Από συστάσεως ελληνικού κράτους έως σήμερα, οι αγρότες παρουσιάζονται ως το «ιερό δισκοπότηρο» των πολιτικών κομμάτων.

Το φαινόμενο είναι εξηγήσιμο υπό το εξής πρίσμα:   οι αγρότες αποτελούν μία ογκώδη και σχετικά ομοιογενή δεξαμενή ψηφοφόρων, ο προσεταιρισμός των οποίων δημιουργεί κατά ιστορικό τεκμήριο πλειοψηφικούς συσχετισμούς για το εκάστοτε πολιτικό κόμμα. Έτσι, φαντάζει αυτονόητη η ανάγκη των κομμάτων να δημιουργούν ικανοποιητικό «αφήγημα» –δηλαδή θεωρητικά σοβαρές και αξιόπιστες πολιτικές  προτάσεις- ώστε να εξασφαλίζουν την υποστήριξη αυτής της κρίσιμης κοινωνικής μάζας. Δυστυχώς για την χώρα μας, τα πράγματα δεν κύλησαν ακριβώς έτσι.  Από την  εποχή της «διανομής των εθνικών γαιών» και της καθιέρωσης δικαιωμάτων ιδιοκτησίας έως την ευρωπαϊκή «Κοινή Αγροτική Πολιτική» (ΚΑΠ), τα πολιτικά κόμματα εστέφθησαν πρωταθλητές του λαϊκισμού και πλειοδοσίας προνομίων. Με αποκορύφωμα την μεταπολίτευση, δημιουργήθηκε ένα «απαιτητικό κτήνος» που καταναλώνει υποσχέσεις,  ψηφίζει συντεταγμένα και  αλίμονο αν δεν βρει φαγητό στην ταΐστρα. Ωστόσο, οι αυτές οι συμπεριφορές πρέπει να ερμηνευτούν στο πλαίσιο της γενικότερης μεταπολιτευτικής κακοδιαχείρισης και ανομίας του κράτους. Άλλωστε είναι σήμερα γνωστό, ότι οι περισσότεροι από αυτούς υπήρξαν εκτός από αγρότες και τοπικοί κομματάρχες. Δεν πρέπει όμως να παραγνωρίζουμε τις ευθύνες τόσο των κομμάτων εξουσίας όσο και της ΕΕ σχετικά με την αδράνεια του αγροτικού τομέα στην Ελλάδα (και την Ευρώπη).

Κι έτσι έφτασε η σειρά του κ. Τσίπρα να τάξει ως αντιπολίτευση και εκείνος καλούδια και λιχουδιές για το κτήνος, προτρέποντας το να διεκδικήσει μαχητικά «έναν άλλο κόσμο [που ήταν] εφικτός».

Όσο τα ΜΜΕ κατηγορούσαν τον αγρότη ως κηφήνα, η αριστερά τον ράντιζε με το δηλητήριο της μισαλλοδοξίας. Στην πορεία για την εξουσία η ριζοσπαστική αριστερά αναμόχλευσε παλαιά πάθη που σιγόβραζαν στην μαρμίτα της μεταπολίτευσης καλυμμένα από την γαργαλιστική οσμή της επίπλαστης ευημερίας μας, άλλωστε η ηθικοποίηση της βίας –και πιο συγκεκριμένα της εξέγερσης- ως πολιτικής πράξης και ο εξωραϊσμός της ποινικής διάστασης αυτής υπήρξε πάγια τακτική της «Πρώτη Φορά Αριστερά» μέχρι και πριν το  Plebiscitum (διάβαζε: «ψευδοψήφισμα») του Ιουλίου.  Ένα από αυτά τα πάθη είναι η αντανακλαστική αντιπάθεια που νοιώθει ο κόσμος της επαρχίας για την Αθήνα:  «γιατί να ρυθμίζει την πολιτική ζωή της χώρας το κολωνάκι και η επαρχία να ρημάζει;», διερώτονταν οι τοπικοί κομματάρχες του ΣΥΡΙΖΑ απαιτώντας «κρεμάλες για τους προδότες της αγροτιάς». Όταν μάλιστα ο αγροτικός κόσμος είδε τον νεαρό αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης να καταδέχεται να ανέβει σε τρακτέρ και να υπόσχεται λαγούς με πετραχήλια ξεδιάντροπα, η λογική παρέλυσε και ο συναισθηματισμός επικράτησε πλήρως. Η αριστερά εργαλειοποίησε άψογα την οργή των αγροτών και την όρεξη ορισμένων από εκείνους  για προνόμια. Καλώντας τους αγρότες να στρατευτούν στον αγώνα «κατά του μνημονίου και των δωσίλογων» ήξερε ότι ο μινώταυρος της βίας θα βγει από τον λαβύρινθο. Και τον ξεμάντρωσε επενδύοντας  στην εξαπάτηση και στον φόβο. Στην εξαπάτηση των αγροτών και στην τρομοκρατία των αντιφρονούντων πολιτών.

«Ο φόβος φυλάει τα έρμα» και αριστερά γνωρίζει άριστα πως να τον αξιοποιεί.

Το καλό με την «απάτη» -ειδικά όταν είναι εξόφθαλμη- είναι ότι το ψέμα έχει κοντά ποδάρια. Το πρόβλημα είναι όμως από την άλλη, είναι ότι πάντοτε ενέχει στον πυρήνα της τον «φόβο». Όπως σε κάθε μάχη στην ιστορία της, η Αριστερά επεδίωξε τον φόβο. Επέβαλε τον φόβο καθολικά. Πώρωσε συνειδήσεις με τον φόβο. Ύμνησε τον φόβο με τρόπο απαράμιλλα διχαστικό. Ανήγαγε τον φόβο σε σημαία, τον αγκάλιασε και τον έσπειρε στις ψυχές των ανθρώπων. Οι  τοκογλύφοι  και οι εγχώριοι γερμανοτσολιάδες, τα νεοφιλελεύθερα κοράκια των αγορών και οι υποτακτικοί τους πρέπει να φοβούνται όχι το «αγροτικό κίνημα», ήταν η πολιτική απάτη που εμπορεύτηκε στην ξέφρενη τροχοδρόμηση της προς την κατάληψη της εξουσίας. Το «ευαγγέλιο της Αριστεράς» ήταν μια πραγματική «Αποκάλυψη»:  η Ελλάδα παρουσιαζόταν σαν τριτοκοσμική χώρα σε «ανθρωπιστική κρίση» όπου αίφνης θα γλίτωνε από την κόλαση του μνημονίου και τους δαίμονες της Δεξιάς όταν ο αριστερός μεσσίας –το «γελαστό παιδί»- εκδιώξει τον Εωσφόρο των «Σαμαροβενιζέλων».  Κι όταν ο στόχος της εξουσίας επετεύχθη, πόνταρε πάλι στο χαρτί του φόβου: διαπραγματεύονταν «όρθιοι» ενώ όσοι φοβούνταν «στα τέσσερα». Φόβος εντός Κοινοβουλίου από μία «ατρόμητη» ΠτΔ που λειτουργούσε αυταρχικά. Φόβος για πιθανή χρεωκοπία. Τρόμος για το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος. Φόβος για το οικονομικό, το πολιτισμικό ακόμη και το φυσικό μας μέλλον. Αλλά η τύχη είναι πόρνη και παίζει περίεργα παιχνίδια, έτσι η δολοπλοκία αποκαλύφθηκε όταν υπεγράφη το «αριστερό μνημόνιο».

Και τώρα, έντρομη μπροστά στον μινώταυρο, η αριστερά επιχειρεί μια υψηλότερη ρελάνς «φόβου» για να τρομοκρατηθούμε: τον φόβο των «ακροδεξιών αγροτών» .  

Παράλληλα αναδιπλώνεται και καλεί το «αγροτικό κίνημα» στις διαδηλώσεις: δεν πάσχει από διπολική διαταραχή αλλά από συνειδητή διγλωσσία. Ξέρει πολύ καλά τι κάνει. Κλείνει το μάτι στους διαδηλωτές διότι αύριο μεθαύριο μπορεί να είναι πάλι μαζί στους δρόμους για να ρίξουν τον «νεοφιλελεύθερο» Κυριάκο.  Κι έτσι, προσδιορίζει –με την σύμπραξη μερικών αφελών π(λ)οκαμίσιων- όλον αυτό τον κόσμο ως «χρυσαυγίτες». Η φιλοδοξία της είναι να καβαλήσει το κύμα της οργής αργότερα και να τους προσεταιριστεί εκ νέου, αφού θα εμπορευτεί ένα αφήγημα «εναλλακτικό» όπου δήθεν τους κάλεσε στον δρόμο. «Διπολικοί» και «διαταραγμένοι», λοιπόν, είναι όσοι καταπίνουν αυτή την κακοφορμισμένη μπλόφα περί ακροδεξιών στοιχείων και αρνούνται αταβιστικά να κατανοήσουν ότι η ήττα της αριστεράς δεν θα έρθει με αφορισμούς στα κοινωνικά δίκτυα και τις καφετέριες. Τώρα, είναι η ώρα να απολαύσουμε ηδονικά την αριστερά να αναμετράται με το τέρας που έφερε στο φως. Αλλιώς να είστε σίγουροι ότι όταν χρειαστεί θα το ξαναμαζέψει στους κόλπους της. Τώρα όμως, φοβούνται αυτοί. Και πρέπει να φοβούνται αυτοί. Θέλουμε να φοβούνται οι επαρχιώτες κομματάρχες του ΣΥΡΙΖΑ. Να μην τολμούν να αντικρίσουν τους συγχωριανούς τους στα καφενεία. Μόνο έτσι, ο φόβος όλων μας θα τελειώσει. Όταν απομυθοποιηθούν από τα ίδια τους τα σπλάχνα.

Λέμε όχι στο κάλπικο φόβητρο  των αγροτών:  η κυβέρνηση είναι ο πραγματικός φόβος όλων μας. Από την κυβέρνηση απειλούμαστε, όχι από τους αγρότες.

Facebook Comments