτυπο από την πανδημία.
Σε όλα αυτά το Eurogroup όπως και οι ευρωπαίοι ηγέτες, με «αρχηγό» την Μέρκελ αλλά και άλλους του Βορρά, αποδείχθηκαν απόλυτα ανεπαρκείς, αναποφάσιστοι, κλωτσώντας το τενεκεδάκι παρακάτω και κερδίζοντας χρόνο, όπως ακριβώς έκαναν και κατά την διάρκεια της κρίσης χρέους της Ελλάδας. Αντί να προχωρήσουν στην λύση του coronabond, διατηρούν στο τραπέζι – χωρίς απόφαση βέβαια ακόμα, την πρόταση για πιστωτική γραμμή από τον ESM, ένα μέτρο που δύσκολα θα βρει απήχηση. Πρώτον η στήριξη που προβλέπεται είναι ίση με το 2% του ΑΕΠ των χωρών της Ευρωζώνης, και είναι ξεκάθαρα ανεπαρκείς σε σχέση με το μέγεθος του προβλήματος. Σύμφωνα με αναλυτές, τα μέτρα στήριξης για τις κυβερνήσεις της ευρωζώνης θα πρέπει να φτάσουν τουλάχιστον το 5% του ΑΕΠ της κάθε χώρας. Δεύτερον, η πιστωτικής γραμμή χορηγείται υπό την προϋπόθεση εκπλήρωσης συγκεκριμένων όρων, δηλαδή αποτελεί ουσιαστικά ένα μνημόνιο, ένα στίγμα που φυσικά κανείς δεν θέλει να… κουβαλήσει, ιδιαίτερα οι χώρες του Νότου.
Η Ευρώπη δυσκολεύεται να κάνει το σημαντικό βήμα, ρισκάροντας καταστροφικές συνέπειες για τη συνέχεια. Η Λαγκάρντ, με ιδιαίτερα αυστηρή και σκληρή στάση, προσπάθησε να πείσει τους υπουργούς των Οικονομικών να πάρουν την γενναία απόφαση του ευρωομολόγου στις αρχές της περασμένης εβδομάδας, αλλά η προσπάθειά της έπεσε στο κενό. Έτσι, αποφάσισε να κάνει από την δική της πλευρά ότι μπορεί. Αφαίρεσε λοιπόν, όλα τα όρια που είχε η ΕΚΤ στην κατοχή χρέους των χωρών. Πλέον θα μπορεί να κατέχει και να αγοράζει πάνω από το ένα τρίτο του χρέους μιας χώρας, επίπεδο το οποίο είχε σχεδόν εξαντληθεί σε πολλές χώρες, επικεντρώνοντας έτσι το «οπλοστάσιό» της σε εκείνες τις οικονομίες που το χρειάζονται περισσότερο και για όσο διάστημα επιθυμεί, ενισχύοντας την αξιοπιστία της ΕΚΤ. Επίσης, η κεντρική τράπεζα αγοράζει πλέον τίτλους διάρκειας από 70 ημερών έως και 30 ετών, βάζοντας έτσι στο «παιχνίδι» και τα έντοκα γραμμάτια, ενώ οι άνευ ορίων αγορές σημαίνουν ότι θα παραχθεί στήριξη και στα ομόλογα βραχυπρόθεσμης διάρκειας των χωρών της Ευρωζώνης, κάτι που θα προστατέψει την καμπύλη των αποδόσεών τους από στρεβλώσεις.
Όπως τονίζουν οι αναλυτές, με την απόφαση αυτή η ΕΚΤ εξασφαλίζει για την ίδια πρωτοφανή ευελιξία στις αγορές τίτλων, με σχεδόν το σύνολο των περιορισμών που υπήρχαν στα προηγούμενα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης να αίρεται, ενώ αυτό το πρόγραμμα θα έχει διάρκεια τουλάχιστον έως το τέλος του 2020.
Οι ηγέτες της ευρωζώνης, από την άλλη, παίζουν με την τύχη της οικονομίας και κατά συνέπεια, με την τύχη της Ένωσης του ευρώ. Περιμένουν να δουν την κρίση να επιδεινώνεται πρώτου αποφασίσουν να κάνουν κάτι; Δεν ακούν τις εκτιμήσεις για διψήφια ύφεση στην οικονομία, η οποία θα έχει απρόβλεπτες συνέπειες για πολλές επιχειρήσεις. Όπως σημειώνουν οι αναλυτές, σε ένα σενάριο παρατεταμένης διάρκειας περιοριστικών μέτρων οι οικονομικές επιπτώσεις εκτός από το βάθος της ύφεσης θα έφερναν πολλές οικονομίες κρατών μελών της Ε.Ε. στα όρια τους. Εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης οι φωνές για ένα πρόγραμμα ενίσχυσης ανάλογο του μεταπολεμικού σχεδίου Μάρσαλ κερδίζουν συνεχώς έδαφος καταδεικνύοντας την ανάγκη πρόληψης των σοβαρών καταστάσεων που έρχονται για τα περισσότερα κράτη μέλη μετά την αντιμετώπιση της πανδημίας.
Αυτό το «διάβασαν» οι αγορές και επέστρεψαν στην… βουτιά. Το ράλι που προηγηθεί λόγω των μέτρων που ανακοίνωσαν ΕΚΤ, Fed και κυβερνήσεις, σταμάτησε απότομα. Ήδη 15 τρις δολάρια έχουν χαθεί από την κεφαλαιοποίηση των μετοχών παγκοσμίως, από τις 21 Φεβρουάριου όπου και ξεκίνησε το βίαιο sell-off. Η άποψη της συντριπτικής πλειοψηφίας των επενδυτών είναι πως τα μετρητά είναι η μόνη στρατηγική αυτή τη στιγμή – Cash is King. Αυτό εξηγεί και το γεγονός ότι οι τεράστιες ρευστοποιήσεις που σημειώνονται δεν κάνουν καμία απολύτως διάκριση, καθώς το μόνο που απασχόλει τους fund managers είναι η συσσώρευση ρευστότητας.
Όπως έδειξε η δημοσκόπηση της Bank of America στο περιβάλλον των διεθνών funds, το ποσοστό ρευστότητας στα διεθνή χαρτοφυλάκια σημείωσε αυτό το μήνα την τέταρτη μεγαλύτερη άνοδο στην ιστορία, και αυξήθηκε από το 4% στο 5,1% του χαρτοφυλακίου.
Οι επενδυτές ξεκάθαρα πωλούν ό, τι μπορούν για να κρατήσουν την ρευστότητά τους εξαιτίας της άνευ προηγουμένου αβεβαιότητας που προκαλείται από την πανδημία του κορονοϊού, η οποία απειλεί να παραλύσει σημαντικούς τομείς της παγκόσμιας οικονομίας, σε συνδυασμό με την ανεπάρκεια των αρχών στην ευρωζώνη να συμφωνήσουν σε μία γενναία λύση, όπως σημειώνουν οι αναλυτές. «Αυτό είναι παρόμοιο με αυτό που συνέβη κατά τη διάρκεια της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, καθώς οι επενδυτές πωλούν ακόμη και αυτά που κανονικά θεωρούνται ασφαλή περιουσιακά στοιχεία», τονίζει η IG Securities. «To μεγαλύτερο hedge έναντι του κινδύνου που υπάρχει σε αγορές και οικονομία, είναι η διατήρηση της ρευστότητας. Η αβεβαιότητα των επενδυτών δεν έχει βρεθεί ποτέ σε τόσο υψηλά επίπεδα», όπως επισημαίνει.
Facebook Comments