Ποιος είναι ο τρόπος με τον οποίο οι χώρες με ύφεση στην οικονομία τους επιδιώκουν την ανάκαμψή τους σήμερα; Κατά βάση ένας και μόνο, η πολιτική «χαλαρού χρήματος» ή η επεκτατική νομισματική πολιτική όπως την αποκαλούν οι οικονομολόγοι, με δεδομένο ότι η υπερχρέωση των κρατών καθιστά σχεδόν απαγορευτική την επεκτατική δημοσιονομική πολιτική.

Έτσι, οι οικονομίες των ΗΠΑ, της Ιαπωνίας και της Βρετανίας έχουν διαμορφώσει τα παρεμβατικά τους επιτόκια κοντά στο 0% και συναγωνίζονται η μία την άλλη σε σχέση με την υλοποίηση της πολιτικής άφθονης προσφοράς ρευστότητας στις αγορές. Η Ιαπωνία μάλιστα είναι εκείνη που μετά τον Νοέμβρη εισήλθε πιο επιθετικά στη διαδικασία αυτή, αναγγέλλοντας ότι θα το πράττει μέχρις ότου ο πληθωρισμός ανέλθει στο 2%.

Μόνο η Ε.Ε. αντιστέκεται (αν και το παρεμβατικό της ΕΚΤ επιτόκιο βρίσκεται στο 0,50%), καθώς η Γερμανία παραμένει πιστή στο δόγμα της δημοσιονομικής ορθοδοξίας, ενώ διατηρεί την παραδοσιακή φοβική στάση απέναντι στη χαλαρή νομισματική πολιτική (έκδοση νέου χρήματος, προγράμματα αγοράς ομολόγων), κρατώντας πάντα νωπές τις μνήμες από τον υπερπληθωρισμό του Μεσοπολέμου.

Με ποιο τρόπο η πολιτική χαλαρού χρήματος προσδοκάται να επηρεάσει την πραγματική οικονομία; Μέσω της διαδικασίας που είναι γνωστή ως «wealth effect» (το αποτέλεσμα του πλούτου). Η αφθονία χρήματος οδηγεί σε δραματική μείωση των αποδόσεων των πολυετών ομολόγων, ενθαρρύνοντας τη ζήτηση μετοχικών αξιών.

Έτσι επέρχεται η αύξηση των αξιών στις χρηματιστηριακές αγορές, απειλώντας συχνά με την εκδήλωση φαινομένου φούσκας (υπερτίμησής τους δηλαδή) σε αυτές. Οι κάτοχοι του πλούτου αυτών των κινητών αξιών ενθαρρύνονται να προβούν σε αυξημένη κατανάλωση, καθώς μπορούν να προβούν σε δανεισμό εκχωρώντας ως εξασφάλιση μέρος του πλούτου τους! Και η αυξημένη κατανάλωση μπορεί να πυροδοτήσει τον ενάρετο κύκλο της οικονομικής ανάπτυξης.

Μπορεί όμως σήμερα αυτή η διαδικασία να υλοποιηθεί στις Δυτικές οικονομίες; Η απάντηση είναι μάλλον αρνητική με τα σημερινά δεδομένα. Ο λόγος είναι ότι η διαδικασία ενθάρρυνσης της κατανάλωσης μέσω της πολιτικής χαλαρού χρήματος προϋποθέτει ικανοποιητική διασπορά του πλούτου στα κοινωνικοοικονομικά στρώματα και τραπεζικό σύστημα έτοιμο να προβεί σε ευρύ φάσμα πιστοδοτήσεων σε αυτά.

Όμως, σήμερα είναι σε όλους γνωστό ότι οι ανισότητες έχουν οξυνθεί, τα μεσαία στρώματα οδηγούνται στην πληβιοποίηση και ο πλούτος (το σύνολο κινητών αξιών δηλαδή) είναι συγκεντρωμένος σε μικρό αριθμό μεγαλο-ιδιωτών και επενδυτικών φορέων(επενδυτικές τράπεζες, hedge funds, private equity funds)που ελέγχονται από μικρό σχετικά αριθμό μεγαλομετόχων και λιγότερο από ασφαλιστικά ταμεία που συνιστούν φορείς λαϊκής αποταμίευσης. Αναπόφευκτα η συγκέντρωση πλούτου σε τέτοιους φορείς δημιουργεί προϋποθέσεις για δράσεις κερδοσκοπικού χαρακτήρα και περαιτέρω αποθησαυρισμού του  ελαχιστοποιώντας την πιθανότητα διάχυσής του σε δραστηριότητες της πραγματικής οικονομίας που εξασφαλίζουν την επανεκκίνησή της.

Επιπλέον, η συνταγή αυτή είναι κατάλληλη για οικονομίες με ισχυρή παραγωγική βάση και ικανοποιητική εξωστρέφεια, σημαντικό μέρος της οποίας βρίσκεται σε αργούσα κατάσταση. Έτσι, στο βαθμό που έχει συντελεστεί η τόνωση της κατανάλωσης μπορεί να αυξηθεί η εγχώρια παραγωγή και να τονωθούν οι εξαγωγές προκαλώντας τόνωση του εθνικού εισοδήματος. Δεν είναι επομένως τυχαίο ότι στην Ιαπωνία  στο 1ο τρίμηνο το ΑΕΠ  σημειώνει θεαματική αύξηση (+4,1%), ενώ ελπιδοφόρο είναι και το αντίστοιχο +2,4% των ΗΠΑ.  

Αν όμως η παραγωγική βάση της οικονομίας είναι ανεπαρκής και το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών υψηλό (περίπτωση Ελλάδος), ακόμη και να συντελεστεί η αύξηση της κατανάλωσης θα καταλήξει σε ζήτηση εισαγόμενων προϊόντων με μικρές επιπτώσεις στο ΑΕΠ και επανάκαμψη των υψηλών ελλειμμάτων στο ισοζύγιο.

Τί πρέπει λοιπόν να κάνει η ελληνική οικονομία για να ξεκινήσει μια σωστή επανεκκίνησή της, σε στέρεη και αυτοτροφοδοτούμενη βάση; Να ασχοληθεί σοβαρά και μεθοδικά με την παραγωγική ανασυγκρότηση της οικονομίας της επικεντρώνοντας σε συγκεκριμένους κλάδους που κρίνεται ότι πρέπει να προταχθούν σύμφωνα με διάφορες έγκυρες μελέτες που ήδη έχουν εκπονηθεί και με βάση ένα μακρόπνοο επιτελικό σχέδιο.

Κλάδους όπως τον τουρισμό και άλλες επιλεγμένες υπηρεσίες, επιλεγμένους κλάδους μεταποίησης και στοχευμένα προϊόντα του πρωτογενούς τομέα με εξωστρεφή προσανατολισμό, τον ενεργειακό κλάδο, ειδικές μορφές λιανεμπορίου, καινοτομικές δραστηριότητες αλλά και στοχευμένες δράσεις σε υποδομές. Άρα, να εκτελέσει ένα πολυετές επενδυτικό πρόγραμμα κινητοποιώντας τόσο τον ιδιωτικό όσο και το δημόσιο τομέα αλλά και άλλους φορείς συλλογικών δράσεων (π.χ. συνεταιρισμούς).

Η υλοποίηση ενός τέτοιου προγράμματος θα έχει ρεαλιστικές προϋποθέσεις εφαρμογής εφόσον κατ΄ ελάχιστον συμβούν συνδυαστικά τα παρακάτω, που έχουν καταλυτικό ρόλο για  την αναβάθμιση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μας :

1. Ανατροπή του σημερινού εχθρικού προς το επιχειρείν περιβάλλοντος με συστηματική και διαρκή προσπάθεια μείωσης των αναρίθμητων αντικινήτρων που υφίστανται, στόχος που συστηματικά θα επιδιώκεται από μια διαφορετική σε σχέση με τη σημερινή δημόσια διοίκηση. Η επανίδρυση (πραγματική όμως!) του κράτους είναι τελικά αναγκαία για την επανεκκίνηση της οικονομίας.
2. Τραπεζικό σύστημα που θα ταχθεί στη χρηματοδοτική στόχευση της πραγματικής οικονομίας σε αντίθεση με τις πιστοδοτήσεις που συνδέονται με την τρέχουσα κατανάλωση εισαγόμενων κυρίως προϊόντων και τις τοποθετήσεις σε κινητές αξίες με βραχυπρόθεσμο επενδυτικό ορίζοντα. Προγράμματα μικροπιστώσεων για πανσπερμία κλάδων συνιστούν επιλογές που οδηγούν σε σπατάλη πόρων και είναι αναποτελεσματικά σε σχέση με το στόχο της παραγωγικής ανασυγκρότησης της οικονομίας.
3. Εγκαθίδρυση περιβάλλοντος ενθάρρυνσης και ανταμοιβής της προσπάθειας των ατόμων αλλά και της συλλογικής προσπάθειας προς την κατεύθυνση της δημιουργίας πλούτου.

Τελικά, η επανεκκίνηση μιας οικονομίας όπως η ελληνική με τις παθογένειες που την διακρίνει, δεν μπορεί γίνει με συνταγές που αποσκοπούν στη βραχυχρόνια έκρηξη της κατανάλωσης με την εξαίρεση εκείνης που δικαιολογείται από τα υφιστάμενα κοινωνικοοικονομικά δεδομένα που μετά από την 5ετη ύφεση έχουν οδηγήσει πολλούς συμπολίτες μας σε δραματική επιδείνωση του διαθέσιμου εισοδήματός τους. Η επανεκκίνηση πρέπει να συνδεθεί στο μυαλό όλων με τη σοβαρή και πολύχρονη προσπάθεια παραγωγικής μας ανασυγκρότησης.

Ας συνομολογήσουμε ότι είναι μονόδρομος και ας την ξεκινήσουμε κάποτε. Και ας θυμηθούμε τέλος, ότι κάτι ανάλογο υποδείχτηκε και στο βασιλέα Πτολεμαίο από τον Ευκλείδη που επιθυμούσε να μάθει γεωμετρία με εύκολο τρόπο: δεν υπάρχει βασιλική οδός προς τη γνώση της γεωμετρίας, του απάντησε ο μεγάλος Έλληνας σοφός.

Facebook Comments