«Καταπέλτης» για τον καθ΄ ομολογίαν δολοφόνο της 26χρονης Γαρυφαλλιάς είναι ο ανακριτής Νάξου και η αρμόδια εισαγγελέας, που αποφάσισαν την προφυλάκιση του 30χρνου κατηγορούμενου, αμέσως μετά την απολογία του ενώπιόν τους για τον φόνο της νεαρής γυναίκας, την περασμένη Παρασκευή, στη Φολέγανδρο.

Το σκεπτικό της προφυλάκισης από την εισαγγελέα της Νάξου

Συγκεκριμένα,  οι δικαστικές αρχές στάθμισαν όπως προκύπτει και από το ένταλμα προσωρινής κράτησης ότι το έγκλημα έγινε για ασήμαντη αφορμή γιατί ο δράστης ένιωσε προσβεβλημένος και εξαπέλυσε δολοφονική επίθεση κατά ενός ατόμου από το στενό του περιβάλλον, το οποίο ήταν σωματικά πιο αδύναμο από τον ίδιο (χτυπήματα, μεθοδευμένο σπρώξιμο σε βραχώδη απόκρημνο γκρεμό). Εν συνεχεία, προέβη σε λελογισμένες ενέργειες ήτοι την απομάκρυνση από το σημείο, επιμελής απόκρυψη και αποφυγή επικοινωνίας του με τις αρχές, οργανωμένη εξαφάνιση αποδεικτικών στοιχείων (κινητά τηλέφωνα), ενέργειες που δείχνουν άκρως ψύχραιμη συμπεριφορά.

(…) Κρίνουμε ότι ο κατηγορούμενος είναι ένα ευέξαπτο άτομο το οποίο για ασήμαντο λόγο είναι έτοιμο να προξενήσει μη αναστρέψιμη βλάβη σε συνάνθρωπό του και δη σε άτομο του στενού του περιβάλλοντος, τα οποία αυτός θεωρεί ότι τον προσβάλλουν, τον αμφισβητούν ή τον μειώνουν, καθιστώντας στον επικίνδυνο για διάπραξη νέων αδικημάτων. Άλλωστε, όπως ο ίδιος αναφέρει στην απολογία του ενώπιον των αρμοδίων προανακριτικών υπαλλήλων «με είχε νευριάσει και την σκότωσα, ένιωσα δηλαδή ότι με υποβιβάζει, γι’ αυτό και έχασα τον έλεγχο».

 

Επιπλεον σύμφωνα με όσα αναφέρονται πάντα στο σκεπτικό για την προφυλάκιση του καθ ομολογία δράστη της ανθρωποκτονίας :

«Ακολούθως, έσυρε και εγκατέλειψε την θανούσα στη θάλασσα, δεν ειδοποίησε τις αρχές ή ασθενοφόρο για τις πρώτες βοήθειες, πέταξε το σακίδιο με τα προσωπικά είδη – ατομικά στοιχεία στη θάλασσα ώστε να εξαφανίσει τα ίχνη- κολύμπησε αντίθετα από το σημείο του συμβάντος ώστε να παραπλανήσει τις αρχές και να διαφύγει την σύλληψη και εξαφάνισε και το δικό του κινητό τηλέφωνο και της θανούσης (ούτε ευρέθησαν ούτε κάνει λόγο για αυτά) ενώ προκύπτει ότι η θανούσα έστελνε μηνύματα και στο σακίδιο του κατηγορουμένου ανευρέθη power bank μαύρο για φόρτιση κινητού τηλεφώνου, ώστε να αποκρύψει αποδεικτικό υλικό».

Για το λόγο αυτό, ο ανακριτής Νάξου υποστηρίζει πως όλα αυτά «μαρτυρούν ότι αφενός θίγει ο εγωισμός του κατηγορουμένου έστω και για ασήμαντη αφορμή -εν προκειμένω ήταν εσφαλμένη κατεύθυνση καθοδόν προς αναψυχή-, αυτός δεν διστάζει να αφαιρέσει ανθρώπινη ζωή οικείου του με σκληρότητα στην εκτέλεση και μεθοδικότητα στην απόκρυψη του εγκλήματος».

Από την πλευρά του ο καθ’ ομολογίαν δολοφόνος της Γαρυφαλλιάς εμφανίστηκε προκλητικός στην απολογία του προσπαθώντας να ενοχοποιήσει το θύμα του.

Όταν δε οι ερωτήσεις του ανακριτή άρχισαν να γίνονται πιεστικές για τη συμπεριφορά του απέναντι στην Γαρυφαλλιά και τη σχέση τους, η απάντησή του ήταν«δεν θυμάμαι».

Ο δράστης, ο οποίος προφυλακίστηκε στον Κορυδαλλό, επαναλαμβάνει αρκετές φορές στην απολογία του ότι δεν θυμάται πολλά από τα όσα συνέβησαν εκείνο το μεσημέρι. Αντιθέτως θυμάται ότι η συμπεριφορά της Γαρυφαλλιάς απέναντί του δεν ήταν καλή, τον ειρωνευόταν και τον μείωνε, είπε.

Επίσης στα όσα θυμάται καθαρά είναι -όπως υποστήριξε- ότι έκανε προσπάθεια να κρατήσει στη ζωή την 26χρονη.

«Με ενέπαιζε παριστάνοντας πως πήγαινε να πάρει τσιγάρα και πήγαινε αλλού και μετά γέλαγε. Το βασικό ήταν ότι υπήρχε αυτό έντονα στο νησί. Με οδηγούσε κι εμένα σε λάθος κατευθύνσεις, καταλήγαμε σε χωματόδρομο και μετά με κορόιδευε.

Ήταν μια επανειλημμένη συμπεριφορά και ήταν τόσο έντονο που μου χαλούσε την καλή διάθεση που είχα στην αρχή. Το έκανε εδώ και 5-6 μήνες» ανέφερε ο 30χρονος.

«Προσπαθούσε να με εκθέσει είτε όταν ήμασταν μόνοι μας είτε με παρέα. Εγώ είχα πει αρκετές φορές να σταματήσουμε να βρισκόμαστε γι’ αυτό το λόγο, αλλά εκείνη επέμενε να συνεχίσουμε. Για κάποια θέματα είχαμε βρει λύσεις, σε αλλά σημεία έκανε τα ίδια» πρόσθεσε ο 30χρονος στην απολογία του, υπογραμμίζοντας ότι δεν είχε χτυπήσει τη Γαρυφαλλιά πριν την πτώση της στη θάλασσα.

«Την έσπρωξα. Δε θυμάμαι πόσες φορές την έσπρωξα. Την έσπρωξα και έπεσε κι αυτό που θυμάμαι εγώ ήταν ότι ήταν στο νερό. Δεν την είδα να χτυπάει στα βράχια» τόνισε στον ανακριτή ο καθ’ ομολογίαν δολοφόνος της 26χρονης για την επίμαχη στιγμή.

Παράλληλα, υποστήριξε ότι θέλησε να βοηθήσει την 26χρονη να κρατηθεί ζωντανή.

«Δεν είδα πως κατέληξε μέσα στο νερό. Εγώ κατέβηκα κάτω και ήταν μέσα στο νερό. Δεν θυμάμαι αν είχε αίματα. Ίσως είχε στο πρόσωπο αίμα. Δεν θυμάμαι σε ποιο σημείο του προσώπου. Δε θυμάμαι τι φορούσε. Όταν την είδα ήταν σαν να συντονίστηκα».

 

Facebook Comments