Εκτοξεύεται νυχθημερόν ως μομφή η λέξη «λαϊκισμός» κι ενδεχομένως δικαίως. Μάλιστα, ίσως οι μορφές του ν’ αυξάνουν με τα χρόνια.

Από τη μία πλευρά, έχουμε πάντα έναν λαϊκίστικο λόγο που απευθύνεται σε παραδοσιακά χαμηλά στρώματα, υποσχόμενος μέριμνα και πρόνοια μέσα από ένα ισχυρό κράτος που θα φροντίσει και θα προστατεύσει τους αδύναμους και αδικημένους ενδεχομένως. Έναν λαϊκισμό δηλαδή που παραγνωρίζει και προσπερνά συχνά την πολιτεία ως μια θεσμική δομή διοίκησης και πονηρά υπόσχεται πως μια δεδομένη και αναμφισβήτητη πολιτική ελίτ που θ’ αναλάβει την εξουσία, θ’ αγκαλιάσει λόγω καλοσύνης κι ευαισθησίας τους αδύναμους της κοινωνίας – οι οποίοι είναι εξίσου δεδομένοι – θα τους φροντίσει και θα τους χαρτζιλικώσει λιγότερο ή περισσότερο. Μια αυτόματη λύση στα προβλήματά τους λοιπόν, αρκεί να αφεθεί το κράτος στη συγκεκριμένη πολιτική ομάδα κι αυτή με τη σειρά της όλα θα τα τακτοποιήσει εν είδει στοργικού γονιού.

Από την άλλη πλευρά, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται κι ένας αντίστροφος λαϊκισμός. Εκείνος που απευθύνεται σε μεσαία κυρίως στρώματα, σε ανθρώπους της αγοράς, σε επιστήμονες – ελεύθερους επαγγελματίες κ.ο.κ. Είναι μια ρητορική που λέει πως πρέπει πια να πάψει να πληρώνει ο φορολογούμενος την κάθε δημοσιοϋπαλληλική συντεχνία, που αποθεώνει τον ιδιώτη της οικονομίας και την επιχειρηματικότητα ως κάτι καθαγιασμένο που είναι τέτοιο γιατί παράγει πλούτο, χωρίς περαιτέρω εξήγηση, που υπόσχεται τελικά μια αυτόματη ρύθμιση κι ευημερία αν απλώς αφεθούμε στους κανόνες μιας καθαρά ελεύθερης οικονομίας.

Είναι προφανή δυο πράγματα νομίζω. Αρχικά και οι δυο προσεγγίσεις έλκουν ισχύ και αναπτύσσουν τόσο έντονη πολεμική μέσα στην κοινωνία, διότι αναμφισβήτητα εντοπίζουν στοιχεία πραγματικότητας. Πράγματι υπάρχουν αδύναμοι στην κοινωνία που πρέπει να προστατευθούν κι ενδεχομένως αυτό μπορεί να το κάνει μόνο ένα κράτος με ισχυρή και ευφυή δομή κοινωνικής προστασίας. Από την άλλη πλευρά, είναι βέβαιο πως η οικονομία της χώρας είναι γεμάτη στρεβλώσεις που προκύπτουν ως αποτέλεσμα διευθέτησης μικροσυμφερόντων που επί χρόνια έχουν χτιστεί, είναι ανοιχτοφοβική και παρωχημένη στην καθημερινή της λειτουργία. Δεύτερο προφανές στοιχείο είναι πως κάθε λαϊκισμός, γίνεται τέτοιος όταν ανακαλύπτει και διαμορφώνει εχθρό. Είναι απαραίτητο συστατικό για να σταθεί και να αυξήσει την επιρροή του, να δώσει σχήμα και μορφή στον αντίπαλο. Κοινωνικό, ταξικό, εργασιακό ή οποιονδήποτε άλλον. Κι έτσι να λάβει ταυτότητα. Αρνητικά. Ο λαϊκισμός με άλλα λόγια, σε όποια μορφή, έχει αναφορά στο λαϊκό στοιχείο αλλά ως στρέβλωση. Ως υπερβολή αν μη τι άλλο.

Είναι όμως ο λαϊκισμός η αιτία του κακού ή μόνο η συνέπεια βαθύτερων αιτιών;

Το «λαϊκό», προϋποθετει λαό. Δηλαδή μια συμπαγή σχετικά οντότητα, με ταυτοτικά στοιχεία που να ενώνουν τα μέλη της, με συνείδηση αυτής της ενότητας. Ένας τέτοιος λαός διαθέτει ισχυρά συνεκτικά σημεία αναφοράς και δεν επιτρέπει θολές ρητορικές μικροσυμφερόντων να παρεισφρήσουν. Μια τέτοια κοινωνία πολιτών, δηλαδή πολιτική κοινωνία με αίσθηση κοινότητας, με συνείδηση κοινού ιστορικού χρόνου, παρελθόντος, παρόντος και μέλλοντος, δε γοητεύεται από ρητορικές που χαϊδεύουν τ’ αυτιά μιας υποομάδας έναντι κάποιας άλλης και καθηλώνουν σε αέναο παρελθόν. Ένας τέτοιος λαός, έχει συνείδηση του μεγάλου και του κοινού και δεν αναζητά διευθέτηση σε προσωπικό ή προσωρινό επίπεδο.

Αντιθέτως το «λαϊκίστικο», προϋποθέτει κομμάτια λαού. Δηλαδή μια κοινωνία τεμαχισμένη σε μερικότητες, με εσωτερικές διασπάσεις και διαιρεμένη σε μικροσυμφέροντα. Μια κοινωνία αδύναμη, αποτελούμενη από σπαράγματα λαού. Ραγισμένη και με τις εντός της αντιπαλότητες να αυξάνουν ολοένα και να την ορίζουν. Αυτός ο λαός – ασχημάτιστο παζλ, είναι ευεπίφορος σε λαϊκίστικες αδολεσχίες που κολακεύουν και πατρονάρουν τη μια ή την άλλη μικροομάδα. Ενίοτε τη μία μέρα καλοπιάνουν τη μία όμαδα και τη δεύτερη την υποτιθέμενη αντίπαλό της. Ο λαϊκισμός χρησιμοποιεί πάντα ένα λόγο που δε διέπεται από αυτοσυνέπεια και αυτοδέσμευση, άρα όλα μπορεί να τα ξεστομίσει, χωρίς να κοκκινίζει.

Με άλλα λόγια, ίσως το πρόβλημα είναι ακριβώς, πως μια κοινωνία δεν έχει αίσθηση ενότητας και κοινής μοίρας που η ίδια ορίζει. Ίσως το ζητούμενο είναι ένας λαός με ρίζα, άρα και με καρπούς και κυρίως με συνείδηση αυτής της ιστορικής συνέχειας που ενώνει. Μια κοινωνία πολιτών, μια πολιτική κοινωνία ας μου επιτραπεί να επαναλάβω εμφατικά,  με σαφήνεια αφετηρίας, δρόμου και προορισμού. Κι εκεί μέσα δε χωρούν και δεν κερδίζουν οι θολές και μεγαλόστομες, κενές περιεχομένου φλυαρίες της κάθε μετριότητας που πολιτεύεται αποκλειστικά για ίδιον όφελος.

Ίσως είναι κρίσιμο, ν’ αντικρίσουμε με σθένος το βαθύτερο αίτιο της απώλειας του συμπαγούς και ριζικού λαϊκού στοιχείου που θα είχε απαίτηση για ουσιαστικό και υπεύθυνο, λαϊκό, πολιτικό λόγο. Να δούμε με θάρρος πως τούτη η απώλεια, δίνει χώρο σε μια κοινωνία στην οποία επικρατούν τα ρήγματα και οι διαιρέσεις. Κι εκεί βασιλεύει και ξεφαντώνει κάθε λαϊκισμός που απλά ξέρει να θωπεύει και να κλείνει το μάτι με πονηριά και ευτέλεια, οδηγώντας αναπόδραστα σε τέλμα.

Ο άλλος δρόμος είναι ο δύσκολος. Μα δημιουργικός και όχι είναι αδιέξοδος. 

Facebook Comments