Μετά την  πρακτική ομολογία αποτυχίας της μέχρι τώρα διαπραγματευτικής τακτικής της κυβέρνησης που ολοκληρώθηκε με την απόσυρση Βαρουφάκη και την δήλωση του πρωθυπουργού πως παραπλανήθηκε(!), καταλαβαίνει πλέον και ο πιο καλόπιστος πολίτης πως η κυβέρνηση δεν έχει ούτε σχέδιο, ούτε εναλλακτικές συμβατές με το πρόγραμμά της αλλά και με τα συμφέροντα της χώρας.

Η εθνικά συμφέρουσα λύση, που εξασφαλίζει την παραμονή της χώρας μας στην ευρωζώνη με το μικρότερο δυνατό τίμημα σε μέτρα, απέχει όπως αποδεικνύεται πολύ μακριά από τις δυνατότητες της κοινοβουλευτικής ομάδας της πλειοψηφίας.

Η κυβέρνηση ταύτισε την διαπραγμάτευση με τακτικισμούς, ποτέ δεν εισήλθε σε μιά συζήτηση  επί της ουσίας, χάλασε όλο το προηγούμενο δημοσιονομικό και χρηματοδοτικό πλαίσιο της σύμβασης, παρέδωσε κεκτημένα της προηγούμενης κυβέρνησης και εξανέμισε ήδη τις θυσίες που είχαν γίνει μέχρι σήμερα, εξαντλώντας την ολοένα και μειούμενη τους τελευταίους μήνες ρευστότητα που υπήρχε, τόσο από τον τραπεζικό τομέα, όσο από τα αποθεματικά των Δημοσίων Φορέων.

Η απόπειρά της να κερδίσει χρόνο χωρίς να έχει εξασφαλίσει χρηματοδότηση, και η ανάλωσή της στην μετονομασία της Τρόικας και του Μνημονίου,κατέληξε στο να έχει χάσει όχι μόνο την πρωτοβουλία των κινήσεων, που στην ουσία ποτέ δεν είχε, αλλά στο να χάσει εντελώς τον έλεγχο στην διαπραγμάτευση. Πλέον οι δανειστές όχι μόνο είναι αποφασισμένοι να επιβάλουν σκληρούς όρους, αλλά μαθαίνουμε πως αντί να υποκύψουν στις Ελληνικές απειλές για grexit που διατυπώνονταν ευθέως ή πλαγίως από την Ελληνική πλευρά, τώρα υπάρχουν σκέψεις να προταθεί αυτό από τους εταίρους, επίσημα, όχι στο υπόγειο κάποιου Πολωνικού ξενοδοχείου, αλλά από το Eurogroup, με τον πιο επίσημο τρόπο.

Το πολιτικό κεφάλαιο της Κυβέρνησης σπαταλήθηκε σε λάθος και κακές επιλογές,χάθηκε χρόνος, επιδεινώθηκαν όλα τα μεγέθη της οικονομίας, και παρά ταύτα η κυβέρνηση παραμένει απόλυτα εγκλωβισμένη.

Κανένα δημοψήφισμα δεν πρόκειται να την βγάλει από την δύσκολη θέση της, όσο η κυβερνητική πλειοψηφία έχει την συγκεκριμένη κοινοβουλευτική σύνθεση.Το πρόβλημα του Σύριζα είναι πολλών επιπέδων και δέν έχουν δικαίωμα να το μετατρέψουν σε πρόβλημα της χώρας. Το προεκλογικό του πρόγραμμα που ήταν ένα μνημείο υποσχεσιολογίας και κραυγαλέα ανέφικτων δεσμεύσεων, σε ένα εκλογικό σώμα που μάλλον ξεχνάμε πως ψήφισε “μνημονιακά” δύο φορές ως τώρα, θέλοντας να διασφαλίσει την παραμονή της χώρας στην ευρωζώνη και να αποφύγει την χρεοκοπία. 

Όταν η χώρα σταθεροποιήθηκε κάπως, μπήκε στον πειρασμό να δοκιμάσει και τον Σύριζα, είτε ως αντίδραση για τα βαριά αλλά απαραίτητα μέτρα προσαρμογής, είτε επειδή ήθελε έστω και λίγο πιο δίκαιη διαχείριση,είτε διότι το παλαιό πολιτικό σύστημα κούρασε, πρόδωσε,στάθηκε μεν υπεύθυνο αλλά δεν άλλαξε.Η μεγάλη πλειοψηφία του κόσμου δηλαδή, όσο κι αν καταψήφισε τα λεγόμενα μνημονιακά κόμματα, παραμένει πιστή στον στόχο των μνημονίων, την παραμονή της χώρας στην ευρωζώνη, στον στενό πυρήνα της Ευρώπης, και την αποφυγή της χρεοκοπίας, παρά τον τραυματισμό των σχέσεών μας με τους εταίρους αλλά και το εγχώριο πολιτικό σύστημα. Γιαυτό και στις δημοσκοπήσεις ένα 80% των πολιτών, θέλει,απαιτεί θα έλεγε κανείς, σύναψη συμφωνίας.

Στην ουσία διατάσσει την κυβέρνηση που υποσχέθηκε να σκίσει το μνημόνιο, να συνάψει το δικό της μνημόνιο με την Τρόικα, εφόσον η εναλλακτική αποδεικνύεται πως είναι η δραχμή. Αυτή είναι η αντίφαση της εντολής που καλείται να διαχειριστεί ο Σύριζα, αντίφαση που δεν εξαντλείται μόνο στα παραπάνω, αλλά και στο ότι μεγάλο κομμάτι του Κυβερνώντος κόμματος,  ιδεολογικά, απορρίπτει αυτό που ονομάζεται “έντιμος συμβιβασμός” και θέλει την Ελλάδα στην Δραχμή, έξω από το ΝΑΤΟ, μια Αργεντινή της Μεσογείου.

Αυτό δεν σημαίνει πως η λεγόμενη “ρεαλιστική πτέρυγα” του Σύριζα δεν αντιμετωπίζει πολιτικό πρόβλημα με την συμφωνία φυσικά. Αυτή η πτέρυγα έχει  κυρίως ιδεοληπτικό πρόβλημα. Μην ξεχνάμε πως  ο Σύριζα ήταν και παραμένει ένα ακραίο κόμμα που πλέον έχει χάσει μάλιστα και τα “αριστερά” του χαρακτηριστικά, προσχωρώντας με άνεση στην  εθνολαϊκιστική κουλτούρα των ΑΝΕΛ. Γιαυτό και η κυβέρνηση επιλέγει να ανακαλύπτει εσωτερικούς και εξωτερικούς εχθρούς για να κρύψει την πραγματική,ενδοκυβερνητική, “τρόικα εσωτερικού”. Διχάζει την Ελληνική Κοινωνία μιλώντας για προδότες και πατριώτες, ενώ με γραφικά πλέον non papers,την μια ανακοινώνει αισιοδοξία για συμφωνία, και την άλλη μιλάει για κούγκι. Όλα αυτά αποκρυσταλλώνονται στην αμφιθυμία του κ.Τσίπρα να χαράξει εθνική γραμμή, ρισκάροντας το μέλλον της χώρας για τις εσωτερικές ισορροπίες του Σύριζα.

Στο μεταξύ η χώρα χάνει ευκαιρίες και δυνατότητες. Χάνει ευκαιρίες όπως το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, αλλά και ευκαιρίες σύγκλισης στα κρίσιμα οικονομικά και θεσμικά επίπεδα. 

Από την απουσία ατζέντας για την  διεθνή ανταγωνιστικότητα που θα φέρει ανάπτυξη και θέσεις εργασίας,από το πισογύρισμα στην Παιδεία και την έρευνα, από την συνέχιση του κομματικού κράτους, από την κουλτούρα εθνολαϊκισμού που έγινε κυρίαρχη, και το μίσος για τις δυτικές αξίες που προσλαμβάνει χαρακτηριστικά καθεστώτος, το κόστος ευκαιρίας συσσωρεύεται ραγδαία.

Ο δημόσιος διάλογος μονοπωλείται από την δήθεν διαπραγμάτευση και τις εμφανίσεις του κ.Βαρουφάκη,ενώ η Ελλάδα θα έπρεπε ήδη να βαδίζει στον δρόμο του εκσυγχρονισμού, να δημιουργεί αίσθημα σταθερότητας και να προσελκύει ξένες επενδύσεις. Να ανασυντάσσει την δημόσια διοίκηση και να εκσυγχρονίζει το κοινωνικό κράτος, να ενσωματώνει εργαλεία δίκαιης αναδιανεμητικής πολιτικής όπως το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα,να δίνει ώθηση στην Παιδεία αντί να ξηλώνει τους θύλακες αριστείας.

Όσο και αν είναι κατανοητοί ή εξηγήσιμοι οι λόγοι που ένα μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων έχει αποσύρει την εμπιστοσύνη του από τα παραδοσιακά αστικά κόμματα, η νέα κυβέρνηση όπως αποδεικνύεται ήδη από τις πρώτες 100 μέρες, είναι εγκλωβισμένη μέσα στην ατζέντα του μνημονίου και της δήθεν διαπραγμάτευσης της οποίας πλέον έχει χάσει τον έλεγχο, με κίνδυνο να τα χάσουμε όλα. Την προοπτική σύντομης εξόδου από το μνημόνιο, την παραμονή στην ευρωζώνη,και φυσικά την θεραπεία των χρόνιων υστερήσεων του Ελληνικού κράτους, που μας οδήγησαν πρωταρχικώς στο μνημόνιο.

Μετά από πέντε χρόνια θυσιών, μετά από πέντε χρόνια που αλλοίωσαν τόσο τον κοινωνικό όσο και τον πολιτικό χάρτη της χώρας, δεν πρέπει να πάει η χώρα πίσω από τις δικές της κόκκινες γραμμές για να σωθούν οι κόκκινες γραμμές του Σύριζα και των οραματιστών της Δραχμής. Και οι κόκκινες γραμμές της χώρας είναι η παραμονή μας στην Δύση, στο ευρώ και την Ευρώπη, είναι η συντομότερη και ομαλότερη ουσιαστική και αυθεντική σύγκλιση με τα Ευρωπαϊκά κράτη σε επίπεδο εισοδήματος, θεσμών, οργάνωσης του Κράτους.

Δεν έχει μόνο η κυβέρνηση λοιπόν κόκκινες γραμμές. Κόκκινες γραμμές έχει πάνω απ΄όλα η χώρα. Κυβέρνηση, αντιπολίτευση και πολίτες, αυτές κυρίως είναι που οφείλουμε να διαφυλάξουμε. 

Facebook Comments