Η αναγκαιότητα της μεταρρύθμισης του ασφαλιστικού συστήματος επιτείνεται από το σημαντικό παράγοντα της γήρανσης του πληθυσμού, χαρακτηριστικό των οικονομικά ανεπτυγμένων χωρών παγκοσμίως, σημειώνει σε ανάλυσή της για την οικονομία η Alpha Bank.

Οπως αναφέρει η Alpha, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, ο γηράσκων πληθυσμός θα επηρεάσει σημαντικά την ανάπτυξη των χωρών και τη βιωσιμότητα των υγειονομικών τους συστημάτων και των κοινωνικών τους υπηρεσιών. Εκτός από το δημογραφικό πρόβλημα, υπάρχουν και ορισμένα ακόμη ζητήματα σχετικά με το ασφαλιστικό σύστημα που θα πρέπει να αναδειχτούν και να αντιμετωπιστούν.

Αυτά περιλαμβάνουν τις σχετικά υψηλές ασφαλιστικές εισφορές, το δαιδαλώδες θεσμικό πλαίσιο και την ανεπαρκή πληροφόρηση σε σχέση με τις συνταξιοδοτικές επιλογές των εργαζομένων, το μειωμένο κίνητρο των νέων εργαζόμενων για ασφάλιση και την αβεβαιότητα για το μέλλον της σύνταξής τους, την υψηλή χρηματοδότηση από τον κρατικό προϋπολογισμό για την κύρια ασφάλιση, αυξάνοντας έτσι τα δημοσιονομικά ελλείμματα αλλά και τα ανεπαρκή κίνητρα για μείωση της πρόωρης συνταξιοδότησης.

Επιπλέον, η πανδημική κρίση επιδείνωσε τη δημοσιονομική κατάσταση των κρατών διεθνώς, εξέλιξη που αποδυναμώνει προσωρινά τη δυνατότητα των κυβερνήσεων να υποστηρίξουν επαρκώς τα ασφαλιστικά τους συστήματα. Παράλληλα, καταγράφηκε απότομη αύξηση του ποσοστού της ανεργίας σε παγκόσμιο επίπεδο αλλά και στη χώρα μας, εξέλιξη που αναμένεται να έχει δυσμενή επίπτωση στην απασχόληση και επομένως στα έσοδα από τις ασφαλιστικές εισφορές των εργαζομένων.

Τέλος, μία από τις πιο σημαντικές προκλήσεις για τα συνταξιοδοτικά ταμεία σε διεθνές επίπεδο είναι τα χαμηλά ή αρνητικά επιτόκια που επικράτησαν τα τελευταία έτη, τα οποία αναμένεται να διατηρηθούν λόγω της τρέχουσας συγκυρίας και περιορίζουν τις ευκαιρίες για υψηλές αποδόσεις των υπό διαχείριση κεφαλαίων τους.

Ως εκ των ανωτέρω, το ζήτημα της μεταρρύθμισης του ασφαλιστικού συστήματος καθίσταται σήμερα εκ νέου επίκαιρο και επείγον. Ο εμπλουτισμός του τρέχοντος συστήματος με κεφαλαιοποιητικά στοιχεία δίδει την ευχέρεια αντιμετώπισης και επιμερισμού του δημογραφικού κινδύνου, ενώ εισάγει ισχυρά κίνητρα αποτροπής της αδήλωτης εργασίας.

Σύμφωνα με τις πρόσφατες ανακοινώσεις της κυβέρνησης, στο πλαίσιο του πολιτικο-οικονομικού Thessaloniki HELEXPO Forum, αναμένεται η προώθηση μιας νέας ασφαλιστικής μεταρρύθμισης, στην οποία, σύμφωνα με τις εξαγγελίες, αιχμή του δόρατος θα είναι τα επικουρικά ταμεία.

Στο πλαίσιο αυτό, το Υπουργείο Εργασίας εξετάζει την αναδιαμόρφωση του δεύτερου πυλώνα της κοινωνικής ασφάλισης , μέσα από τη δημιουργία ενός συμπληρωματικού τμήματος στην επικουρική σύνταξη, το οποίο θα ενταχθεί σε ένα δημόσιο, υποχρεωτικό κεφαλαιοποιητικό σύστημα, ανεξάρτητο από τα υφιστάμενα επαγγελματικά ταμεία. Σύμφωνα με τις επίσημες αναφορές που έχουν έως σήμερα δει το φως της δημοσιότητας, ο πρώτος πυλώνας θα παραμείνει διανεμητικός. Παράλληλα, προωθούνται παρεμβάσεις που αφορούν το θεσμικό πλαίσιο και τη φορολογική πολιτική των επαγγελματικών ταμείων. Η μετάβαση στο νέο σύστημα επικουρικών συντάξεων αφορά τους νεότερους εργαζόμενους, ενώ για τους παλαιότερους θα συνεχιστεί το ισχύον σύστημα. Επί της ουσίας, η νέα επικουρική σύνταξη θα είναι το αποτέλεσμα της κεφαλαιοποίησης των εισφορών μέσα από την προσωπική αποταμίευση και των εναλλακτικών επενδυτικών επιλογών που θα έχει ο εργαζόμενος, επιτηρούμενες από τον κατάλληλο δημόσιο φορέα.

Δημογραφικές Εξελίξεις στην Ελλάδα
Η κοινωνική ασφάλιση στην Ελλάδα στηρίζεται, πρωτίστως, στον πρώτο πυλώνα, δηλαδή στη διανεμητική υποχρεωτική δημόσια ασφάλιση, με το δεύτερο και ειδικά τον τρίτο πυλώνα να έχουν συγκριτικά με άλλες χώρες περιορισμένη ανάπτυξη, υποδηλώντας χαμηλό βαθμό διείσδυσης της ιδιωτικής ασφάλισης στη συνταξιοδοτική αγορά.

Οι καταβαλλόμενες συντάξεις της κύριας ασφάλισης του πρώτου πυλώνα καλύπτονται από τις εισφορές των εργαζομένων και των εργοδοτών και από την κρατική χρηματοδότηση. Η κύρια ασφάλιση είναι το άθροισμα της εθνικής και της ανταποδοτικής σύνταξης. Η εθνική σύνταξη αποτελεί ένα πλαφόν το οποίο ορίζεται στα €384 για 20 έτη ασφάλισης, ενώ η ανταποδοτική είναι το κατ’ αναλογία τμήμα της σύνταξης βάσει του μισθού του εργαζομένου επί του οποίου καταβάλλονται οι εισφορές και είναι εξαρτώμενη από το ποσοστό αναπλήρωσης (κλιμακωτή αναλογία συντάξεων προς αποδοχές, με βάση τα έτη ασφάλισης) και το χρόνο ασφάλισης. Το ανταποδοτικό σκέλος των συντάξεων υπολογίζεται βάσει της μεθόδου των καθορισμένων παροχών, δηλαδή μιας προκαθορισμένης αναλογίας επί του συντάξιμου μισθού, συνυπολογίζοντας τα έτη προϋπηρεσίας του εργαζόμενου.

Το διανεμητικό σύστημα της κοινωνικής ασφάλισης, το οποίο στηρίζεται στη διαγενεακή αλληλεγγύη και αποτελεί το βασικό κορμό του ελληνικού συστήματος συνταξιοδότησης, χαρακτηρίζεται από την άμεση στήριξη των συνταξιούχων από τους εργαζόμενους, υπό την έννοια ότι οι εισφορές των εργαζομένων πληρώνουν σημαντικό τμήμα των συντάξεων. Ως εκ τούτου, ο δείκτης εξάρτησης, δηλαδή η αναλογία των συνταξιούχων προς τους εργαζόμενους, παίζει σημαντικό ρόλο στη βιωσιμότητα του συστήματος, ιδιαίτερα σε μια κοινωνία που γερνάει με ταχείς ρυθμούς, όπως αυτή της Ελλάδας.

Χαρακτηριστικές ως προς τις δημογραφικές εξελίξεις στην Ελλάδα είναι οι προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας (Eurostat) σε χρονικό ορίζοντα περίπου 45 ετών. Σύμφωνα με τις πληθυσμιακές προβολές, η διάμεση ηλικία για τον ελληνικό πληθυσμό θα αυξηθεί κατά 6,4 έτη μέχρι το 2065 σε σχέση με το 2019, φθάνοντας στα 51,3 έτη. Κατ’ αναλογία, ο λόγος εξάρτησης των άνω των 65 ετών προς τους εργαζόμενους ηλικίας 15-64 ετών, προβλέπεται ότι από 34,6 το 2019 θα αυξηθεί σημαντικά το 2065, φτάνοντας στο 60,5, με το ποσοστό των ατόμων άνω των 65 στο σύνολο του πληθυσμού να φτάνει το 33,1%, από 22% το 2019.

Facebook Comments