Η Moodys Investors Service ανακοίνωσε σήμερα ότι άλλαξε το outlook σε σταθερό από θετικό στην μακροπρόθεσμη πιστοληπτική αξιολόγηση πέντε ελληνικών τραπεζών και ειδικότερα των: Alpha Bank, Attica Bank, Εθνική Τράπεζα, Παγκρήτια Τράπεζα και Τράπεζα Πειραιώς.

Ο οίκος ταυτόχρονα επιβεβαίωσε την πιστοληπτική αξιολόγηση των πέντε ελληνικών τραπεζών, αναφέροντας ότι η αλλαγή στο outlook λαμβάνει υπόψη τον αρνητικό αντίκτυπο που θα έχει η πανδημία του κορονοϊού στην οικονομία και στα σχέδια των τραπεζών να βελτιώσουν περαιτέρω την ποιότητα του ενεργητικού και την κερδοφορία τους.

Όπως σημειώνει στην ανάλυση του ο οίκος, ο βασικός παράγοντας για την απόφαση της είναι η εκτίμηση της Moodys για καθυστερήσεις στην εφαρμογή των στρατηγικών σχεδίων των τραπεζών για την περαιτέρω βελτίωση των στοιχείων του ενεργητικού και της κερδοφορίας το 2020-21, λόγω του αντίκτυπου στην ελληνική οικονομία της πανδημίας του κορονοϊού.

Σύμφωνα με την Moodys, η επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας λόγω του κορονοϊού δεν θα επιβαρύνει μόνο τα ήδη αδύναμα κέρδη των ελληνικών τραπεζών, αλλά θα αποτελέσει και μια σημαντική πρόκληση στην ικανότητα τους να μειώσουν τις αυξημένες μη εξυπηρετούμενες εκθέσεις (NPEs).

Τα μέτρα στήριξης και η κανονιστική ευελιξία θα αντισταθμίσουν τον αρνητικό αντίκτυπο στην ποιότητα των δανείων, σε κάποιο βαθμό, εκτιμά ο οίκος. Επιπλέον, ο οίκος περιμένει μέτρια επιδείνωση στα κεφάλαια των τραπεζών, τα οποία πάντως θα παραμείνουν πάνω από τις χαλαρωμένες ρυθμιστικές υποχρεώσεις.

Ραγδαία επιβράδυνση το 2020

Η Moodys περιμένει οι οικονομικές συνθήκες στην Ελλάδα να επιδεινωθούν, με ραγδαία επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας το 2020, με το ΑΕΠ πιθανόν να συρικνώνεται κατά περίπου 5%, για να ανακάμψει σε ανάπτυξη 4% το 2021.

Σημειώνει ειδικότερα, ότι οι ταξιδιωτικοί περιορισμοί θα πλήξουν ιδιαίτερα τον τουριστικό τομέα, που αποτελεί έναν από τους βασικούς πυλώνες της ελληνικής οικονομίας, καταλαμβάνοντας περίπου το 12% του ΑΕΠ της χώρας.

Την ίδια στιγμή, ο οίκος περιμένει ότι η ραγδαία πτώση της εγχώριας ζήτησης θα επιβαρύνει τις υπηρεσίες μεταφοράς και εφοδιαστικής, το εμπόριο και τον κλάδο της μεταποίησης, κάτι που θα επηρεάσει τη δυνατότητα κάλυψης των δανειοληπτών τους. 

Ως αποτέλεσμα της οικονομικής επιβράδυνσης, η ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών θα παραμείνει αδύναμη, με τα NPEs να επιμένουν σε υψηλά επίπεδα, κοντά στο 40% των ακαθάριστων δανείων στο τέλος του 2019.

Το αναθεωρημένο outlook λαμβάνει επίσης υπόψη τις βελτιώσεις στη χρηματοδότηση και ρευστότητα των τραπεζών, τα οποία δεν αναμένεται να επηρεαστούν σημαντικά από την πανδημία.

Ο οίκος αναφέρει επίσης ότι το προηγούμενο θετικό outlook λάμβανε υπόψη την εκτίμηση για βελτίωση των περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών κυρίως μέσω τιτλοποιήσεων ή πωλήσεων το 2020. Ωστόσο, πλέον η Moodys περιμένει αυτές οι συναλλαγές να καθυστερήσουν και αναμένεται να ολοκληρωθούν το 2021.

Την ίδια στιγμή, η αύξηση της ανεργίας και η επιδείνωση των συνθηκών στον τουρισμό και το εμπόριο, οι οποίοι συνδυαστικά καταλαμβάνουν το 15% των χαρτοφυλακίων των δανείων των τραπεζών, αναμένεται να οδηγήσουν σε αύξηση των νέων NPEs αν και το βάθος της επιδείνωσης είναι αβέβαιο.

Τα μέτρα στήριξης της κυβέρνησης – τα οποία περιλαμβάνουν επιπρόσθετη ρευστότητα και επιδοτούμενες πιστωτικές διευκολύνσεις για τις επιχειρήσεις – θα βοηθήσουν να επιβραδυνθεί η δημιουργία νέων NPE, καθώς και το μορατόριουμ στις πληρωμές και οι διευρυμένες περίοδοι αποπληρωμής για τις πιο ευάλωτες επιχειρήσεις και νοικοκυριά των τραπεζών.

Η αλλαγή του outlook σε σταθερό από θετικό, αξιολογεί επίσης την ήδη αδύναμη κερδοφορία των τραπεζών η οποία θα τεθεί υπό πίεση τους επόμενους 12-18 μήνες, αναφέρει η Moodys.

Ο οίκος εκτιμά επίσης ότι οι συνεχιζόμενες ανάγκες για τη δημιουργία προβλέψεων για μη εξυπηρετούμενα δάνεια θα επιβαρύνουν περαιτέρω την κερδοφορία, αν και η ρυθμιστική απαλλαγή που επιτρέπει στις τράπεζες να μην χαρακτηρίζουν αμέσως τα δάνεια που επηρεάζονται από την πανδημία του κορονοϊού ως μη εξυπηρετούμενα “Σταδίου 3” δάνεια θα μετριάσει τον αρνητικό αντίκτυπο στις επιδόσεις των τραπεζών.

Σημειώνει τέλος ότι οι ελληνικές τράπεζες αναμένεται να κάνουν αυξημένη χρήση των χρηματοδοτικών διευκολύνσεων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) με χαμηλότερο κόστος, ενώ οι καταθέσεις των πελατών αναμένεται να παραμείνουν σταθερές σε γενικές γραμμές, με τη βοήθεια των κυβερνητικών μέτρων στήριξης και της χαμηλότερης κατανάλωσης από την πλευρά των νοικοκυριών, παρέχοντας μια φθηνή και σταθερή πηγή χρηματοδότησης.

Facebook Comments