Η συζήτηση για τον αποπληθωρισμό συναντάται πολύ λιγότερο συχνά σε σχέση με εκείνη για τον πληθωρισμό σε όλες σχεδόν τις δυτικές οικονομίες κατά την μεταπολεμική περίοδο, την μακροβιότερη ιστορικά περίοδο οικονομικής ανάπτυξης. Όταν μάλιστα το 1973 το καρτέλ των χωρών παραγωγής πετρελαίου εκτόξευσε την τιμή του, τότε βιώσαμε τη συνύπαρξη στασιμότητας και πληθωρισμού που κατά την καμπύλη Phillips είχαν αρνητική συσχέτιση.

Έπρεπε να φτάσουμε στη δεκαετία του 90 για να βιώσει η ιαπωνική οικονομία το φαινόμενο του αποπληθωρισμού, δηλαδή οικονομική στασιμότητα με πτώση των τιμών, που διαφαίνεται ότι μεταδίδεται τώρα σε όλες τις δυτικές οικονομίες !

Τα στατιστικά στοιχεία λοιπόν των δυτικών οικονομιών είναι αδιάψευστος μάρτυς: παντού σημειώνεται αισθητή υποχώρηση των τιμών σε σχέση με τις αντίστοιχες περσινές. Στο σύνολο χωρών του ΟΟΣΑ ο πληθωρισμός τρέχει με ρυθμό μόλις 1,5%, στη ζώνη των χωρών του ευρώ με 0,7%, στις ΗΠΑ με 1,2%, στην Ιαπωνία με 1% ενώ στην Ελλάδα εισήλθαμε σε αρνητικό ρυθμό (-2%). Έτσι, παντού οι προσδοκίες για χαμηλότερες τιμές στο μέλλον αναστέλλουν μέρος της τρέχουσας κατανάλωσης από τους καταναλωτές και μεταθέτουν τις επενδυτικές αποφάσεις στο απώτερο μέλλον από τις επιχειρήσεις. Το αποτέλεσμα είναι ο φαύλος κύκλος της ύφεσης να επιτείνεται καθώς η συνολική δαπάνη μειώνεται οδηγώντας σε περισσότερες πτωχεύσεις επιχειρήσεων και μεγαλύτερες ουρές ανέργων.

Η απάντηση του Keynes όταν οι δυτικές οικονομίες βίωναν τη βαριά οικονομική ύφεση σε συνέχεια του κραχ του 1929, ήταν  ότι «κάποιος» έπρεπε να πάρει πρωτοβουλίες να ξοδέψει χρήματα (πολιτικές ενεργού ζήτησης). Και αυτό έκανε το κράτος με την πολιτική του NewDeal του Ρούζβελτ αλλά και των μεταπολεμικών σχεδίων Marhall που υποβοήθησαν την οικονομική ανόρθωση στην Ευρώπη και την Ιαπωνία. Μπορεί κάτι ανάλογο να γίνει σήμερα;

Όχι, είναι η απάντηση γιατί τα περισσότερα δυτικά κράτη είναι σήμερα υπερχρεωμένα με επικεφαλής την Ιαπωνία και τις ΗΠΑ (δημόσιο χρέος ως προς το ΑΕΠ πάνω από 200% και 100% αντίστοιχα). Όμως, στο 100% περίπου βρίσκεται  ακόμη και το γερμανικό δημόσιο χρέος αν συνυπολογισθεί η επιπλέον αύξηση που θα προκύψει όταν αποκαλυφθούν οι πρόσθετες καταβολές που θα απαιτηθούν για να ανακεφαλαιοποιηθούν οι τράπεζές της εξαιτίας των προβλημάτων στο ενεργητικό τους.

Έτσι, η επιταχυνόμενη ιαπωνοποίηση των δυτικών οικονομιών δηλαδή η είσοδός τους σε φάση αποπληθωρισμού επιδιώκεται να ανασχεθεί παντού με την αμερικανική συνταγή:χαλαρή νομισματική πολιτική με τη μορφή άφθονης ρευστότητας στην οικονομία που προέρχεται από την αγορά κρατικών ομολόγων από τις Κεντρικές Τράπεζες των ΗΠΑ, της Ιαπωνίας και της Μ. Βρετανίας (QE-quantityeasing), αφού προηγουμένως τα παρεμβατικά επιτόκια έχουν σχεδόν γίνει μηδενικά. Μόνο η ΕΚΤ ανθίσταται ακόμη, λόγω της γνωστής γερμανικής άρνησης που περιέχεται και στο καταστατικό της να «κόψει χρήμα» (ακόμη και οι περιορισμένες αγορές ομολόγων των χωρών του νότου έγιναν με ισόποση μείωση ρευστότητας από αλλού).

Όλοι οι έγκυροι αναλυτές, ακόμη και οι πλέον φιλελεύθεροι, θεωρούν ότι η χαλαρή νομισματική πολιτική βοηθάει στην αποτροπή της επιδείνωσης της ύφεσης. Πολλοί, ωστόσο, επισημαίνουν ότι συνιστά απειλή για επενδυτικές φούσκες (στις μετοχές, τα ακίνητα κοκ) καθώς μάλιστα κατευθύνεται επιλεκτικά και με αγελαίο τρόπο σε ορισμένες αγορές που ήδη παρουσιάζουν φαινόμενα υπερτίμησης (π.χ. μετοχές του δείκτη DowJones ή του DAXπου ήδη σημειώνουν επιδόσεις-ρεκόρ), σε αντίθεση με τις παρατεταμένα χαμηλές τιμές διαφόρων εμπορευμάτων. Η ασύμμετρη απειλή είναι παρούσα λοιπόν !

Όμως, οι ίδιοι αναλυτές συμφωνούν ότι η παρατεταμένη χαλαρή νομισματική πολιτική δεν θα φέρει από μόνη της την ανάκαμψη. Οι μέχρι τώρα υψηλοί ρυθμοί οικονομικής μεγέθυνσης των χωρών BRICs (Βραζιλίας, Ρωσίας, Ινδίας και κυρίως της Κίνας) βοήθησαν στη διατήρηση θετικών ρυθμών μεγέθυνσης της παγκόσμιας οικονομίας. Ήδη αυτό δεν ισχύει, ιδιαίτερα στην Κίνα που καταγράφει πλέον μονοψήφιους ρυθμούς μεγέθυνσης. Οι δυτικές οικονομίες λοιπόν πρέπει να υιοθετήσουν παράλληλα και συντονισμένα, σειρά μέτρων διαρθρωτικού χαρακτήρα για να ξαναθέσουν τις οικονομίες τους σε αναπτυξιακή τροχιά.

Τέτοια μέτρα ενδεικτικά μπορεί να είναι:

  • Η έξυπνη χρήση της φορολογικής πολιτικής. Η ευρεία χρήση των tax-credits με στόχο την ενθάρρυνση επιθυμητών δραστηριοτήτων (από φορολογικά κίνητρα για τη συλλογή χρησιμοποιημένων μπαταριών μέχρι την μεσοπρόθεσμη διακράτηση μετοχών με στόχο τη βελτίωση της επενδυτικής συμπεριφοράς των αποταμιευτών). Ακόμη, η εκλογίκευση της φορολογικής επιβάρυνσης που θα αποσκοπεί στην αυξημένη προσπάθεια για εργασία και επιχειρηματική δραστηριότητα στην επίσημη οικονομία σε σχέση με την αποθάρρυνση διακράτησης διαθεσίμων σε τοκοφόρες τοποθετήσεις και ακίνητα. Στην περίπτωση της Ιταλίαςθα μπορούσαν να τύχουν εφαρμογής τα παραπάνω.
  • Η αποθάρρυνση του αποθησαυρισμού υψηλών εταιρικών διαθεσίμων. Ένας σημαντικός αριθμός υπερμεγέθων πολυεθνικών εταιριών, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ και την Ιαπωνία διακρατούν σήμερα διαθέσιμα ολίγων τρις δολαρίων αποφεύγοντας να προβούν σε οποιεσδήποτε επενδύσεις, ενώ σημαντικά είναι τα λιμνάζοντα εταιρικά διαθέσιμα όλων των μεγάλων επιχειρήσεων των δυτικών οικονομιών.
  • Οι στοχευμένες δράσεις στις υποδομές και την παιδεία θα είχαν πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα στην παραγωγικότητα της οικονομίας και την τόνωση της οικονομικής δραστηριότητας. Χώρες όπως η Γερμανία που έχει σημαντικά αποθεματικά και οι ΗΠΑ μέσω της ανακατανομής των δημοσίων δαπανών θα μπορούσαν να πρωταγωνιστήσουν στα πεδία αυτά.
  • Μέτρα τόνωσης της εσωτερικής αγοράς με την αύξηση της αγοραστικής δύναμης των μεσαίων και χαμηλών κοινωνικών στρωμάτων. Αφορά τις περιπτώσεις της Γερμανίας και της Κίνας κυρίως.
  • Δραστική αντιμετώπιση του φαινομένου των φορολογικών παραδείσων, διαδικασία που μπορεί να γίνει μόνο με αποφάσεις του G7, καθώς αφορά το σύνολο σχεδόν των μεγάλων δυτικών οικονομιών. Πέραν της ηθικής αναγκαιότητας ενός τέτοιου μέτρου, θα είχε ως αποτέλεσμα την ουσιαστική άμβλυνση των ανισοτήτων, καθώς μεγάλο μέρος του πλούτου που κατευθύνεται στους φορολογικούς παραδείσους αποθησαυρίζεται και δεν συμβάλλει σε καμία οικονομική δραστηριότητα.
  • Η δραστική αλλαγή της αρχιτεκτονικής του χρηματοπιστωτικού συστήματος με την σοβαρή προσπάθεια μείωσης του μεγέθους της αγοράς των παραγώγων σε αντιστοιχία με ένα «λογικότερο πολλαπλάσιο» της υποκείμενης αγοράς των επενδυτικών αξιών, ώστε να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο της διαμόρφωσης του χρηματοοικονομικού περιβάλλοντος σε απέραντο στίβο καθημερινού στοιχηματισμού. Έτσι, το χρηματοπιστωτικό σύστημα θα συνδεθεί περισσότερο με την πραγματική οικονομία χρηματοδοτώντας περισσότερες παραγωγικές δραστηριότητες.

Είναι αυτονόητο ότι η λίστα μπορεί να επεκταθεί καθώς οι καταγραφόμενες σκέψεις είναι ενδεικτικές των πρωτοβουλιών που μπορούν να ληφθούν από τις μεγάλες κυβερνήσεις του πλανήτη. Για τη χώρα μας, η προσπάθεια οφείλει να επικεντρωθεί σε μέτρα που καθιστούν την επιχειρηματικότητα πιο φιλική αφού αυτός είναι ο μόνος δρόμος για τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης. Κάτι που θα απαιτήσει μια μικρή πολιτική επανάσταση αφού για την ώρα οι δράσεις είναι καθημερινά στην αντίθετη κατεύθυνση !

Facebook Comments