Το άρθρο αυτό δεν γράφτηκε για τους συριζαίους, αλλά για τους οπαδούς του ΣΥΡΙΖΑ. Όχι, δεν είναι το ίδιο. Ο συριζαίος είναι μια συνολική στάση και φιλοσοφία ζωής, ένα σύστημα πεποιθήσεων που ταυτίζεται ποσοτικά με το παραδοσιακό 4% του πάλαι ποτέ περιθωριακού κόμματος της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Ο οπαδός του ΣΥΡΙΖΑ αντίθετα είναι ο κάθε ένας ψηφοφόρος που έτρεξε στη φιλόξενη αγκαλιά του Αλέξη Τσίπρα από το 2012 κι εντεύθεν χωρίς καμία πρότερη ιδεολογική συνάφεια με το χώρο και χωρίς καν να έχει φανταστεί ποτέ στη ζωή του ότι θα ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ.

Προκειμένου να αξιολογήσει κανείς τις αιτίες της ραγδαίας ανόδου και κυρίως της εκλογικής αντοχής του πολιτικού φαινομένου ΣΥΡΙΖΑ, ιδίως στις πρόσφατες εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου μετά από ένα εξάμηνο οικονομικού και θεσμικού ολέθρου για τη χώρα δεν έχει άλλη επιλογή από το να αποπειραθεί να εισχωρήσει στο μυαλό και την ψυχοσύνθεση των ανθρώπων που τον στηρίζουν. Να αποφύγει δηλαδή το συνηθισμένο σφάλμα του να κάνει πολιτικές ερμηνείες με βάση το δικό του πολιτικό σκεπτικό και να προσεγγίσει τα τεκταινόμενα μέσα από την οπτική γωνία ενός οπαδού του ΣΥΡΙΖΑ.

Στο πρώτο μέρος αυτής της παρέμβασης θα ασχοληθούμε με τον κοινωνικό ψυχισμό που οδήγησε το 2012 και το 2015 το ΣΥΡΙΖΑ να γίνει κόμμα εξουσίας και θα ακολουθήσει δεύτερη παρέμβαση στο προσεχές μέλλον με αντικείμενο μελέτης τα αίτια της εκλογικής αντοχής του ΣΥΡΙΖΑ στις τελευταίες εκλογές.

Ποιοι είναι λοιπόν αλήθεια οι άνθρωποι που μετέτρεψαν εν έτει 2012 και 2015 το ΣΥΡΙΖΑ σε κόμμα εξουσίας; Κινούνται όλοι από τα ίδια κίνητρα; Αποτελούν συλλήβδην ένα μάτσο ανορθολογικά σκεπτόμενων ανθρώπων που γοητεύονται από το λαϊκισμό; Είναι εν συνόλω άνθρωποι που έχασαν τα πελατειακά τους προνόμια και ελπίζουν να τα ανακτήσουν; Είναι μόνο πρώην οπαδοί του ΠΑΣΟΚ που βρήκαν στο ΣΥΡΙΖΑ τη μετενσάρκωση του Ανδρέα Παπανδρέου; Η απάντηση σε όλα τα προηγούμενα ερωτήματα είναι αρνητική. Το φαινόμενο ΣΥΡΙΖΑ δεν επιδέχεται τόσο απλοϊκών αναλύσεων κι ερμηνειών, στις οποίες ρέπει με ιδιαίτερη άνεση πολύ συχνά το λεγόμενο “φιλοευρωπαϊκό μέτωπο”. Η ανθρωπογεωγραφία των ψηφοφόρων του κυβερνώντος κόμματος δεν είναι ομοιόμορφη. Επιδέχεται αρκετών κατηγοριοποιήσεων και αποχρώσεων.

Η πρώτη κατηγορία οπαδών του ΣΥΡΙΖΑ (και η μικρότερη αριθμητικά)  είναι οι προαναφερθέντες συριζαίοι. Είναι αυτοί που ψήφιζαν διαχρονικά το κόμμα αυτό και προφανώς συνέχιζαν να το ψηφίζουν και όταν πλησίασε και κατέκτησε την εξουσία. Εδώ δεν υπάρχουν πολλά να ειπωθούν. Πρόκειται για ανθρώπους ιδεολογικά και συνειδητά ενταγμένους στη λεγόμενη ριζοσπαστική Αριστερά με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Η επόμενη κατηγορία οπαδών του ΣΥΡΙΖΑ είναι αυτοί που τον ψήφισαν με στόχο να εκδικηθούν τα προηγούμενα κόμματα που κατά την άποψή τους ευθύνονται για όσα επώδυνα θεωρούν ότι ζουν. Στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι πρακτικά αδύνατον να προχωρήσεις σε αντιπαράθεση πολιτικών επιχειρημάτων ή λογικής κατάρριψης των κυβερνητικών πεπραγμένων διότι μιλάμε για ανθρώπους που έχουν αντικαταστήσει το επιχείρημα με το θυμικό.

Είναι ψηφοφόροι που δεν ενδιαφέρονται για το είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, τι πρεσβεύει, σε ποιους πιθανά κινδύνους μπορεί να οδηγήσει τη χώρα και τα συναφή. Το μόνο για το οποίο νοιάζονται είναι η τιμωρία των προηγούμενων κυβερνήσεων και βλέπουν ότι η μόνη ψήφος που μπορεί να τους “πονέσει” αφαιρώντας τους την εξουσία είναι η ψήφος στο ΣΥΡΙΖΑ, εξ ου και του την δίνουν. Κατά την εκτίμησή μου πρόκειται για το τμήμα εκείνο της εκλογικής του πελατείας που θα εγκαταλείψει τελευταίο το κυβερνητικό σκάφος, ακριβώς διότι ο επί χρόνια αναπτυσσόμενος φανατισμένος ψυχισμός της εκδίκησης καθιστά εξαιρετικά δυσχερή την πορεία προς τη συνειδητοποίηση ή ακόμα χειρότερα την παραδοχή του σφάλματος, έστω κι αν αυτό έχει αρχίσει να ομολογείται ενδόμυχα.

Μια άλλη κατηγορία οπαδών του ΣΥΡΙΖΑ είναι αυτοί που τον ψήφισαν ελπίζοντας ειλικρινά να βελτιώσει τη ζωή τους. Πρόκειται κατά βάση για ανθρώπους χτυπημένους από την κρίση που είδαν την επί χρόνια σχετικά στρωμένη ζωή τους να επιδεινώνεται από τη μια στιγμή στην άλλη και θεώρησαν ότι με τον ΣΥΡΙΖΑ θα πάρουν μια ανάσα. Άνεργοι, κατεστραμμένοι επαγγελματίες, απολυμένοι του ιδιωτικού τομέα κλπ.

Δεν περίμεναν θαύματα, δεν περίμεναν να επιστρέψουν στο επίπεδο ζωής που έχασαν, περίμεναν όμως κάτι καλύτερο κι ανακουφιστικότερο από αυτό που τους προσέφερε η συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ. Είναι ακριβώς η κατηγορία των ανθρώπων που εθίστηκε στο περίφημο “και τα μισά να κάνει από αυτά που υπόσχεται κέρδος θα είναι”. Πρόκειται για μια πληθυσμιακή ομάδα που θα εγκαταλείψει γρηγορότερα το ΣΥΡΙΖΑ λόγω του ότι αντί της πολυπόθητης ανακούφισης ήρθε η περαιτέρω επιδείνωση.

Η τέταρτη μεγάλη κατηγορία οπαδών του ΣΥΡΙΖΑ είναι οι προνομιακοί πελάτες του προηγούμενου δικομματικού συστήματος που είδαν τα προνόμιά τους να θίγονται ή να τίθενται εν αμφιβόλω από την (όποια) εφαρμογή της μνημονιακής πολιτικής. Επαγγελματικά μέλη συντεχνιών, χρυσοπληρωμένοι συνδικαλιστές , παρασιτικοί του ευρύτερου δημόσιου τομέα, νομεκλατουρίστικη δημοσιοϋπαλληλία, αγωνιούντες πολιτικάντηδες σε αναζήτηση νέας πολιτικής στέγης.

Είναι όλοι αυτοί που έφαγαν με το κουτάλι το παραμύθι της “σκληρής διαπραγμάτευσης” που θα έκανε τους δανειστές να υποχωρήσουν στα αιτήματα της νέας κυβέρνησης χωρίς όμως να επιθυμούν και τη ρήξη έχοντας επίγνωση ότι η επιστροφή στη δραχμή θα ήταν καταστροφή. Πρόκειται για το γκρουπ εκείνων των ψηφοφόρων που ταυτίστηκε περισσότερο παντός άλλου με το εξίσου περίφημο “έλα μωρέ, δεν τα εννοεί, έτσι τα λέει”. Είναι μια πληθυσμιακή ομάδα που θα αποσκιρτήσει αργά από το ΣΥΡΙΖΑ μιας και είναι προφανές πως η κατά το μέτρο του εφικτού προστασία και διάσωσή της εις βάρος του κοινωνικού συνόλου είναι μέσα στις προτεραιότητες της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.

Μια πέμπτη κατηγορία οπαδών είναι αυτοί που ψήφισαν το ΣΥΡΙΖΑ επιθυμώντας συνειδητά τη ρήξη και την έξοδο από το ευρώ. Παρότι δεν μιλάμε για μια ιδιαίτερα πολυπληθή κοινωνική ομάδα,το ιδιαίτερο γνώρισμά της είναι ότι συναποτελείται τόσο από απλούς ανθρώπους, παντελώς αδαείς περί τα οικονομικά ζητήματα, όσο και από συγκεκριμένα επιχειρηματικά συμφέροντα που στήριξαν το ΣΥΡΙΖΑ απολύτως ορθολογικά ελπίζοντας να οδηγηθεί σε ρήξη και επιστροφή στη δραχμή κρίνοντας ότι έχουν να επωφεληθούν από μια αλλαγή νομίσματος. Εν προκειμένω έχουμε να κάνουμε με ανθρώπους που στη συντριπτική τους πλειοψηφία εγκατέλειψαν ήδη το ΣΥΡΙΖΑ στηρίζοντας κατά βάση τη Λαϊκή Ενότητα του Λαφαζάνη ή ακόμα προσχωρώντας στο στρατόπεδο της αποχής.

Τέλος, ένα αριθμητικά αξιοπρόσεκτο τμήμα ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ είναι οι απολιτίκ νέοι που θέλγονται από έναν γενικό κι αόριστο αντισυστημισμό, απεχθάνονται τα παραδοσιακά κυβερνητικά κόμματα και βλέπουν στο πρόσωπο του Τσίπρα μια συμπαθητική φατσούλα κοντά στην ηλικία τους. Στην περίπτωση αυτή στοιχηματίζω ότι δημιουργείται μια πολύ σημαντική “εφεδρεία” μελλοντικής αποχής μιας και η απέχθεια για τα κυβερνητικά κόμματα της μεταπολίτευσης είναι υπέρτερη της όποιας απογοήτευσης από τον ΣΥΡΙΖΑ.

Αυτές είναι σύμφωνα με τη δική μου ανάλυση οι έξι βασικές ομάδες ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ κι αυτά είναι τα βασικά κριτήρια βάσει των οποίων διαμόρφωσαν την εκλογική τους συμπεριφορά. Βεβαίως, είναι δεδομένο πως στην πολιτική δεν υπάρχουν απόλυτα μεγέθη ούτε κάθετοι διαχωρισμοί. Δεν σημαίνει εν ολίγοις ότι η ένταξη ενός ψηφοφόρου σε μια κατηγορία αποκλείει εξ ορισμού την παράλληλη ένταξή του και και σε κάποια άλλη. Υπάρχουν ψηφοφόροι που συνδυάζουν κατηγορίες (για παράδειγμα κάποιος που θέλησε και να εκδικηθει το προηγούμενο πολιτικό σύστημα και πίστεψε ότι η ζωή του θα βελτιωθεί με το ΣΥΡΙΖΑ), ωστόσο η βασική κατηγοριοποίηση είναι αυτή.

Είναι επίσης σαφές ότι η πλειοψηφική πολιτική καταγωγή των ανθρώπων που στήριξαν το ΣΥΡΙΖΑ είναι το πολιτικό απόθεμα του άλλοτε κραταιού ΠΑΣΟΚ. Είναι όμως πλάνη να πιστεύουμε ότι εξαντλείται εκεί. Ο ΣΥΡΙΖΑ υπερψηφίστηκε και από παραδοσιακούς οπαδούς της λαϊκής δεξιάς, αλλά και από αντισυστημικίζοντες συνωμοσιολάγνους ψεκασμένους που φλέρταραν ακόμα και με τη Χρυσή Αυγή. Οι μετακινήσεις μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΧΑ ή ακόμα και η εντυπωσιακή αποδοχή του Πάνου Καμμένου και των ΑΝΕΛ εντός του εκλογικού σώματος του ΣΥΡΙΖΑ προσφέρει πολύτιμα συμπεράσματα σχετικά με όλα αυτά και δείχνει ότι στην εποχή της κρίσης κάτω από το αμείλικτο βάρος της βιωτικής αναγκαιότητας και της θυμικής έξαρσης η ελληνική κοινωνία σε μεγάλο βαθμό ξεπέρασε παραδοσιακά πολιτικά στεγανά.

Facebook Comments