Οι λεπτομέρειες της απελευθέρωσης του Νταχάου έγιναν γνωστές χάρη στην εξαίρετη περιγραφή του τότε Αντισυνταγματάρχη Felix Sparks, διοικητή του 3ου τάγματος του 157ου Συντάγματος Πεζικού της 45ης Μεραρχίας Πεζικού του Αμερικανικού Στρατού. Στις 28 Απριλίου ο Sparks έλαβε διαταγή από την διοίκηση της μεραρχίας που προωθούνταν στο εσωτερικό της καταρρέουσας Γερμανίας από το Νότο, να προωθήσει το τάγμα του προς το Μόναχο το οποίο ήταν ο στόχος της Μεραρχίας.

Ο Αντισυνταγματάρχης διέταξε τον κύριο όγκο των δυνάμεων του να προωθηθούν μαζί με την 158η  Μοίρα Πυροβολικού και την 692η επιλαρχία αρμάτων προς τον στόχο και κράτησε τον λόχο «Ι» ως εφεδρεία. Τότε έλαβε αναφορά από τους προωθημένους παρατηρητές του πυροβολικού και την περίπολο της διμοιρίας Πληροφοριών και Ανίχνευσης της Μεραρχίας (I&R Platoon) για το στρατόπεδο συγκέντρωσης του Νταχάου που βρίσκονταν στο δρόμο της Μεραρχίας προς το Μόναχο. Ο Sparks αποφάσισε να χρησιμοποιήσει τον λόχο εφεδρείας για την κατάληψη του στρατοπέδου και ενημέρωσε τον διοικητή του λόχου ότι θα τον συνοδεύσει κατά την επιχείρηση κατάληψης.

Το σοκ για το προσωπικό του «Ι» λόχου ξεκίνησε πριν καν περάσουν τη πύλη του στρατοπέδου καθώς έξω από το στρατόπεδο υπήρχαν 39 βαγόνια με περίπου 2000 πτώματα σε διαδικασία αποσύνθεσης. Παρόλα αυτά ξεπερνώντας το αρχικό σάστισμα ο λόχος έκανε την έφοδο. Σύμφωνα με τον Sparks η περιγραφή της κόλασης του Δάντη είναι πολύ απαλή εικόνα σε σχέση με αυτό που αντίκρισαν. Ζωντανοί-νεκροί μαζί με πεθαμένους σε άθλια κατάσταση στοιβαγμένοι κατά 1500 άτομα σε κτίρια χωρητικότητας 200 ατόμων. Εκεί οι στρατιώτες κατέρρευσαν. Υπήρχαν οπλίτες που απλά έκλαιγαν, άλλοι επικεντρώνονταν σε μεμονωμένα άτομα και τα κυνηγούσαν. Άλλοι σκότωναν τους Γερμανούς που παραδίδονταν, εν ψυχρώ. Στο μεταξύ όσοι από τους κρατούμενους είχαν δυνάμεις άρχισαν να λυντσάρουν συγκρατούμενούς τους που ήταν γνωστοί πληροφοριοδότες των δεσμοφυλάκων τους. Χρειάστηκε μισή ώρα για να επανέλθει η τάξη και να καταφέρει ο Αντισυνταγματάρχης να επιβληθεί.

Αμέσως ενημέρωσε την διοίκηση της Μεραρχίας ενώ σύντομα εμφανίστηκε στο στρατόπεδο ο Διοικητής της 42ης Μεραρχίας Πεζικού συνοδευόμενος από μια δημοσιογράφο, που μαζί με την 45η Μεραρχία προωθούνταν στη Γερμανία από το Νότο. Τα νέα της απελευθέρωσης του στρατοπέδου συγκέντρωσης διαδόθηκαν αστραπιαία και το στρατόπεδο έγινε πόλος έλξης όλων των πολεμικών ανταποκριτών που κάλυπταν τις επιχειρήσεις. Η απελευθέρωση του στρατοπέδου ήταν ένα αναπόφευκτο βήμα στη κατάληψη της Γερμανίας κάτι που οι Ναζί το ήξεραν για αυτό και οι δυνάμεις ασφαλείας των SS που συνελήφθησαν ήταν περιορισμένες αφού ο κύριος όγκος των δεσμοφυλάκων μαζί με το διοικητή Martin Gottfried Weiss (ο οποίος συνελήφθη λίγο αργότερα στο Μόναχο, δικάστηκε και εκτελέστηκε το 1946) είχαν εγκαταλείψει το στρατόπεδο όταν αντιλήφθησαν ότι οι Αμερικανικές δυνάμεις ήταν κοντά.

Η μεγαλύτερη συνεισφορά όμως της απελευθέρωσης του Νταχάου ήταν οι απαντήσεις που έδωσε, το μήνυμα που πέρασε, ένα ορόσημο για την ιστορία του ανθρώπου. Η εφημερίδα της 45ης Μεραρχίας κυκλοφόρησε με πρωτοσέλιδο τίτλο «Το Νταχάου δίνει απάντηση στο γιατί πολεμήσαμε». Ανάλογο ήταν το ύφος των δημοσιευμάτων από όλους τους πολεμικούς ανταποκριτές. Ακόμα και σήμερα το Νταχάου είναι ένα ισχυρό μήνυμα απέναντι στο φασισμό και είναι σίγουρο ότι θα συνεχίσει να είναι για πολλούς αιώνες στο μέλλον.

Ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος κατάφερε να ενώσει τους δύο κατά τα άλλα ορκισμένους εχθρούς, τον καπιταλισμό με τον κομμουνισμό. Η συνεργασία τους απέναντι στο φασισμό ιστορικά δικαιώθηκε άσχετα αν μετά ο ιδεολογικός πόλεμος μεταξύ τους συνεχίστηκε.

Ίσως θεωρηθεί υπερβολή να ψάξει κανείς να βρει ένα μήνυμα από την απελευθέρωση του Νταχάου που να ταιριάζει με τη κρίση που βιώνουμε ως χώρα. Ίσως είναι πλέον τόσο διαφορετική η ζωή μας που δεν έχει νόημα να ψάχνουμε στο παρελθόν για απαντήσεις. Η ουσία είναι ότι το Νταχάου έδωσε μια απάντηση στο «Γιατί πολεμήσαμε» για πέντε ολόκληρα χρόνια, γιατί αντισταθήκαμε στην επέλαση του φασισμού, γιατί εμπιστευθήκαμε ξένες δυνάμεις από όλο τον κόσμο να έρθουν στην Ευρώπη ως σύμμαχοι του ελεύθερου κόσμου. Όσο όμως εξελίσσονται οι επιχειρήσεις είναι δύσκολο να δει κανείς την απάντηση. Όπως είχε πει ο Στρατηγός Dwight Eisenhower μετά την κατάληψη του στρατοπέδου συγκέντρωσης του Buchenwald στις 11 Απριλίου 1945 «Ακούμε ότι ο αμερικανός στρατιώτης δεν ξέρει γιατί πολεμάει. Τώρα τουλάχιστον θα ξέρει τι είναι αυτό που πολεμάει».

Πέντε χρόνια τώρα η χώρα μας βιώνει έναν πόλεμο. Με όλα του τα χαρακτηριστικά. Με ανασφάλεια, με πόνο, με φτώχεια, με απελπισία, με μετανάστευση. Γιατί πολεμήσαμε; Είναι μια απάντηση που ακόμα δεν πήραμε. Και είναι κρίμα που απέναντι στη κρίση οι πολιτικές δυνάμεις του τόπου δε μπόρεσαν να αντιληφθούν ότι πρέπει να προσδιορίσουν ένα κοινό εχθρό για να τον πολεμήσουν. Γιατί ο εχθρός του κράτους μας δεν είναι ούτε το χρέος, ούτε τα ελλείμματα, ούτε τα δάνεια από τις ξένες τράπεζες. Η συζήτηση είναι – σκοπίμως – μπερδεμένη. Αριστερά, δεξιά, μνημονιακοί, αντιμνημονιακοί, φασίστες, νεοφιλελεύθεροι, αντιφασίστες, πατριώτες, και πολλά άλλα.
Ο εχθρός μας είναι η διαφθορά που έχει ποτίσει το δημόσιο βίο σε κρατικό και ιδιωτικό επίπεδο. Που περιλαμβάνει τις υψηλές και τις χαμηλές τάξεις, στο επίπεδο που μπορεί ο καθένας, που εμπλέκει ανθρώπους από το σύνολο του πολιτικού φάσματος.

Φτιάχνοντας μια νέα πολιτεία με αξιοκρατία, με διαδικασίες κάθαρσης παντού όπου το πρόβλημα της διαφθοράς θα το αναδεικνύουν και θα το πολεμούν τα ίδια τα κόμματα πριν προλάβουν τα μέλη τους να μολύνουν τη δημόσια διοίκηση, είναι σίγουρο ότι η πατρίδα μας θα ανακάμψει και θα ζήσει στιγμές δόξας που θα μας κάνει όλους περήφανους που είμαστε Έλληνες. Τότε θα έρθει και η απάντηση σε μας «γιατί πολεμήσαμε» και είμαι σίγουρος ότι πολλοί θα κλαίμε για αυτούς που χάθηκαν άδικα και για αυτούς που άλλαξαν τη ζωή τους για πάντα

Facebook Comments