Είναι γνωστό το ποδοσφαιρικό σύνθημα που ακούγεται συνήθως στις εξέδρες όταν μια ομάδα βάζει το ένα αυτογκόλ μετά το άλλο. Δυστυχώς, στην περίπτωση της αξιωματικής αντιπολίτευσης και τα πρόσφατα ιλαροτραγικά αυτογκόλ της, οποιαδήποτε παρομοίωση του κόμματος με οίκους ανοχής μάλλον αδικεί τους δεύτερους. Όσο αδιανόητα είναι αυτά που συμβαίνουν τα τελευταία εικοσιτετράωρα, δεν νομίζω ότι υπάρχει κανείς που εκπλήσσεται από τις εξελίξεις, τουλάχιστον όχι εάν είχε παρακολουθήσει υποτυπωδώς τα πράγματα μέχρι σήμερα.

Ακόμη και πριν την υποβολή των υποψηφιοτήτων, η διαδικασία εκλογής ήταν ξεκάθαρα προβληματική. Ξεκινώντας από τη συλλογή των υπογραφών, δύο υποψήφιοι εκμεταλλεύτηκαν τους θεσμικούς τους ρόλους και δέσμευσαν πάνω από 120 υπογραφές έκαστος, ενώ το καταστατικό προβλέπει το όριο των 50. Συγκεκριμένα, ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης ως μεταβατικός Πρόεδρος, και ο Απόστολος Τζιτζικώστας ως εν ενεργεία Περιφερειάρχης της δεύτερης μεγαλύτερης περιφέρειας της χώρας (υποβοηθούμενος και από τον Γραμματέα του κόμματος, Ανδρέα Παπαμιμίκο) προέβησαν σε μια επίδειξη εσωκομματικής δύναμης που σαφώς δυσκόλεψε (εάν όχι και απέκλεισε) την ανάδειξη άλλων υποψηφιοτήτων. Η συλλογή των υπογραφών ολοκληρώθηκε με το απίθανο φιάσκο της ΚΕΦΕ να απορρίψει την υποψηφιότητα του Άδωνι Γεωργιάδη ως εκπρόθεσμη για έξι λεπτά, για να αναιρέσει το επόμενο πρωί την απόφασή της, αφού πρώτα δέχτηκε την κατακραυγή των πάντων.

Δυστυχώς, καθ όλη τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, η απαξίωση της διαδικασίας συνεχίστηκε, με αποκλειστική ευθύνη των δύο εκ των τεσσάρων υποψηφίων. Οι κύριοι Μεϊμαράκης και Τζιτζικώστας, όχι μόνο συνέχισαν να εκμεταλλεύονται απροκάλυπτα τους θεσμικούς τους ρόλους προς όφελος των υποψηφιοτήτων τους, αλλά σαμπόταραν και οποιαδήποτε προσπάθεια ανοιχτού διαλόγου και δημόσιας συζήτησης σε πολιτική βάση, ώστε να μπορεί να κρίνει και να συγκρίνει επαρκώς ο καθένας που θα ψηφίσει. Αντίθετα, έστρεψαν την προσοχή του κόσμου σε παραπολιτικά κουτσομπολιά αντί για το αυτονόητο, που ήταν η ανάδειξη των συγκεκριμένων πολιτικών τους προτάσεων για την παράταξη και τη χώρα.

Ο εν ενεργεία πρόεδρος χρησιμοποίησε όλες τις υποδομές της Συγγρού ως προσωπικά του εργαλεία, από τους υπαλλήλους που τηλεφωνούσαν σε νεοδημοκράτες προτρέποντάς τους να τον ψηφίσουν, μέχρι το επίσημο site του κόμματος που προέβαλλε κάθε προεκλογική δράση του. Αρνήθηκε να δώσει οποιαδήποτε συνέντευξη ώστε να ξεκαθαρίσει τις θέσεις του και τα σχέδιά του για το μέλλον του κόμματος στους πολίτες, όπως και αρνήθηκε κατηγορηματικά να συμμετέχει σε debate με τους συνυποψηφίους του, κάτι που γίνεται σε όλες τις (άλλες) πολιτισμένες χώρες του κόσμου. Αντί να πει στον κόσμο τι σκοπεύει να κάνει στα καίρια ζητήματα που θα αντιμετωπίσει η χώρα στους επόμενους μήνες, όπως το ενδεχόμενο να στηρίξει η Νέα Δημοκρατία τον Αλέξη Τσίπρα αν χάσει τη δεδηλωμένη, ο κύριος Μεϊμαράκης αρκέστηκε να καταθέσει ως τη μοναδική πολιτική του πρόταση την επαναφορά του πυρσού ως λογότυπο του κόμματος.

Ο Περιφερειάρχης κεντρικής Μακεδονίας και αυτοαποκαλούμενος “εχθρός του συστήματος” (τρομάρα του), Απόστολος Τζιτζικώστας, επιστράτευσε όλο τον τοπικό μηχανισμό που ελέγχει και ακολούθησε μια προεκλογική στρατηγική βασισμένη σε επικοινωνιολόγους αντί για συγκεκριμένη πολιτική ουσία. Όσον αφορά το πρώτο, αρκεί κανείς να δει τις εικόνες από την κεντρική του ομιλία στο Παλαί ντε σπορ, όπου μπροστά μπροστά φιγουράρουν δεκάδες τοπικοί δήμαρχοι (οι οποίοι εξαρτώνται άμεσα από την Περιφέρεια), ο πρόεδρος του ΠΑΟΚ Ιβάν Σαββίδης και άλλοι τοπικοί παράγοντες. Επιπλέον, έχουν ταχθεί δημοσίως με το μέρος του πάρα πολλοί βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας αλλά και δύο των ΑΝΕΛ (Ζουράρις και Νικολόπουλος), ο Τάκης Μπαλτάκος, ο Μάκης Κουρής, ο Αχιλλέας Μπέος, μέχρι και ο Λάκης Λαζόπουλος! Αν δεν είναι αυτό σύστημα, τότε πραγματικά δεν ξέρω τι είναι.

Στο θέμα της επικοινωνιακής του στρατηγικής, για τις πρώτες εβδομάδες της προεκλογικής περιόδου, ο Περιφερειάρχης επέλεξε κι αυτός το δρόμο της σιωπής και της “δημιουργικής ασάφειας”, έδωσε ελάχιστες συνεντεύξεις, και αυτές ολιγόλεπτες και μαγνητοσκοπημένες. Αντίστοιχα, αρνήθηκε να συμμετάσχει σε debate, θέτοντας προσχηματικά ως προϋπόθεση τη συμμετοχή όλων, ενώ ήξερε πολύ καλά πως ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης δεν θα συμμετείχε. Και για το μεν κύριο Μεϊμαράκη, να δεχτώ ότι η άρνησή του για debate έχει βάση στην πολιτική του ανατροφή που είναι από παλαιότερη εποχή, τότε που δε γινόταν κανένας διάλογος. Ο Απόστολος Τζιτζικώστας όμως, που έχει σπουδάσει στην Αμερική και υποτίθεται κομίζει το νέο, δεν είχε καμία δικαιολογία να μην επιζητά το debate πέρα από το φόβο εξευτελισμού μέσω της σύγκρισής του με τους συνυποψηφίους του. Δυστυχώς γι αυτόν, ο εν λόγω εξευτελισμός ήρθε στις 9 Νοεμβρίου, όταν βρέθηκε ως καλεσμένος στην εκπομπή ενικός του Νίκου Χατζηνικολάου. Όποιος είδε την παρουσία του Περιφερειάρχη, ειδικά συγκρινόμενη με αυτές των κυρίων Γεωργιάδη και Μητσοτάκη, κατάλαβε πολύ καλά γιατί δεν ήθελε να γίνει debate.

Και μιας και μιλάμε για το σύστημα του Απόστολου Τζιτζικώστα, εδώ επιβάλλεται ξεχωριστή αναφορά για το μοιραίο πρόσωπο του εκλογικού φιάσκου, Ανδρέα Παπαμιμίκου. Ο Γραμματέας του κόμματος και ex officio πρόεδρος της ΚΕΦΕ, αντί να είναι ουδέτερος όπως ορίζει το καταστατικό, τάχθηκε υπέρ του Περιφερειάρχη, πράγμα που πυροδότησε τις σχέσεις του με τον Πρόεδρο του κόμματος. Αντί να ασχολείται λοιπόν ο κύριος Παπαμιμίκος με το να στηθεί σωστά και αξιόπιστα η εκλογική διαδικασία, επικεντρώθηκε στο ρόλο του ως προεκλογικός λειτουργός συγκεκριμένου υποψηφίου. Το γεγονός δε ότι δεν έλεγε ούτε καλημέρα με τον εν ενεργεία Πρόεδρο του κόμματος και επίσης υποψήφιο λόγω αυτής της εμπλοκής του, οδήγησε και στην πλήρη ασυνεννοησία που συνέβαλε στο φιάσκο της Κυριακής.

Είναι αναμφίβολα επιεικής ο χαρακτηρισμός “γελοία” για να περιγράψει αυτά που γίνονται στη Νέα Δημοκρατία. Ένα τεχνικό πρόβλημα αποτέλεσε την επιτομή της κατρακύλας και έβγαλε στην επιφάνεια συσσωρευμένες εντάσεις και εκνευρισμούς πολλών μηνών από τις απανωτές εκλογικές ήττες που αργά ή γρήγορα θα εκδηλώνονταν, απειλώντας το κόμμα ακόμα και με διάλυση. Είναι χαρακτηριστικό το πόσο εύκολα ο μέχρι πρότινος δήθεν εγγυητής της ενότητας Βαγγέλης Μεϊμαράκης μετατράπηκε σε σκληρό υβριστή των πάντων, ακόμα και του πρώην Πρωθυπουργού, Αντώνη Σαμαρά. Όσο παγερά αδιάφορο και αν είναι στην κοινωνία αν βρίζει χυδαία στο τηλέφωνο ο Μεϊμαράκης τον Μητσοτάκη ή αν παριστάνει πως δεν γνωρίζει ο Τζιτζικώστας τον Παπαμιμίκο, το πρόβλημα είναι πως αυτό το κόμμα είναι σήμερα αξιωματική αντιπολίτευση, σε καιρό εξαιρετικής πολιτικής αστάθειας. 

Όσο εμείς γελούσαμε στο twitter με το Βαγγέλα να τραγουδάει εν είδει Μητροπάνου για τα κομπιούτερ ή να ρίχνει χριστοπαναγίες στους σέρβερς, ο ΣΥΡΙΖΑ ολοκλήρωσε ίσως το μεγαλύτερο σκάνδαλο της Μεταπολίτευσης με την ανακεφαλαιοποίηση των Συστημικών Τραπεζών. Αντί λοιπόν η αξιωματική αντιπολίτευση να καταδεικνύει τις αποτυχίες και την αδυναμία του Αλέξη Τσίπρα να κυβερνήσει (και πιστέψτε με, στους επόμενους μήνες θα δούμε πάρα πολλά ακόμα), κατακρημνίζεται σε μια πτώση εσωστρέφειας, απαξίωσης και αυτογελοιοποίησης. Αυτό δεν ταιριάζει ούτε στην ιστορία της, αλλά κυρίως δεν ταιριάζει στο ύψος των περιστάσεων που καλείται να σταθεί. Ελπίζω τουλάχιστον όλα αυτά να γίνουν μάθημα στο κόμμα, και κυρίως στους πολίτες που θα επιλέξουν τον επόμενο πρόεδρο, οι οποίοι πλέον δεν μπορούν να έχουν καμία αμφιβολία για το ποιες είναι οι δύο σοβαρές υποψηφιότητες και ποιες οι δύο αδιέξοδες. Διαφορετικά, κλείστε το από τώρα το μπουρδέλο να τελειώνουμε μια ώρα αρχύτερα.

Υ.Γ. Για την ιστορία, σε όλους όσους τόσα χρόνια φωνάζουν για το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας, προτείνω να μελετήσουν τους όρους και τις λεπτομέρειες της πρόσφατης ανακεφαλαιοποίησης. That is exactly what ξεπούλημα looks like, που θα έλεγε και ο Γιάνης με ένα ν.

Facebook Comments