Η προσοχή των αγορών είναι στραμμένη στις επιπτώσεις μιας αύξησης του βασικού επιτοκίου στις ΗΠΑ, καθώς μπορεί να δημιουργηθεί ξαφνικά ένα «κενό» ρευστότητας από τη φυγή των επενδυτών που θα είναι αντιμέτωποι με άνοδο του κόστους δανεισμού.

Μεγαλύτερος κίνδυνος ελλοχεύει από μια ξαφνική έλλειψη ρευστότητας στην αγορά εταιρικών ομολόγων που έχουν εκδοθεί σε δολάρια, εάν οι επενδυτές εκεί αποφασίσουν να εγκαταλείψουν μαζικά τις θέσεις τους.

Η αξία της αγοράς εταιρικών ομολόγων φθάνει τα 3,7 τρισ. δολάρια, έχοντας εκτοξευθεί στα ύψη την τελευταία 10ετία. Το μεγαλύτερο μέρος αυτού του όγκου των τίτλων είναι συγκεντρωμένο σε τρεις κατηγορίες επενδυτών: αμοιβαία κεφάλαια, ξένοι επενδυτές και ασφαλιστικές εταιρείες.

Αυτά είναι τα στοιχεία που παραθέτει η Citigroup, προειδοποιώντας ότι μια μαζική ρευστοποίηση θέσεων από αυτές τις τρεις κατηγορίες επενδυτών δεν θα μπορούσε να απορροφηθεί από τις αγορές όταν αποφασίσει η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) να προχωρήσει σε αύξηση επιτοκίων για πρώτη φορά από το 2006.

«Ολα τα χρήματα καταλήγουν στον ίδιο προορισμό. Κάποτε είχαμε 23 κατηγορίες επενδυτών σε αυτήν την αγορά. Σήμερα έχουμε τρεις. Κατά τη δική μου άποψη, αυτός είναι ο παράγοντας που θα παίξει κυρίαρχο ρόλο στις αγορές» επισημαίνει ο Στέφεν Αντίκακ, στρατηγικός αναλυτής στη Citigroup. Αυτές οι τρεις κατηγορίες επενδυτών κατέχουν, σχεδόν, τα δύο τρίτα του όγκου των εταιρικών ομολόγων σε δολάρια, έτσι όπως αναφέρουν τα στοιχεία της Citigroup. Το μερίδιο των αμοιβαίων κεφαλαίων, τα οποία υποχρεούνται να ρευστοποιήσουν άμεσα θέσεις εάν οι πελάτες τους δώσουν την εντολή, αυξήθηκε με τους ταχύτερους ρυθμούς. Διπλασιάστηκε στο 22% μέσα σε μια 10ετία.

Οι ξένοι επενδυτές κατέχουν το ένα τέταρτο των εταιρικών ομολόγων σε δολάρια. Αναλυτές της Wells Fargo προειδοποίησαν έναν μήνα πριν πως αυτοί οι ξένοι επενδυτές σε εταιρικά ομόλογα πιθανώς να αποχωρήσουν εάν αποδυναμώνονταν το δολάριο ταυτόχρονα με μια άνοδο των αποδόσεων.

Τα κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου (hedge funds), τα συνταξιοδοτικά ταμεία του αμερικανικού κράτους και οι χρηματιστηριακές εταιρείες διατηρούν στην κατοχή τους το υπόλοιπο 37% των εταιρικών ομολόγων σε δολάρια.

Aπό την επικεφαλής της Fed, Τζάνετ Γέλεν, μέχρι τον Τζέιμι Ντίμον της JPMorgan Chase, όλοι έχουν διατυπώσει φόβους για μια ξαφνική εξαέρωση της ρευστότητας στις αγορές κρατικών ομολόγων, μια εξέλιξη που θα άφηνε εκτεθειμένους τους διαμεσολαβητές αγορών ή market makers. Ηδη, η διαθέσιμη ρευστότητα είναι περιορισμένη, δυσχεραίνοντας την αποστολή των διαμεσολαβητών που πρέπει να εξισορροπούν τις αγορές μεταξύ αγοράς και πώλησης τίτλων με τα «χρηματοοικονομικά αποθέματά» τους.

Τα αποθέματα εταιρικών ομολόγων έχουν βυθιστεί κατά 76% την περίοδο μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση, καθώς οι αυστηρότεροι κανόνες στη λειτουργία των τραπεζών αύξησαν το κόστος επένδυσης σε ριψοκίνδυνα περιουσιακά στοιχεία. «Αυτά τα χαμηλά επίπεδα των αποθεμάτων σημαίνει ότι οι διαμεσολαβητές δεν θα διαθέτουν τα μέσα για να προχωρήσουν σε αγορές ώστε να εξισορροπήσουν μια μαζική φυγή επενδυτών» παρατηρεί ο Τζιμ Κάρον, διαχειριστής διαθεσίμων στην Μοrgan Stanley Investment Management με κεφάλαια 406 δισ. δολαρίων.

Οι μεγαλύτερες επενδυτικές εταιρείες του κόσμου, συμπεριλαμβανομένων των Pacific Investment Management, BlackRock και Vanguard Group, ζήτησαν από την αμερικανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς να δημιουργήσει μια επιτροπή συμβούλων που θα επικεντρωθεί στο θέμα μιας ξαφνικής έλλειψης ρευστότητας. «Εάν οι χρηματοπιστωτικές κρίσεις συμβαίνουν κάθε επταετία, τότε είναι η κατάλληλη στιγμή για να αρχίσει να προβληματίζεται κανείς για την επόμενη», επισημαίνει ο Τζέιμς Στάνλεϊ, συνέταιρος στην επενδυτική εταιρεία BlueMountain Capital Management με κεφάλαια 21 δισ. δολάρια.

Facebook Comments