Όπως ήταν αναμενόμενο, η συμπαγής κοινοβουλευτική πλειοψηφία των 153 ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ υπερψήφισε το πολυνομοσχέδιο των 1500 σελίδων, που εκπληρώνει μια σειρά από προαπαιτούμενα για να ολοκληρωθεί το αργότερο μέχρι την προσεχή Δευτέρα, η γ’ αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος από το Eurogroup και να εκταμιευθούν άνω των 6 δις ευρώ, που έχουν συμφωνηθεί στο πλαίσιο της δανειακής μας σύμβασης με τους ευρωπαίους δανειστές μας.

Όλα αυτά κατ’ αρχήν ακούγονται ευχάριστα κι ευοίωνα. Η κυβέρνηση των κομμάτων, που μέχρι προ τριών ετών αποκαλούσε «γερμανοτσολιάδες» και «ταγματασφαλίτες» τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ για τις μνημονιακές τους πολιτικές, έχει αποδειχτεί σήμερα ο πλέον ένθερμος οπαδός κι υποστηρικτής των μνημονίων, που τα εφαρμόζει με αξιοθαύμαστη αφοσίωση. Αυτό όμως δεν σημαίνει απαραίτητα ότι η Ελλάδα τελειώνει από τα μνημόνια, όπως ισχυρίστηκε και πάλι ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας στη Βουλή, ούτε, πολύ περισσότερο, ότι τελειώνει με τις περιοριστικές πολιτικές και τη λιτότητα.

Κατ’ αρχάς δεν είναι καθόλου μα καθόλου βέβαιον ότι τα μνημόνια, δηλαδή οι δανειακές συμβάσεις με αυστηρούς όρους και προϋποθέσεις, θα σταματήσουν. Ο απερχόμενος πρόεδρος του Euroworking Group Τόμας Βίζερ προειδοποίησε προχτές ότι αν η Ελλάδα επιθυμεί ελάφρυνση του χρέους, ενδεχομένως να χρειαστεί να υπογράψει νέο μνημόνιο με τους ευρωπαίους δανειστές. Ενώ την ίδια ώρα ο τραπεζικός κολοσσός Citigroup επέμενε ότι ο έλεγχος κι η εποπτεία της ελληνικής οικονομίας θα συνεχισθούν επί μακρόν. Μέχρι το 2059, όπως επισημαίνει η έγκυρη γερμανική εφημερίδα Handelsblatt. Όλα αυτά ελάχιστα αφορούν τον Έλληνα, που φοβισμένος όπως είναι μέσα στην καθημερινή του αβεβαιότητα, επιζητεί κάποια ουσιαστική βελτίωση της καθημερινότητας του, που δεν έρχεται ούτε με κυβερνητικές εξαγγελίες ούτε με τα ωραία λόγια των κυβερνώντων και των δανειστών, που έχουν κάθε λόγο να «τελειώνουν με το πρόβλημα, που λέγεται Ελλάδα».

Κι εδώ υπάρχει μια πολύ σκληρή πραγματικότητα, που συστηματικά η κυβέρνηση Τσίπρα- Καμμένου επιχειρεί να υποβαθμίσει. Η Ελλάδα υποφέρει από την υπερβολική φορολογία και τα μέτρα λιτότητας. Δυστυχώς αυτό που δεν καταλαβαίνουν οι αριστεροί που μας κυβερνούν, καθώς η αριστερά δεν γνωρίζει ούτε αντιλαμβάνεται τους κανόνες της αγοράς, με τη φοροκαταιγίδα, που ήδη επέρχεται, δεν υπάρχει η παραμικρή περίπτωση να ξεφύγει η Ελλάδα από τον φαύλο κύκλο της ύφεσης, της φτώχειας και της εξαθλίωσης. Ποτέ και πουθενά στην ανθρώπινη ιστορία, με υπερβολικούς, ληστρικούς, όπως τους χαρακτηρίζω, φόρους δεν έχει υπάρξει ανάπτυξη. Παρά μόνο στο μυαλό του κ. Τσίπρα και των συντρόφων του, που υπηρετούν μια ανόητη προπαγάνδα, που αλίμονο, πολύ γρήγορα θα διαψευστεί. Με τρόπο άγριο για όλους μας.

Κι όλα αυτά σε συνδυασμό με μια πολύ σκληρή πραγματικότητα, που διαμορφώνεται σε διεθνές επίπεδο. Η χώρα μας παραμένει εξαρτημένη από τους δανειστές της, ακόμα κι αν δεν θα το ήθελε. Διότι η πρόσβαση στις αγορές μπορεί να αποδειχτεί εκ νέου απατηλή. Ήδη, η πολιτική ρευστότητα, που διαμορφώνεται σε παγκόσμιο επίπεδο, μπορεί να αποδειχτεί καταλυτική για τη δυνατότητα της Ελλάδας να δανείζεται από τις αγορές. Η διαφαινόμενη απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να διακόψει το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, (QE), που ήταν ο κυριότερος λόγος της μεγάλης ευρωπαϊκής ανάπτυξης των τελευταίων ετών, σε συνδυασμό με την αβεβαιότητα, που προκαλούν οι επερχόμενες ιταλικές εκλογές κι η αδυναμία της Γερμανίας να σχηματίσει επιτέλους κυβέρνηση, παρά την πρόοδο των συνομιλιών μεταξύ CDU-SPD, επαναφέρει τα σύννεφα στην ευρωπαϊκή πραγματικότητα, που επιδεινώνεται από την στάση των μεγάλων παικτών του παγκόσμιου γίγνεσθαι, από τον Τραμπ και τον Πούτιν μέχρι τον Κιμ της Βόρειας Κορέας. Ζούμε σε ένα πολύ ρευστό κόσμο. Κι η ρευστότητα αυτή μπορεί να αποδειχθεί ο προπομπός μιας νέας παγκόσμιας κρίσης, που μοιραία θα πλήξει και πάλι τους πιο αδύναμους κρίκους της αλυσίδας, που μεταξύ τους είναι αναμφίβολα κι η Ελλάδα.

Αυτή η πραγματικότητα δεν φαίνεται να αγγίζει τον κ. Τσίπρα και το επιτελείο του. Το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να διαμορφώσουν το αφήγημα τους ενόψει των εκλογών, που προγραμματίζουν, όπως όλες οι ενδείξεις καθορίζουν, για το φθινόπωρο του 2018. Ο στόχος τους να περιορίσουν τη διαφορά τους από τη ΝΔ, να διαμορφώσουν μια σταθερή εκλογική βάση για τον ΣΥΡΙΖΑ, να διατηρήσουν υψηλά ποσοστά ως κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και να ευελπιστούν σε μια αποτυχία της νέας κυβέρνησης για να καταλάβουν ξανά την εξουσία στο προσεχές μέλλον. Κι αν αυτό σημαίνει ότι θα αφήσουν αποκαϊδια στο διάβα τους, αυτό δεν φαίνεται να τους απασχολεί ιδιαίτερα…

Facebook Comments