Είχαμε συνηθίσει τον ρόλο του …. επαναστάτη δικολάβου να τον παίζει ο Αναπληρωτής Υπουργός Υγείας, κ. Πολάκης. Μέσα, λοιπόν, από τον γραφικό χαρακτήρα που –τεχνηέντως- λανσάρει, βγήκε αρχικά να ασκήσει νομική κριτική με ….. ποιητική διάθεση στην απόφαση της ολομελείας του ΣτΕ περί πενταετούς παραγραφής των φορολογικών παραβάσεων και αντισυνταγματικότητας των συνεχών παρατάσεών της.

Πίσω από αυτήν είδε κατάφωρη παραβίαση του Συντάγματος (ναι, αυτού που στο άρθρο 78 θεσπίζει ως κανόνα συνταγματικής περιωπής την επιβολή φόρου μόνο με τυπικό Νόμο, καθώς και την μη επιβολή τέτοιου με Νόμο αναδρομικής ισχύος!), μέσα από αυτήν φαντασιώθηκε λίστες (εκείνες, από τις οποίες η Κυβέρνηση δεν έχει εισπράξει –παρά τις δεσμεύσεις της περί του αντιθέτου- παρά ελάχιστα…) και –τελικά- σε αυτήν ενέπλεξε καναλάρχες και «νταβατζήδες».

Εν συνεχεία, έστρεψε τα οργίλα βέλη του στο έτερο ακυρωτικό, τον Άρειο Πάγο, όταν τόλμησε να νομολογήσει –άνευ σχετικής του συναίνεσης- ότι η μη καταβολή των δεδουλευμένων από επιχείρηση προς εργαζόμενό της δε συνιστά βλαπτική μεταβολή των εργασιακών όρων, με ό, τι δυσμενές για τον εργοδότη αυτό θα συνεπάγετο. Χαρακτήρισε την απόφαση «βαθειά ταξική» και «πολιτική», ενώ σε αυτήν εντόπισε ιδιοτελή κίνητρα, εξόφθαλμη στήριξη των εργοδοτών και νομιμοποίηση της εργασιακής ανασφάλειας (λες και αν ο ΑΠ χαρακτήριζε την μη καταβολή των δεδουλευμένων ως «μονομερή βλαπτική μεταβολή», οι επιχειρήσεις θα ανακτούσαν με μαγικό τρόπο την απολεσθείσα ρευστότητά τους και η εργασιακή αρρυθμία θα ομαλοποιείτο…) και της μισθολογικής ζούγκλας των Μνημονίων (ναι, αυτών που ο ίδιος ψήφισε … με τα δύο χέρια!).

Τη σκυτάλη έλαβε ο –πανθομολογουμένως σοβαρός και μετριοπαθής- Υπουργός Δικαιοσύνης, κ. Κοντονής, ο οποίος, ώρες μόλις μετά την απόρριψη της αίτησης αποφυλάκισης της Ηριάννας, της νεαρής που έχει προφυλακισθεί για πιθανή εμπλοκή της με τους Πυρήνες της Φωτιάς, κατά πλειοψηφία από το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών, δεν εφείσθη χαρακτηρισμών για αυτήν, κάνοντας λόγο –από το βήμα της Ολομελείας της Βουλής (ήτοι υπό την θεσμική του ιδιότητα!) μάλιστα- για «δυσάρεστη έκπληξη» και για δικαστές που έχουν το δικαίωμα στο λάθος (!!), ενώ προέτρεψε –εν είδει συνηγόρου υπερασπίσεως- την καταδικασθείσα να υποβάλει νέα αίτηση, προκειμένου να κριθεί από άλλη («καλύτερη»…) σύνθεση. Ενθουσιασμένοι έσπευσαν άμεσα να υπερθεματίσουν ο συνήθης ύποπτος, κ. Πολάκης και ο κ. Ξυδάκης, λίγες μόλις ημέρες –μάλιστα- μετά την επίθεση που δέχθηκε στην πλατεία Συντάγματος από «Αλληλέγγυους».

Όλα αυτά, βέβαια, με την ανοχή του Πρωθυπουργού, ο οποίος δεν μπαίνει στον κόπο να τους μαζέψει και να θωρακίσει την εικόνα της Κυβέρνησης έναντι της δικαστικής εξουσίας. Και κάπου εκεί ανάμεσα, ο Υπουργός Άμυνας συνομιλεί τακτικά με ισοβίτη ναρκέμπορα και … του κλείνει rendez-vous στα άγρια μεσάνυχτα με ανώτατη δικαστική λειτουργό και η τέως Πρόεδρος του Αρείου Πάγου τοποθετείται (ημέρες μόλις μετά τη συνταξιοδότησή της) Προϊστάμενη στο νομικό γραφείο της Γενικής Γραμματείας του Πρωθυπουργού.

‘Όλα τα ανωτέρω θα είχαν εξαιρετικό ενδιαφέρον και θα προκαλούσαν θυμηδία, εάν προέρχονταν από βιβλίο του Κάφκα ή εάν ξεπηδούσαν από θεατρικό του Ιονέσκο. Συμβαίνουν, εντούτοις, στον πραγματικό κόσμο και δη σε μια «δυτική κοινωνία» (λέμε τώρα…), με Κράτος Δικαίου και συνταγματικά κατοχυρωμένη (στο άρθρο 26) τη διάκριση των εξουσιών. Σε μια χώρα, στην οποία ο Δικαστής, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, απολαμβάνει λειτουργικής και προσωπικής ανεξαρτησίας, υποκείμενος μόνο στο Σύνταγμα, τους Νόμους και τη συνείδησή του. Σε μια χώρα, στην οποία υπάρχει θεσμοθετημένο σύστημα επιθεώρησης και αξιολόγησης των δικαστικών λειτουργών αποκλειστικά από συναδέλφους ανώτερου βαθμού. Αλλά –δυστυχώς και- σε μία χώρα, όπου η προαγωγή στις ανώτατες θέσεις των Δικαστηρίων ενεργείται κατόπιν σχετικής πρότασης του Υπουργικού Συμβουλίου.

Έτσι, λοιπόν, αρχίζουν οι συγχύσεις, νοθεύεται η λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία του Δικαστού και ξεθωριάζουν τα άκρα όρια της περιβόητης «διάκρισης των εξουσιών». Γιατί είναι εξαιρετικά δυσχερές να κρίνει ο δικάζων απερίσπαστος, όταν γνωρίζει ότι την επομένη θα στοχοποιηθεί από κυβερνητικά στελέχη, λόγω της διαφορετικής τους άποψης. Απαιτεί μεγάλο σθένος να μείνει προσηλωμένος στα υπό κρίση πραγματικά περιστατικά και τους εφαρμοστέους νομικούς κανόνες (ιδίως σε υποθέσεις μεγάλου κοινωνικού ενδιαφέροντος), όταν γνωρίζει ότι –σε περίπτωση που η κρίση του απέχει από τις βουλές της εκτελεστικής εξουσίας- θα λασπολογηθεί και θα διαπομπευθεί. Χρειάζεται υψηλό αίσθημα ευθύνης και άκρατη ευσυνειδησία να απονείμει δίκαιο, όταν το «κλείσιμο του ματιού» στην πολιτική ηγεσία είναι sine qua non για την επαγγελματική του ανέλιξη.

Από την άλλη, είναι σπουδαίο (και αυτονόητο) η δικαστική λειτουργία να ασκείται από τα Δικαστήρια και οι αποφάσεις τους να εκτελούνται στο όνομα του ελληνικού λαού. Είναι σπουδαίο (και αυτονόητο) οι Δικαστές να φέρουν τεκμήριο ευσυνειδησίας, ακεραιότητας και επιστημοσύνης. Είναι σπουδαίο (και αυτονόητο) οι δικαστικοί λειτουργοί να μην συνδιαλέγονται καθ’ οιονδήποτε τρόπο με την εκτελεστική εξουσία. Είναι σπουδαίο (και αυτονόητο) πλημμελείς ή –πολλώ μάλλον- επίορκοι δικαστικοί να τυγχάνουν αυστηρών πειθαρχικών κυρώσεων. Και τέλος (και κυρίως), είναι σπουδαίο (και αυτονόητο) η εκτελεστική εξουσία συλλήβδην, με προεξάρχοντα τον Πρωθυπουργό, να πράττει παν τι δέον, προκειμένου να προασπίζει την αυστηρή διάκριση των εξουσιών, να θωρακίζει την λειτουργική ανεξαρτησία των δικαστικών λειτουργών και να εμπεδώνει το αίσθημα δικαίου στους πολίτες. Διαφορετικά, να συμφωνήσουμε οι συνθέσεις των Δικαστηρίων να διαμορφώνονται με κλήρωση μεταξύ Υπουργών, οι εισαγγελικές προτάσεις να γίνονται από Αναπληρωτές και οι αποφάσεις να λαμβάνονται κατά πλειοψηφία από μετακλητούς και Αλληλέγγυους…

Facebook Comments