To θέμα με τα self tests, ελληνιστί αυτοδιάγνωση, είναι ενδεικτικό για το πως βλέπουν τα πράγματα στον ΣΥΡΙΖΑ και για το πως λειτουργούν ως αντιπολίτευση. Δεν είναι η πρώτη φορά, που η Κυβέρνηση ανακοινώνει ότι θα προχωρήσει στην εφαρμογή μιας νέας πολιτικής και πριν ανακοινωθούν όλες οι λεπτομέρειες, στην Κουμουνδούρου σπεύδουν να αναζητήσουν τα συμφέροντα που ευνοούνται από αυτή την πολιτική. Αμέσως μόλις βρουν ένα «καμπανιστό» όνομα επιχειρηματία, εταιρείας ή ακόμη και εθνικότητας, που θα μπορούσε να σχετίζεται με αυτή την νέα πολιτική εκτοξεύουν μια καταγγελία ή την προωθούν μέσω του μηχανισμού των trolls.

Αυτό προφανώς προκαλεί στους εμπνευστές του σεναρίου μια αναπόληση για τις ηρωικές ημέρες 2010-2015, αλλά και μια ανακούφιση, καθώς έχει βρεθεί θέμα για αντιπολίτευση. Μέχρι να καταρρεύσει με πάταγο η καταγγελία και να αποδειχθεί περίτρανα, ότι πίσω από το υιοθετούμενο μέτρο δεν κρύβεται τίποτα, τα trolls και οι φανατικοί έχουν βρει πεδίο δράσης. Είναι μία κατάσταση, από την οποία μόνο να κερδίσει έχει ο σκληρός πυρήνας του ΣΥΡΙΖΑ. Πρώτον γιατί έτσι έχει ρόλο. Δεύτερον γιατί  με τόση λάσπη που εκτοξεύουν, όλο και κάτι θα μείνει. Τρίτον γιατί για  έναν φανατικό οποιαδήποτε απάντηση και να δοθεί από την Κυβέρνηση έχει μικρή σημασία, η συνήθης αντίδραση είναι: «Ε, τι θα λέγανε; Υπάρχει περίπτωση να το παραδεχτούν;».

Σε ένα κόμμα, όμως, που διεκδικεί τη διακυβέρνηση, δεν υπάρχει μόνο ο σκληρός πυρήνας, υπάρχουν και απλοί υποστηρικτές ή συμπαθούντες. Αρκετοί εξ αυτών έχουν κάνει πλέον unfollow τον ΣΥΡΙΖΑ, καθώς πολλές φορές στο παρελθόν αναπαρήγαγαν μια καταγγελία και στη συνέχεια υποχρεώθηκαν να σβήσουν την ανάρτησή τους και να ζητήσουν συγγνώμη από τους διαδικτυακούς τους φίλους. Κάποιες φορές γιατί η είδηση που σχολίαζαν ήταν ψευδής, κάποιες άλλες γιατί η κυβερνητική απόφαση αποδείχθηκε σωστή και κάποιες φορές γιατί αποδείχθηκε ότι το ίδιο ακριβώς που καταγγέλλεται σήμερα είχε κάνει και η προηγούμενη Κυβέρνηση.

Αυτός είναι ένας από τους λόγους που τα ποσοστά του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης παραμένουν σε επίπεδα Ευρωεκλογών και όχι Βουλευτικών του 2019. O συγκεκριμένος τρόπος αντιπολίτευσης μπορεί αν απέδωσε την περίοδο 2014- 2015, αλλά μεσολάβησε η διακυβέρνηση Τσίπρα, που απέδειξε ότι τα περισσότερα που εξαγγέλθηκαν ήταν αδύνατο να πραγματοποιηθούν, ενώ τις περισσότερες φορές έγιναν τα ακριβώς αντίθετα. Οι εκλογείς αναρωτιούνται ποιος είναι ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ. Αυτός που υποσχόταν στους νέους και στους χαμένους της παγκοσμιοποίησης ότι θα αλλάξει τα πάντα; Ή αυτός που υποσχόταν στις ισχυρές συντεχνίες ότι δεν θα αλλάξει τίποτε;

Ο άλλος δρόμος για τον ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν να παρουσιάσει προγραμματικές θέσεις, όπως έκανε η Νέα Δημοκρατία ως αντιπολίτευση, αλλά αυτό απαιτεί δουλειά, την οποία δεν μπορούν να κάνουν οι σκληροπυρηνικοί, συν το γεγονός ότι η παρουσίαση προγράμματος έχει πάντα και ένα κόστος, το οποίο φοβούνται στην Κουμουνδούρου.

Αυτό συμβαίνει μάλλον γιατί έχουν κάνει λάθος αυτοδιάγνωση. Όταν φτιάχνεις μια ομάδα μόνο με σκληροτράχηλους Πολάκηδες, το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να χαλάς το παιχνίδι του αντιπάλου. Όταν όμως παίζεις συνεχώς «κατενάτσιο» με σκληρά μαρκαρίσματα δεν σκοράρεις και κινδυνεύεις ανά πάσα στιγμή να δεχτείς κόκκινη κάρτα, να κάνεις πέναλτι ή ακόμη χειρότερα να βάλεις αυτογκόλ.

Facebook Comments