Η καλύτερη ευχή για τον ΟΔΔΗΧ και τα ελληνικά ομόλογα αυτή τη στιγμή είναι το εις…κατώτερα, ολοένα και χαμηλότερες αποδόσεις δηλαδή. Και αυτή είναι μία ευχή που το να… πιάσει μάλλον δείχνει μονόδρομος. Το τελευταίο διάστημα στο ΜΝ έχουμε ασχοληθεί έντονα με την αγορά ομολόγων, ενώ σημειώσαμε εγκαίρως πως όλα δείχνουν ότι ο το 2020 θα αποτελέσει ένα ακόμη έτος εξαιρετικών επιδόσεων. Και επιμένουμε.

Η τελευταία εβδομάδα ήταν χωρίς καμία αμφιβολία, εβδομάδα ορόσημο για την Ελλάδα. Η πτώση της απόδοσης του 10ετούς κάτω από το 1% απέδειξε πως η Ελλάδα αποτελεί για τα funds μια επένδυση χωρίς ρίσκο και βαθμολογείται από τις αγορές πολύ υψηλότερα από τις αξιολογήσεις των διεθνών οίκων. Παράλληλα, το τρέχον ράλι οφείλεται και στο γεγονός ότι οι επενδυτές θέλουν να… προλάβουν την περαιτέρω βελτίωση που αναμένεται να σημειώσουν οι ελληνικοί τίτλοι ενόψει των αναβαθμίσεων και της επιβίβασης στο τρένο του QE, κεφαλαιοποιώντας έτσι την περαιτέρω αποκλιμάκωση που θα δεχτούν οι αποδόσεις.

Τα ελληνικά ομόλογα κινούνται ουσιαστικά σαν τίτλοι που έχουν επενδυτική βαθμίδα, έστω και αν ο υψηλότερος… βαθμός που έχει η χώρα είναι από τη Fitch, δύο σκαλοπάτια χαμηλότερα από αυτό το «ορόσημο». Αυτό φαίνεται άλλωστε και στο προφίλ των επενδυτών, που δείχνουν το τελευταίο διάστημα αυξημένο ενδιαφέρον για τους ελληνικούς τίτλους.

Σημαντικό ρόλο στις επιδόσεις της αγοράς ομολόγων την τελευταία εβδομάδα έπαιξε και η αναβάθμιση των εκτιμήσεων της Κομισιόν για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας φέτος (στο 2,4%) και η – παράλληλα – αμετάβλητη στάση της για την υποτονική ανάπτυξη στην Ευρωζώνη, η οποία έστειλε ένα ακόμη ισχυρό μήνυμα στις αγορές και εμμέσως πλην σαφώς «ξεχώρισε» τις προοπτικές της Ελλάδας, μόλις μία εβδομάδα μετά τα θετικά σχόλια της Κριστίν Λαγκάρντ.   

Οι ελληνικοί κρατικοί τίτλοι βρίσκονται στο επίκεντρο του διεθνούς τύπου αυτές τις ημέρες, και δικαίως, με σειρά δημοσιευμάτων να δίνουν εύσημα στο κατόρθωμα αυτό της Ελλάδας που από παρίας των αγορών έχει γίνει η «αγαπημένη» των επενδυτών. Κάποιοι αναλυτές πλέον μιλούν ακόμη και για… μηδενικές αποδόσεις, ενώ διεθνείς οίκοι προβλέπουν ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση ακόμη και φέτος, κάτι που πριν λίγο καιρό έμοιαζε αδιανόητο.

Όπως σημείωσε χαρακτηριστικά ο Ράσελ Σίλμπερστον, διαχειριστής κεφαλαίων της Investec Asset Management, πριν από τη χρηματοπιστωτική κρίση, τα ελληνικά 10ετή ομόλογα διαπραγματεύονταν μόλις οκτώ μονάδες βάσης υψηλότερα από τα γερμανικά. «Αν και δεν σημαίνει ότι θα φτάσουμε ξανά σε αυτό το επίπεδο σύντομα, υποδηλώνει ότι τρέχον spread των 135 μονάδων βάσης περίπου, έχει περιθώρια να περιοριστεί», τόνισε στο Blοomberg. «Αν φθάσουν στο 0%, το spread θα εξακολουθήσει να βρίσκεται πάνω από το ιστορικό χαμηλό», πρόσθεσε.

Σύμφωνα με τις νέες εκτιμήσεις της Citigroup η Ελλάδα είναι πιθανό να μπει στο QE της ΕΚΤ μέχρι τα τέλη του 2020 καθώς η ισχυρότερη ανάπτυξη μπορεί να προκαλέσει την ταχύτερη αναβάθμιση των αξιολογήσεων από τους οίκους. Όπως σημειώνει η αλλαγή κυβέρνησης έχει οδηγήσει σε σημαντική ενίσχυση της οικονομικής εμπιστοσύνης, η οποία, παράλληλα με τις καλύτερες από τις αναμενόμενες δημοσιονομικές επιδόσεις, συνέβαλε στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των ξένων επενδυτών στην ελληνική οικονομία. Αυτό σε συνδυασμό με την βελτίωση της αξιοπιστίας της χώρας μπορεί να οδηγήσει σε συμφωνία με τους πιστωτές για μείωση των στόχων για τα πλεονάσματα στο 2,25%, κάτι που θα δώσει ισχυρή δημοσιονομική ώθηση στην ανάπτυξη του ΑΕΠ,. Έτσι, αναθεωρεί προς τα πάνω τον στόχο για την ανάπτυξη της Ελλάδας στο 2,6% φέτος και στο 2,5% το 2021 από 2,1% πριν.

Φυσικά, τίποτα από όλα αυτά δεν θα ήταν δυνατόν εάν το διεθνές περιβάλλον δεν ήταν ευνοϊκό και αν οι επενδυτές δεν κυνηγούσαν με τόση… μανία τις αποδόσεις. Άλλωστε η ελληνική αγορά ομολόγων παραμένει πολύ μικρή και άρα πολύ ευάλωτη.

Όταν ο… ωκεανός των ομόλογων που έχουν αρνητικές αποδόσεις διεθνώς φτάνει τα 14 τρισεκατομμύρια δολάρια, οι ελληνικές κρατικές και εταιρικές αποδόσεις είναι τουλάχιστον ελκυστικές. Αυτό το «φαινόμενο» οφείλεται δίχως άλλο στην τεράστια ρευστότητα με την οποία η ΕΚΤ (και άλλες κεντρικές τράπεζες) έχουν τονώσει το σύστημα, ενώ οι αγορές δεν αποτιμούν πλέον αυξήσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ το επόμενο έτος λόγω των οικονομικών επιπτώσεων του κορωνοϊού, όπως σημειώνουν οι αναλυτές, και έτσι η επιδείνωση του διεθνούς περιβάλλοντος δεν βρίσκεται στον ορίζοντα για τουλάχιστον δύο χρόνια.  Αυτό αποτελεί ένα πολύ σημαντικό όπλο για τα ελληνικά ομόλογα.

Οι εντυπωσιακές αυτές επιδόσεις των ελληνικών ομολόγων διευκολύνουν φυσικά, ακόμη περισσότερο τις ελληνικές επιχειρήσεις να εκδώσουν χρέος με ακόμη χαμηλότερα επιτόκια (ήδη ετοιμάζεται για νέο ομόλογο η Lamda Development, ενώ θα ακολουθήσουν οι ΓΕΚ Τέρνα και ΟΠΑΠ) ενισχύουν το «διαπραγματευτικό χαρτί» της κυβέρνησης για τις συζητήσεις της μείωσης των στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα, καθώς το κόστος δανεισμού έχει υποχωρήσει σε επίπεδα πολύ χαμηλότερα από αυτά στα οποία βασίστηκε η ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους, ενώ στρώνουν ακόμη περισσότερο το έδαφος για νέες εξόδους στις αγορές από τον ΟΔΔΗΧ, με την επόμενη να αναμένεται ακόμα και μέσα στον επόμενο μήνα με την έκδοση νέου 10ετούς ομολόγου.

Facebook Comments