Το δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου, στο Ηνωμένο Βασίλειο, όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα, θα επηρεάσει προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση το μέλλον της Ε.Ε. και της Ευρώπης γενικότερα, ενώ δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν ότι μπορεί να αποδειχθεί και ευκαιρία για νέα αρχή.

Τις τελευταίες εβδομάδες καθηγητές, αναλυτές, ερευνητικά ιδρύματα, διεθνείς οργανισμοί έχουν επιδοθεί σε έναν πρωτοφανή ανταγωνισμό πρόβλεψης των επιπτώσεων ενός Βrexit. Ωστόσο είναι αδύνατο για οποιονδήποτε σοβαρό επιστήμονα να κάνει επιτυχή πρόβλεψη για κάτι που δεν υπάρχει προηγούμενο και φυσικά κανένα μέτρο σύγκρισης. Μέχρι σήμερα οι μόνοι που αποχώρησαν από την τότε ΕΟΚ το 1986 ήταν οι Γροιλανδοί, οι οποίοι είχαν μπει ως προσάρτηση της Δανίας το 1973, δεν είχαν ενταχθεί δηλαδή ως κράτος.

Δεν υπάρχει, λοιπόν, αυτό που λένε οι νομικοί «νομολογία», που θα μπορούσε να βοηθήσει σε μια σοβαρή αναζήτηση των επιπτώσεων. Επιπλέον, μιλάμε για το Ηνωμένο Βασίλειο, την τρίτη σε μέγεθος οικονομία της Ευρώπης, μετά τη Γερμανία και τη Γαλλία. Το βέβαιο είναι ότι σε περίπτωση Brexit και ακριβώς επειδή δεν υπάρχει προηγούμενο και θα οργιάσουν οι «προφήτες», θα περάσουμε μια περίοδο αβεβαιότητας και αναταραχής, η διάρκεια της οποίας θα εξαρτηθεί από την ταχύτητα με την οποία θα δράσουν οι Ευρωπαίοι και η διεθνής κοινότητα.

Σε πρώτη φάση εκείνοι που θα αναλάβουν αμέσως δράση, πάντα στην περίπτωση του Brexit, είναι οι υπουργοί Οικονομικών και οι κεντρικοί τραπεζίτες των μεγάλων δυνάμεων της παγκόσμιας οικονομίας. Στόχος να καθησυχάσουν στο μέτρο του δυνατού τις αγορές, οι οποίες αναστατώνονται σε περιόδους αβεβαιότητας, εντείνοντας τη διεθνή αναταραχή.

Ωστόσο, το πρόβλημα είναι πρωτίστως πολιτικό και εδώ πρέπει οι Ευρωπαίοι ηγέτες να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων. Σε περίπτωση που οι Βρετανοί επιλέξουν να παραμείνουν στην Ε.Ε., μπορεί να αποφευχθούν άμεσα τα χειρότερα, από οικονομικής πλευράς, ωστόσο εάν δεν αλλάξει η Ευρώπη ρότα, τότε είναι βέβαιο ότι κατευθύνεται σε τοίχο.

Ο μεγάλος κίνδυνος είναι να ψηφίσουν οι Βρετανοί υπέρ της παραμονής και η Ε.Ε. να συνεχίσει να λειτουργεί σαν να μην συμβαίνει απολύτως τίποτα καθώς θα επιβιώσει κάποια χρόνια ακόμη και στο τέλος θα φτάσει σε πλήρη αποσύνθεση. Στο εξίσου πιθανό σενάριο του Βrexit θα έχουμε μεν την οικονομική αναταραχή, αλλά και ταυτόχρονα εκ των πραγμάτων οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα πρέπει να κινηθούν και μάλιστα γρήγορα.

Είναι προφανές ότι το βάρος της διαχείρισης αυτού του σεναρίου θα πέσει πάνω στον γαλλογερμανικό άξονα, ο οποίος δεν βρίσκεται στην καλύτερη περίοδό του, δεδομένου ότι τόσο ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ όσο και η καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ έχουν για διαφορετικούς λόγους εξασθενήσει πολιτικά στο εσωτερικό των χωρών τους. Ωστόσο και οι δύο είναι «καταδικασμένοι» να πάρουν τη σκυτάλη, γιατί, αφενός μεν δεν υπάρχει άλλη μεγάλη χώρα στην Ε.Ε. και αφετέρου έχουν ιστορική ευθύνη, αφού στα δύσκολα πάντα ο γαλλογερμανικός άξονας τραβούσε την υπόλοιπη Ευρώπη. Θα το κάνουν, λοιπόν, και θα έχουν δύο επιλογές, μια διατήρηση των κεκτημένων και μια ριζοσπαστική. Η ιστορία θα τους κρίνει ανάλογα με την επιλογή τους.

Το σενάριο της εξόδου του Ηνωμένου Βασιλείου χωρίς μεγάλους κραδασμούς δεν σημαίνει ότι είναι και καλύτερο. Στην περίπτωση αυτή, οι Ευρωπαίοι θα αναζητήσουν μια λύση η οποία θα κρατάει κοντά τη Βρετανία, χωρίς, όμως, να είναι μέλος. Είναι μια μορφή ειδικής σχέσης, δηλαδή να συμμετέχουν στην εσωτερική αγορά και σε άλλες πολιτικές «α λα καρτ», χωρίς να λαμβάνουν μέρος στη λήψη των αποφάσεων.

Αυτό το σενάριο δεν είναι καλό γιατί θα μπορούσαν και άλλες χώρες του Βορρά (Δανία, Σουηδία, Φινλανδία) να ακολουθήσουν και να μετατρέψουν την Ευρώπη σε μια απλή ζώνη ελεύθερων συναλλαγών.

Η καλύτερη λύση είναι οι καθαρές κουβέντες. Δηλαδή να φύγουν οι Βρετανοί χωρίς «εκπτώσεις» και όσοι θέλουν ας τους ακολουθήσουν στην περιπέτεια. Από εκεί και πέρα στη συζήτηση που θα ανοίξει στην περίπτωση αυτή, θα παρουσιαστεί η μεγάλη ευκαιρία για ένα ξεκαθάρισμα των σχέσεων με τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Σε κάθε περίπτωση αυτό το καλοκαίρι πολιτικά προμηνύεται ιδιαίτερα θερμό…

Facebook Comments