Έχει φτάσει η ώρα των μεγάλων αποφάσεων για την Ευρώπη. Ο Εμμανουέλ Μακρόν πρέπει πρώτα να αποδείξει, εντός του καλοκαιριού και αφού κερδίσει τις βουλευτικές εκλογές, ότι μπορεί να σταθεροποιήσει τη Γαλλία με κομβικές μεταρρυθμίσεις: έξυπνη ελαστικοποίηση της αγοράς εργασίας, μείωση του αριθμού των Δ.Υ. κατά 120.000 όπως έχει υποσχεθεί, μείωση  του κόστους του κράτους και άνοιγμα στην καινοτόμα επιχειρηματικότητα.

Εν συνεχεία, και μόνο εφόσον έχει επιτύχει αρκετά για να αφοπλίσει τις Γερμανικές αντιδράσεις, θα έχει να ανοίξει τη συζητηση για την ουσιαστική μεταρρύθμιση της Ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η πολιτική εποπτεία με κοινό Υπουργό Οικονομικών, η έκδοση ενιαίων ομολόγων δανεισμού, είναι απαραίτητες συνθήκες ώστε να υπάρξουν πολιτικά ελεγχόμενες μεταβιβαστικές πληρωμές σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, άμεσες ή έμμεσες (μέσω έκδοσης ευρωομολόγων), που θα μειώνουν τις φυσικές αποκλίσεις παραγωγικότητας ανάμεσα στις διάφορες οικονομίες. Εφόσον οι αποκλίσεις δεν είναι τεράστιες και βαθιά δομικές που θα πρέπει να θεραπευτούν με δομικές μεταρρυθμίσεις των χωρών.

Η Γερμανική πάγια επιφύλαξη εξηγείται από το γεγονός ότι αυτοί, οι πιο παραγωγικοί, θα πρέπει να πληρώσουν, με αποτέλεσμα να μειωθεί κάπως η δική τους ανταγωνιστικότητα. Γίνεται όμως εμμονή εφόσον η μείωση αυτή αντισταθμίζεται από τα οφέλη μιας ενιαίας αγοράς χωρίς κραδασμούς που προσφέρει ασφάλεια και ευκαιρίες σε κάθε γωνιά της. Από την άλλη, όλοι γνωρίζουν ότι δίχως μεταβιβαστικές πληρωμές και κοινά επιτόκια δανεισμού, με ενιαίες αγορές εργασίας, κεφαλαίου και εμπορευμάτων, οδηγούμαστε σε υπερσυγκέντρωση σε ορισμένα σημεία της ηπείρου από τη μια και σε ερήμωση σε άλλα από την άλλη, έστω και με μικρές αποκλίσεις εφόσον αυτές είναι σχετικά μόνιμες και διαρκείς. Δεν είναι βιώσιμο στην Ευρώπη. Η διαφορά των επιτοκίων επιτείνει τις διαφορές παραγωγικότητας στις επιχειρήσεις και απαιτεί υψηλότερες μεταβιβαστικές πληρωμές.  Είτε το ένα είτε το άλλο, ο παραγωγικότερος πληρώνει. Στο δεύτερο η Ευρώπη και αυτός που πληρώνει, μπορεί να θέτει ευκολότερα όρους καλύτερης διαχείρισης σε project base.

Δεν θα είναι εύκολη συζήτηση. Πρέπει να σπάσουν αυγά. Πολλά αυγά.

Όπως ορθά αναφέρει ο Wolfgang Münchau στους Financial Times,”The bigger uncertainty is whether (Pr Macron) he will be able to persuade Germany to reform the eurozone. Berlin is relieved that it will not have to deal with Marine Le Pen. But not many German politicians have read Mr Macron’s manifesto, and if they did, they did not take the eurozone part seriously. The ruling Christian Democrats oppose every single part of his eurozone agenda. Martin Schulz of the Social Democrats may be more flexible, but he is also no fan of eurobonds.

Whoever wins the German elections, they will soon discover that Mr Macron is demanding changes that Germany’s establishment has explicitly ruled out. It is quite possible that Mr Macron finds it relatively easy to reform the French economy, but gets stuck in his negotiations with Berlin.”

Τα αυγά αυτά δεν έσπασαν, ας το θυμηθούμε αυτό, όταν έπρεπε και μπορούσε. Όταν έγιναν οι διαπραγματεύσεις για τη συνθήκη του Μάαστριχτ, που υπεγράφη το 1992, με την οποία θεσπίστηκε το ευρώ, η Γερμανία, που είχε ανάγκη τη Γαλλική υποστήριξη για τη Γερμανική ενοποίηση, υπό τον  καγκελάριο Κολ, ήταν διατεθειμένη να κάνει αρκετές παραχωρήσεις και να προχωρήσει ταχύτερα προς μια ομοσπονδιακή Ευρώπη. Ο Γάλλος Πρόεδρος Φρανσουά Μιτεράν και οι τότε Γαλλικές ελίτ φοβήθηκαν την εκχώρηση μεγαλύτερης εξουσίας στην Ένωση, και την εκχώρηση κυριαρχίας, έστω σε οικονομικά και ιδιαίτερα σε πολιτικά θέματα, στα οποία παραδοσιακά τον πρώτο λόγο είχε το Παρίσι. Δεν είδαν μακριά.  Η κρίση που αναγκάστηκε να αντιμετωπίσει η ευρωζώνη 20 χρόνια μετά, είναι αποτέλεσμα εκείνης της έλλειψης θέλησης, επαρκούς διορατικότητας ή φόβου, καθώς οι μικρές (ή μεγαλύτερες) αποκλίσεις έβαιναν συσσωρευόμενες χωρίς επαρκείς αντισταθμιστικούς μηχανισμούς μεταβιβαστικών πληρωμών και ανυπαρξία μηχανισμών πολιτικού ελέγχου.

Σήμερα θα είναι δύσκολο μια τέτοια συμφωνία να προχωρήσει δίχως βαθύτερη ομοσπονδιοποίηση σε άλλα ζωτικά θέματα, τα οποία η Γερμανία επίσης, όπως και όλη η Ευρώπη, και ιδαίτερα η Ανατολική και η Ελλάδα, έχουν στρατηγικά ανάγκη. Την Εξωτερική Πολιτική και Άμυνα, κατά κύριο λόγο. Και ίσως είναι έτσι καλύτερα για όλους. Η Ευρώπη δεν μπορεί να πατά σε ένα ομόσπονδο πόδι, στην οικονομία, και τα άλλα να κινούνται αυτόνομα. Θα πέσει.

Οι πλανήτες, κατά πως φαίνεται, ευθυγραμμίζονται για πρώτη φορά μετά από χρόνια ανάδρομοι, πάνω από τη Γηραιά Ήπειρο. Στο εσωτερικό, η φιλοευρωπαϊκή αφύπνιση στα μεγάλα ιδρυτικά κράτη (Γαλλία, Ισπανία, Γερμανία, Ολλανδία  και ενδεχόμενα Ιταλία), η αυτοεξουδετέρωση της Αγγλικής υπονομευτικής στρατηγικής, η σταδιακή οικονομική ανάκαμψη. Ενώ στο εξωτερικό η Ευρώπη έχει να αντιμετωπίσει σοβαρούς διεθνείς κινδύνους και δυο σημαντικούς παραδοσιακούς αντιπάλους που προβάλλουν με σαφείς επιθετικές και επεκτατικές διαθέσεις  στην ίδια την Ήπειρο και στα σύνορά της, τη Ρωσία του Πούτιν και, από ό,τι φαίνεται πλέον όλο και περισσότερο, την Τουρκία του Ερντογάν. Ταυτόχρονα, η αταλάντευτη εβδομηντάχρονη Αμερικανική συμμαχική δέσμευση εξασθενεί από έναν ασταθή κι απρόβλεπτο Πρόεδρο, με θολή στρατηγική και ύποπτες αποσταθεροποιητικές πεποιθήσεις.

Η επόμενη Ευρωπαϊκή ζαριά, αμέσως μετά το τέλος του φετινού εκλογικού κύκλου,  θα είναι αναπόφευκτα η μεγάλη ζαριά του μεγαλύτερου κοινού ειρηνικού σχεδίου που γνώρισε η ήπειρός μας τους τελευταίους 20 αιώνες.

Θα είναι, κυριολεκτικά, όλα ή τίποτα. 

Facebook Comments