Στο κύριο οικονομικό της σχόλιο με τίτλο «Η μεγάλη σιωπή» η Süddeutsche Zeitung του Μονάχου επισημαίνει ότι η Ένωση Γερμανών Βιομηχάνων, λαλίστατη συνήθως όταν πρόκειται για την προώθηση των συμφερόντων της, σιωπά τώρα μπροστά στη βαθμιαία κατεδάφιση της δημοκρατίας στην Τουρκία από τον πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν, σαν να επρόκειτο για ένα πολιτικό ζήτημα που δεν άπτεται και της οικονομίας.

«Το αντιπραξικόπημα του Ερντογάν», γράφει ο σχολιαστής, «έχει οδηγήσει ήδη σε διαρροή κεφαλαίων, σε πτώση της τιμής της τουρκικής λίρας και όπως όλα δείχνουν σε βαθμιαία συρρίκνωση των επενδύσεων. Έτσι όμως ο Ερντογάν δεν βλάπτει μόνο τον λαό του, αλλά καταστρέφει και τις προοπτικές των ξένων επιχειρήσεων στην Τουρκία. Γερμανικές εταιρείες έχουν επενδύσει εκεί 9 δις ευρώ, το μέλλον των οποίων είναι τώρα άδηλο.»

Ο Γερμανός δημοσιογράφος τονίζει ότι πίσω από τη σιωπή της οικονομίας δεν βρίσκεται μόνο ο φόβος μήπως ενδεχόμενες κυρώσεις κατά της Άγκυρας περιορίσουν τον τζίρο, αλλά και η ίδια η γερμανική κυβέρνηση, που παραμένει αναποφάσιστη για το πως θα χειριστεί τη χειραγώγηση της δημοκρατίας στην Τουρκία.

«Δεν είναι δυνατόν οι επιχειρηματίες να περιορίζονται στη θεραπεία του κέρδους και να αφήνουν την ηθική στους πολιτικούς. Η οικονομία οφείλει να αντιληφθεί ότι έχει και η ίδια όφελος από μια δημοκρατική τάξη πραγμάτων στην Τουρκία. Μόνο μια μοντέρνα Τουρκία, όπως αυτή που αναδυόταν σιγά-σιγά τις τελευταίες δεκαετίες, είναι ενδιαφέρουσα για ξένους επενδυτές. Μόνο μια μοντέρνα Τουρκία θα μπορούσε να ανταποκριθεί στην εσωτερική αγορά της ΕΕ. Μόνο μια μοντέρνα Τουρκία μπορεί να διασφαλίσει κέρδη στις γερμανικές επιχειρήσεις.»

Η Γερμανία χρειάζεται τώρα φωνές που ενώνουν

Οι επιθέσεις των τελευταίων ημερών και η δημόσια συζήτηση για τα μέτρα που πρέπει να λάβει το γερμανικό κράτος μονοπωλεί και σήμερα το ενδιαφέρον των σχολιαστών. Η εφημερίδα Tagesspiegel του Βερολίνου επισημαίνει: «Η έκκληση του υπουργού Εσωτερικών Τόμας ντε Μεζιέρ προς τον πληθυσμό για εγρήγορση και σύνεση αυτή την περίοδο είναι ορθή. Με άλλα λόγια σημαίνει ότι θα πρέπει να διαχωρίσουμε τις επιθέσεις των τελευταίων ημερών. Η επίθ

εση αμόκ στο εμπορικό κέντρο του Μονάχου είναι εντελώς διαφορετική από την επίθεση με τσεκούρι σε τραίνο κοντά στο Βίρτσμπουργκ. Η επίθεση με μανσέτα στο Ρόιτλινγκεν δεν έχει τίποτα κοινό με την βομβιστική επίθεση στο Άνσμπαχ. Όποιος συγχέει στοιχεία που δεν ταιριάζουν μεταξύ τους, απλά συμβάλλει σε ένα κλίμα άγχους και φόβου. Αυτό που χρειάζεται σήμερα η χώρα είναι φωνές που ενώνουν και δεν διχάζουν την γερμανική κοινωνία».

Η Frankfurter Rundschau σχολιάζει τον τρόπο με τον οποίο αστυνομία και γερμανικά μέσα ενημέρωσης διαχειρίζονται τα γεγονότα των τελευταίων ημερών. Δίνει μάλιστα ιδιαίτερο βάρος στην επίθεση αμόκ σε εμπορικό κέντρο του Μονάχου: «Για ένα ολόκληρο βράδυ η πόλη παρέλυσε.

Ένα τέλειο σενάριο καταστροφής, ιδανικό για να σπείρει τον πανικό, ακόμα κι αν ο εκπρόσωπος της βαυαρικής αστυνομίας έκανε ότι περνούσε από το χέρι του για να καθησυχάσει και να ενημερώσει. Από την πλευρά της η τηλεόραση ξεκίνησε τις ζωντανές συνδέσεις παρά το γεγονός ότι για ώρες δεν υπήρχαν νεότερα από τον τόπο της τραγωδίας. Την ίδια στιγμή τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης φρόντισαν έτσι ώστε να κυκλοφορήσουν γρήγορα φήμες. Είναι γεγονός ότι κάθε πράξη βίας είναι δραματική, όμως μόνο λίγες δικαιολογούν μια κατάσταση εκτάκτου ανάγκης. Σε περίπτωση που η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης γίνει ο κανόνας τότε οι τρομοκράτες έχουν πετύχει το στόχο τους, που είναι ο περιορισμός των ελευθεριών και η μακροπρόθεσμη καλλιέργεια κλίματος αβεβαιότητας.

Facebook Comments