Μετά την S&P και η Moody΄s “ψηφίζει” Ελλάδα
Ψήφο εμπιστοσύνης δίνει και η Moody’s, μετά την S&P τις προηγούμενες μέρες, στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας
Ψήφο εμπιστοσύνης δίνει και η Moody’s, μετά την S&P τις προηγούμενες μέρες, στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας
Ψήφο εμπιστοσύνης δίνει και η Moody’s, μετά την S&P τις προηγούμενες μέρες, στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας με αφορμή την κατάθεση του ελληνικού Σχεδίου Ανάκαμψης στην Κομισιόν, το οποίο όπως επισημαίνει, αναμένεται να ενισχύσει σημαντικά τις επενδύσεις και την ανάπτυξη της Ελλάδας μεσοπρόθεσμα.
Λίγες μέρες πριν από την πρώτη αξιολόγηση του οίκου για φέτος σε ό,τι αφορά στην πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας, η οποία είναι προγραμματισμένη για τις 21 Μαΐου, δίνει ένα ισχυρό “σήμα” με αφορμή το Ταμείο Ανάκαμψης.
Πιο αναλυτικά, όπως τονίζει ο οίκος, το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας το οποίο υπέβαλε προχθές στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή η ελληνική κυβέρνηση, προσφέρει σημαντικές δυνατότητες για την αποκατάσταση των χαμηλών επενδύσεων της Ελλάδας και την επίτευξη υψηλότερης δυνητικής ανάπτυξης, όπως επισημαίνει η Moodys’s.
Η έγκαιρη υποβολή και περιεκτική φύση του σχεδίου – και το πιο σημαντικό, οι συνεχιζόμενες προσπάθειες για την αντιμετώπιση των εμποδίων του παρελθόντος που οδήγησαν σε χαμηλές δημόσιες επενδύσεις – υπογραμμίζουν τις βελτιώσεις στα θεσμικά όργανα της Ελλάδας, κάτι το οποίο ήταν βασικός μοχλός πίσω από την αναβάθμιση στην οποία προχώρησε ο οίκος τον περασμένο Νοέμβριο.
Σε σχετικούς όρους, η Ελλάδα είναι ο μεγαλύτερος ωφελούμενος της χρηματοδότησης από το Ταμείο Ανάκαμψης. Θα λάβει συνολικά 30,9 δισ. ευρώ (16,8% του ΑΕΠ του 2019), σχεδόν το 60% των οποίων θα έχει τη μορφή επιχορηγήσεων.
Το σχέδιο της κυβέρνησης δείχνει ότι σχεδόν το ήμισυ των επιχορηγήσεων θα κατευθυνθεί προς την προώθηση της πράσινης ανάπτυξης και της ψηφιακής τεχνολογίας, ενώ το υπόλοιπο θα αντιμετωπίσει άλλους στόχους, όπως η προώθηση της συμμετοχής στην εργασία, των δεξιοτήτων και της καινοτομίας, η μεταρρύθμιση του συστήματος υγειονομικής περίθαλψης και η περαιτέρω βελτίωση της φορολογικής διαχείρισης και είσπραξης.
Το σχέδιο στοχεύει επίσης στην κινητοποίηση επιπλέον 25,6 δισ. ευρώ πόρων από τον ιδιωτικό τομέα.
Οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης θα ενισχύσουν σημαντικά τις προοπτικές ανάπτυξης της Ελλάδας, όπως τονίζει ο οίκος.
Προβλέπει περιορισμένη ανάκαμψη φέτος, με αύξηση 3,6% μετά τη συρρίκνωση του 8,2% του περασμένου έτους, καθώς η οικονομική δραστηριότητα στο πρώτο εξάμηνο παραμένει περιορισμένη από τις αβεβαιότητες σχετικά με την εξέλιξη της πανδημίας παρά την αυξανόμενη διαθεσιμότητα εμβολίων.
Ωστόσο, οι προοπτικές ανάπτυξης της Ελλάδας αναμένεται να ενισχυθούν αισθητά από το 2022 και μετά, καθώς η αυξανόμενη απορρόφηση των κεφαλαίων της ΕΕ ενισχύει τις επενδύσεις.
Η Τράπεζα της Ελλάδος εκτιμά ότι η χρήση των κεφαλαίων του NGEU θα αυξήσει το πραγματικό ΑΕΠ κατά περίπου 7% μέχρι το τέλος της περιόδου εκταμίευσης το 2026, σε σύγκριση με ένα σενάριο χωρίς αυτά τα κεφάλαια, λόγω τόσο των υψηλότερων επενδύσεων όσο και από τον συνολικό αντίκτυπο στην παραγωγικότητα που θα έχουν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που συνδέονται με το πρόγραμμα.
Πολλά βέβαια θα εξαρτηθούν από την ικανότητα της Ελλάδας να απορροφήσει αυτούς τους πόρους εγκαίρως και να τους διαθέσει αποτελεσματικά, επισημαίνει η Moody’s.
Έχουν ήδη ξεκινήσει εργασίες για την αντιμετώπιση των εμποδίων του παρελθόντος που είχαν οδηγήσει σε χαμηλές δημόσιες επενδύσεις καθώς και για τον προσδιορισμό των έργων που είναι σε προτεραιότητα.
Αυτές οι προσπάθειες περιλαμβάνουν την προετοιμασία ενός στρατηγικού “αγωγού” έργων μεγάλων επενδύσεων, τη νομοθεσία για την αντιμετώπιση εκκρεμών ζητημάτων στο πλαίσιο των δημοσίων συμβάσεων, και τη συμμετοχή της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων στη διαχείριση έως και 5 δισ. ευρώ από τους πόρους του Ταμείου.
Η ισχυρότερη ανάπτυξη θα είναι καθοριστικής σημασίας για τη βελτίωση της δημοσιονομικής δυναμικής της Ελλάδας και τη μείωση του επιπέδου του χρέους, το οποίο στο 205,6% του ΑΕΠ το 2020, είναι το δεύτερο υψηλότερο μεταξύ των χωρών που παρακολουθεί η Moody’s.
Ο οίκος εκτιμά ότι το δημόσιο χρέος θα παραμείνει πάνω από το 200% του ΑΕΠ έως το τέλος του τρέχοντος έτους και θα μειωθεί μόνο σταδιακά στη συνέχεια, γεγονός που εν μέρει αντικατοπτρίζει την πολύ μεγάλη περίοδο αποπληρωμών που έχει το προφίλ του.
Έτσι, οι κίνδυνοι που συνδέονται με το υψηλό χρέος της Ελλάδας (μεταβλητότητα επιτοκίων και κίνδυνοι αναχρηματοδότησης) μετριάζονται από την ευνοϊκή δομή χρέους, τα χαμηλά επιτόκια και την μεγάλη μέση διάρκεια ωρίμανσης, όπως τονίζει η Moody’s.
H βιωσιμότητα του χρέους, όπως μετράται από τις πληρωμές τόκων στα κρατικά έσοδα, θα συνεχίσει επίσης να βελτιώνεται, υποστηριζόμενη από τους πολύ ευνοϊκούς όρους χρηματοδότησης και τη συμμετοχή της χώρας στο PEPP της ΕΚΤ, η οποία έως τα τέλη Μαρτίου είχε αγοράσει 21,9 δισ. ευρώ ελληνικά ομόλογα, περισσότερο από το ένα τρίτο της αξίας των ελληνικών ομολόγων σε κυκλοφορία, καταλήγει ο οίκος.
Κούρταλη Ελευθερία
Facebook Comments