Το συγκεκριμένο άρθρο δεν αναμένω να με κάνει και πολύ δημοφιλή. Όμως υπάρχουν ορισμένες αλήθειες που οι έμπειροι άνθρωποι της αγοράς γνωρίζουν ενώ δεν συμβαίνει το ίδιο με τους νέους επιχειρηματίες. Αλήθειες που θα μπορούσαν να τους γλιτώσουν από βέβαιο ενδεχόμενο οικονομικό θάνατο. Αλήθειες τις οποίες κανείς δεν τολμά να αναφέρει.

Όπως για παράδειγμα το ότι ελάχιστοι λογιστές δύνανται να συμβουλέψουν σωστά τους υποψήφιους επιχειρηματίες σε θέματα εργατικού δικαίου και να τους καθοδηγήσουν μακριά από μπελάδες και παγίδες.

Επίσης λόγω ανύπαρκτης μηχανοργάνωσης καμία δημόσια υπηρεσία δεν δύναται να ενημερώσει υπεύθυνα τον επιχειρηματία υπεύθυνα για την κατάσταση του προσωπικού του, την αποζημίωση που δικαιούται, το αν και πότε έχει συμπληρώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα. Το ότι ο νόμος ορίζοντας εξωπραγματικές αποζημιώσεις απόλυσης προστατεύει τον εργαζόμενο είναι μύθος. Αυτός που προστατεύεται είναι ο υπάλληλος σε μικρομεσαία επιχείρηση ο οποίος εργάζεται επί σειρά ετών.

Όπως θα δούμε στην συνέχεια όμως η προστασία αυτή γίνεται αυθαιρεσία και αποβαίνει σε βάρος του αδαή μικρομεσαίου επιχειρηματία, του νέου εργαζόμενου σε μεγάλη πολυεθνική και φυσικά του ανέργου. Θα δούμε πως ένας νόμος ο οποίος υποτίθεται πως προστατεύει τον εργαζόμενο συμβάλλει στην διατήρηση του εργασιακού μεσαίωνα, προσδίδει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στις πολυεθνικές και στους ομίλους σε βάρος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και εντέλει συμβάλλει στην διόγκωση της νεανικής ανεργίας και στην καταρράκωση του βιοτικού επιπέδου στην χώρα μας.

Γιατί η αποζημίωση απόλυσης αποτελεί κατάφορη αδικία σε βάρος του μικρομεσαίου επιχειρηματία.

Το κεφάλαιο των παράλογων αποζημιώσεων απόλυσης είναι ένα κεφάλαιο το οποίο ουδείς πολιτικός αλλά ούτε και δημοσιογράφος τολμάει να καυτηριάσει. Και αυτό γιατί οι πολιτικοί νομοθετούν κατά βάση όχι με γνώμονα το συμφέρον της χώρας αλλά με γνώμονα την ψηφοθηρία. Ουδείς δημοσιογράφος επίσης τολμάει να πει την αλήθεια για τις αποζημιώσεις γιατί κανείς δεν θέλει να γίνει αντιδημοφιλής. Όμως υπάρχουν ορισμένες αλήθειες που οι άνθρωποι της αγοράς τις γνωρίζουν καλά εδώ και χρόνια. Όσους έχω ακούσει να αναφέρονται στο εργατικό δίκαιο αναφέρονται κατά κανόνα στο συμφέρον του εργαζόμενου. Όμως ο σκοπός του εργατικού δικαίου δεν θα έπρεπε να αποσκοπεί αποκλειστικά στο συμφέρον του εργαζόμενου αλλά να διευθετεί με τον καλλίτερο δυνατό τρόπο τις όποιες διαφορές προκύπτουν ανάμεσα στους εμπλεκόμενους με σαφήνεια αλλά και κυρίως να μην δημιουργεί αφορμές για αδικίες και προστριβές.

Καλό είναι να γνωρίσουν οι νέοι επιχειρηματίες ότι οι σχέσεις Μικρομεσαίων επιχειρηματιών και εργαζομένων στην Ελλάδα μοιάζουν πολύ με τις σχέσεις έγγαμων, καθώς ο νόμος ουσιαστικά καθιστά τον επί σειρά ετών εργαζόμενο συνεταίρο στην επιχείρηση. Στην περίπτωση που ο επιχειρηματίας βρεθεί σε οικονομικό αδιέξοδο και αποφασίσει εν τέλει να κλείσει την επιχείρηση του λόγω της κρίσης, εκτός από την απώλεια της εργασίας του και τις δυσκολίες να βρει κάτι νέο είναι αναγκασμένος να σκορπίσει αρκετά χρήματα ως «αποζημίωση απόλυσης» στους εργαζόμενους εάν θέλει να είναι καθ’ όλα νόμιμος. Το ότι ο νόμος ορίζει τόσο υψηλές αποζημιώσεις που έχουν παραμείνει στα επίπεδα προ κρίσης χωρίς να λαμβάνει υπ’ όψιν του την οικογενειακή κατάσταση του εργοδότη και τους λόγους και συνθήκες κάτω από τις οποίες η επιχείρηση πραγματοποιεί παύση εργασιών τον αδικεί ντε φάκτο.

Τα πράγματα περιπλέκονται ακόμη περισσότερο με τον νόμο ο οποίος αναφέρει μεν ότι η αποζημίωση ισούται με το 40% των 12 μικτών μισθών του εργαζόμενου αν ο υπάλληλος έχει θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα αλλά δεν αναφέρει το πώς ο εργοδότης θα το εξακριβώσει. Κανένας υπάλληλος του ΙΚΑ δεν μπορεί να ενημερώσει γραπτά και υπεύθυνα τον επιχειρηματία εάν ο απασχολούμενος έχει θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα προκειμένου να γνωρίζει το ύψος της αποζημίωσης που υποχρεούται από τον νόμο να καταβάλλει και αυτή η ασάφεια ενδέχεται να δημιουργήσει προστριβές καθώς το ποσό που ο εργοδότης ενδεχομένως υποχρεούται να καταβάλει είναι τεράστιο για τα δεδομένα της εποχής.

Ένας έμπειρος επιχειρηματίας της αγοράς έχει υπ’ όψιν του τα εξής:

  • Σε περίπτωση λύσης της εταιρείας, όσα χρόνια και να γνωρίζει ο επιχειρηματίας τον υπάλληλο, όσο στενή σχέση και να έχουν, εάν ο ένας μπορεί να χρησιμοποιήσει τον νόμο προκειμένου να επωφεληθεί σε βάρος του άλλου θα το κάνει. Ότι ακριβώς δηλαδή ισχύει και στην περίπτωση παντρεμένων ζευγαριών όπου ο νόμος προστατεύει κατά κανόνα την γυναίκα.
  • Δεν εμπιστευόμαστε απολύτως τους λογιστές και φοροτεχνικούς αλλά ψάχνουμε τους νόμους και ενημερωνόμαστε από μόνοι μας. Ο Έλληνας Επιχειρηματίας δεν αρκεί να είναι μοναχά καλός στην δουλειά του. Πρέπει να γνωρίζει από πρώτο χέρι τι ισχύει στα εργατικά, στα λογιστικά και στα φορολογικά. Αυτό ισχύει ακόμα και αν έχει μία πολύ μικρή επιχείρηση.  Αγωνίζεται μόνος του ενάντια στην κρίση, τον ανταγωνισμό, την εφορία, την επιθεώρηση εργασίας, το ΙΚΑ και τον ΟΑΕΕ χωρίς την παραμικρή βοήθεια από την πολιτεία η οποία τον θυμάται μόνο όταν πρόκειται να τον φορολογήσει.
  • Είναι πολύ σημαντικό να γνωρίζει ο επιχειρηματίας ότι εφ’ όσον ο εργαζόμενος δεν έχει λάβει προειδοποίηση απόλυσης, δεν τον συμφέρει να προβεί σε κατάθεση δικαιολογητικών για σύνταξη. Τον συμφέρει να κωλυσιεργήσει την κατάθεση των δικαιολογητικών και να κοροϊδεύει τον επιχειρηματία ότι θα το κάνει καθώς το τζάκ ποτ της αποζημίωσης απόλυσης είναι τεράστιο. Θα εκμεταλλευτεί το σύστημα προς όφελος του. Άλλωστε είναι γνωστό ότι οι μεγαλύτερες αδικίες γίνονται με την πλήρη κάλυψη του νόμου.
  • Ο εργοδότης ακόμα και στην περίπτωση που ο εργαζόμενος έχει συμπληρώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα πάλι θα πρέπει να του καταβάλλει «αποζημίωση».
  • Ο εργοδότης εάν γνωρίζει πως η εταιρεία του θα κλείσει, δύναται σε αυτήν την περίπτωση να θέσει σε διαθεσιμότητα τον υπάλληλο του καταβάλλοντας την μισή αμοιβή για ένα τετράμηνο και ταυτόχρονα να προβεί σε αποζημίωση απόλυσης. Η περίοδος της διαθεσιμότητας μετράει στην περίοδο της προειδοποίησης απόλυσης καθώς ο εργαζόμενος αμείβεται με το ήμισυ του μισθού του όμως επειδή δεν προσέρχεται στην εργασία του έχει αρκετό χρόνο να βρει κάτι καινούριο. Εδώ πρέπει να αναφέρουμε επίσης ότι ο λογιστής-φοροτεχνικός έχει την υποχρέωση να ενημερώνει σωστά τον πελάτη του για τα δικαιώματα του και να τον συμβουλεύει ώστε να προβαίνει στις σωστές ενέργειες για την προάσπιση των συμφερόντων του.
  • Ο Εργοδότης πρέπει να προβεί από μόνος του σε συγκεκριμένες ενέργειες προκειμένου να προστατεύσει τα συμφέροντα του. Ο Υπάλληλος που εργάζεται επί σειρά ετών σε μικρομεσαία επιχείρηση δεν χρειάζεται να κάνει απολύτως τίποτα. Τον προστατεύει αυτόματα ο νόμος σε σημείο που να του επιτρέπει ακόμα και να αυθαιρετήσει σε βάρος του εργοδότη!
  • Ο Εργοδότης γνωρίζει ότι ο επί σειρά ετών εργαζόμενος έχοντας εξασφαλίσει παχυλή αποζημίωση απόλυσης δεν έχει κανέναν λόγο να εργάζεται για το καλό της επιχείρησης. Η απόδοση του εργαζόμενου μοιραία πέφτει στο πέρασμα του χρόνου όσο ανεβαίνει η αποζημίωση απόλυσης στην οποία έχει δικαίωμα. 

Δυστυχώς οι σχέσεις εργαζομένων εργοδοτών στην χώρα μας έχουν ως διαιτητή ένα κράτος που σκοπός του είναι όχι να λύσει τις διαφορές τους και να συμβάλλει στην ευημερία της χώρας αλλά να χαϊδέψει τον εργαζόμενο – ακόμα και τον τεμπέλη – για ψηφοθηρικούς λόγους. Πρόκειται για έναν ακόμη παράγοντα που όπως θα δούμε παρακάτω καταστρέφει όχι μόνο τις οικονομικές δομές της χώρας αλλά και τις προοπτικές των νέων να εργαστούν κάτω από αξιοπρεπείς συνθήκες.

Πως το εργατικό δίκαιο συμβάλλει στην αύξηση της νεανικής ανεργίας και στην εξαθλίωση των εργαζομένων σε πολυεθνικές και ομίλους εταιρειών καταστρέφοντας τις ΜΜΕ.

 Όταν ο Μικρομεσαίος Επιχειρηματίας χτυπημένος από την κρίση θα μείνει τελικώς με χρέη, υποχρεώνεται και σε «αποζημιώσεις απόλυσης» οι οποίες ενδέχεται να τον γονατίσουν οικονομικά. Εν τέλει οι συνέπειες και οι ασάφειες που έχει ο εργατικός νόμος για να προστατέψει δήθεν το συμφέρον του εργαζόμενου, επιφυλάσσουν αδικίες και ως επόμενο αποβαίνουν τελικώς σε βάρος του ανέργου και του νέου εργαζόμενου καθώς στην αγορά εργασίας συμβαίνουν τα εξής:

1ον Δίνονται σαφή κίνητρα για μαύρη εργασία και μισθούς πείνας σε νέους εργαζόμενους αλλά και κίνητρα για απασχόληση αλλοδαπών και παράνομων μεταναστών.

2ον Δημιουργούνται προβλήματα ανταγωνισμού στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις καθώς οι μεγάλοι όμιλοι και οι πολυεθνικές έχουν την δυνατότητα να απολύουν στο έτος τους εργαζόμενους τους από το ένα τμήμα (θυγατρική) και τους προσλαμβάνουν στο άλλο προκειμένου να μην αποκτούν δικαίωμα αποζημίωσης. Δύνανται επίσης έτσι να μειώνουν δραστικά το προσωπικό τους και τα κόστη τους σε περίοδο κρίσης πράγμα το οποίο οι Μικρομεσαίες δεν μπορούν να κάνουν καθώς με τις αποζημιώσεις απόλυσης το κόστος μείωσης του προσωπικού εκτινάσσεται και τις οδηγεί σε οικονομικά αδιέξοδα. Έτσι καταδικάζονται σε θάνατο επιχειρήσεις που θα μπορούσαν ενδεχομένως να επιβιώσουν και με το πέρασμα της κρίσης να αναπτυχθούν δημιουργώντας εκ νέου θέσεις εργασίας.

3ον Οι πολυεθνικές επιπλέον έτσι εξασφαλίζουν την απρόσκοπτη απόδοση των εργαζομένων τους λόγω του απρόσωπου χαρακτήρα των σχέσεων με τους εργαζόμενους τους αλλά και λόγω του φόβου της απόλυσης χωρίς αποζημίωση. Αυτά τα δύο τους δίνουν σαφή πλεονεκτήματα σε σχέση με τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που έχουν αναπτύξει πιο στενές σχέσεις με τους εργαζόμενους τους  οποίους απασχολούν επί σειρά ετών.

4ον Οι μεγάλες επιχειρήσεις δύνανται να τους έχουν ακόμη και απλήρωτους επί μήνες ενώ το πολιτικό μας σύστημα εκεί δεν παρεμβαίνει για την προστασία τους. Κοινώς ο νόμος καθυστερεί να εφαρμοστεί στους «μεγάλους» καθώς οι θέσεις εργασίας είναι πολλές και το πολιτικό κόστος της παρέμβασης μεγάλο καθώς εκεί η πολιτεία θα βρεθεί αντιμέτωπη και με τους ίδιους τους εργαζόμενους. Τα παραδείγματα είναι πολλά στα οποία ο εργατικός νόμος ενώ μπορεί να γονατίσει τον μικρομεσαίο επιχειρηματία, εφαρμόζεται με καθυστέρηση σε περιπτώσεις όπως στην ΑΣΠΙΣ ενώ πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η περίπτωση του Καζίνο Σύρου το οποίο είχε να καταβάλει μισθούς εδώ και εννέα μήνες. Η σημαντικότητα του Καζίνο στην τοπική τουριστική οικονομία του νησιού (ο δεύτερος μεγαλύτερος εργοδότης) ήταν ένας ακόμη λόγος που η πολιτεία επέτρεψε την πολύμηνη αυθαιρεσία σε βάρος των εργαζομένων.

Όπως βλέπουμε οι πολυεθνικές εταιρείες και ορισμένες μεγάλες επιχειρήσεις έχουν βρει τον τρόπο να παρακάμπτουν την κρατική στρέβλωση που ενδεχομένως να προστατεύει ακόμα και τον τεμπέλη εργαζόμενο. Όμως δεν κάνουν μόνο αυτό. Με τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις να έχουν σαφή μειονεκτήματα και να μην μπορούν να τις ανταγωνιστούν αποτελεσματικά εκμεταλλεύονται την κατάσταση αμείβοντας τους εργαζόμενους με μισθούς πείνας και αναγκάζοντας τους να εργάζονται υπερωρίες και στις ημέρες των αδειών χωρίς φυσικά να τις πληρώνουν. Δυστυχώς ο εργατικός νόμος όχι μόνο δεν έχει προσαρμοστεί στις συνθήκες που ζούμε αλλά δημιουργεί κατάφορες αδικίες, οδηγεί τους μικρούς εργοδότες στον οικονομικό θάνατο, διαλύει μικρές επιχειρήσεις δίνοντας στις πολυεθνικές σαφή πλεονεκτήματα και εν τέλει ενισχύει ακόμη περισσότερο την ανεργία.

 

Με βάση το γεγονός ότι η ραχοκοκαλιά της Ελληνικής οικονομίας είναι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις με την πλέον σημαντική συμβολή στο:

1ον να υποκαταστήσουν τις εισαγωγές και έτσι να συμβάλλουν στην ευημερία της χώρας και

2ον να συμβάλλουν δραστικά στην μείωση της νεανικής ανεργίας καθώς δημιουργούν το μεγαλύτερο μέρος των θέσεων εργασίας σε μια οικονομία,

μπορούμε να κατανοήσουμε το γιατί η νεανική ανεργία βρίσκεται στο ύψος που βρίσκεται σήμερα. Με έναν εργατικό νόμο που ουσιαστικά τιμωρεί τις επιχειρήσεις που απασχολούν προσωπικό επί σειρά ετών, τις αποτρέπουν από το να εξειδικεύσουν τον εργαζόμενο με βάση τις ανάγκες τους, να καλλιεργήσουν σχέσεις αμοιβαίας εμπιστοσύνης, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις είναι από χέρι χαμένες στο παιχνίδι του ανταγωνισμού με τους διεθνείς κολοσσούς. Από χέρι χαμένοι είναι και οι νέοι εργαζόμενοι χωρίς μικρομεσαίες επιχειρήσεις να τους προσλάβουν αλλά έχοντας ως μοναδική τους επιλογή την μαύρη εργασία αλλά και τους μισθούς πείνας των πολυεθνικών οι οποίες εκμεταλλεύονται την κατάσταση και την έλλειψη εγχώριου ανταγωνισμού.

 

Προτάσεις αποκατάστασης των αδικιών του εργατικού νόμου.

Οι κατάφορες αδικίες του εργατικού νόμου όπως είδαμε δύνανται να καταστρέψουν οικονομικά όσους τολμούν να επιχειρήσουν σε ένα τόσο εχθρικό περιβάλλον στερώντας τους επίσης πολύτιμα κεφάλαια τα οποία θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν σε ένα δεύτερο εγχείρημα. Το εργατικό δίκαιο εν τέλει με τις παράλογες αποζημιώσεις τους στερεί την  δεύτερη ευκαιρία να επιχειρήσουν και να συμβάλλουν έτσι στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας.  Δεδομένου του ότι ο Έλληνας Επιχειρηματίας δεν αρκεί να είναι μοναχά καλός στην δουλειά του αλλά πρέπει να γνωρίζει από πρώτο χέρι τι ισχύει στα εργατικά, στα λογιστικά και στα φορολογικά, τον αναγκάζει σε παράλογη σπατάλη ενέργειας και πόρων με τις ανάλογες βέβαια συνέπειες στην ανάπτυξη και την ευημερία της χώρας.

Ο σκοπός του εργατικού δικαίου δεν θα έπρεπε να αποσκοπεί αποκλειστικά στην προστασία ορισμένων και συγκεκριμένων ομάδων αλλά:

  • Να συμβάλλει αποτελεσματικά στην επίλυση των διαφορών εργαζομένων-εργοδοτών όπου αυτές υπάρχουν και όχι να τις επιτείνει με αδικίες και ασάφειες. Απαιτείται πλήρης αναμόρφωση του με πιο σαφή και συγκεκριμενοποιημένη νομοθεσία η οποία δεν θα επιτρέπει την παραμικρή παρερμηνεία του νόμου. Απαιτείται η αναμόρφωση των ασφαλιστικών ιδρυμάτων και η μηχανοργάνωση τους ώστε να μπορούν να ενημερώνουν σωστά τον εργαζόμενο για τα δικαιώματα του αλλά και τον εργοδότη για την κατάσταση του προσωπικού του καθώς και να τον διευκολύνει στην λειτουργία της επιχείρησης του.
  • Να συμβάλλει στην προστασία και του εργαζόμενου από αυθαιρεσίες του εργοδότη αλλά χωρίς να επιτρέπει αυθαιρεσίες. Να λαμβάνει υπ’ όψιν του την οικονομική και οικογενειακή κατάσταση του εργοδότη ο οποίος στην περίπτωση που η επιχείρηση του κλείσει χάνει και εκείνος την δουλειά του και όχι μονάχα δεν αποζημιώνεται από πουθενά αλλά απεναντίας ο νόμος τον οδηγεί στην οικονομική εξόντωση επειδή τόλμησε να απασχολήσει προσωπικό.
  • Το πλέον σημαντικό είναι να συμβάλλει στην δημιουργία θέσεων εργασίας με αξιοπρεπείς συνθήκες, να εξασφαλίζει την οικονομική ανάπτυξη και την ευημερία της χώρας αλλά και το ότι οι εργοδότες θα έχουν και μια δεύτερη ευκαιρία με την εκλογίκευση των αποζημιώσεων οι οποίες έχουν δυστυχώς παραμείνει στα προ της κρίσης επίπεδα.

Συμπέρασμα

Απαραίτητη εγγύηση για αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας δεν είναι παρά η οικονομική ανάπτυξη και η δημιουργία όσο γίνεται περισσότερων μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Όμως δεν αρκεί μόνο αυτό. Πρέπει οι ΜΜΕ να δύνανται να προσλάβουν προσωπικό χωρίς να διακυβεύεται η επιβίωση τους. Όσο η πρόσληψη εργαζόμενου έχει ουσιαστικά ποινικοποιηθεί στην χώρα μας και συνοδεύεται από παράλογες εισφορές και κόστη, ο νέος εργαζόμενος δεν πρόκειται να δει αξιοπρεπή εργασία στην χώρα μας ούτε με κιάλια. Οποιοσδήποτε νόμος και να ψηφιστεί στη βουλή για τα δικαιώματα των εργαζομένων, όσο οι  πολυεθνικές αλωνίζουν με σαφή ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα απέναντι στην εγχώρια επιχειρηματικότητα και όσο οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις κλείνουν, η οικονομία θα καταρρέει και οι εργαζόμενοι θα εξαθλιώνονται. Σε μία οικονομία όπου όσοι λίγοι έχουν την «τύχη» να εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα αμείβονται με μισθούς πείνας αλλά και ένα πολύ μεγάλο μέρος τους παραμένει απλήρωτο επί μήνες, ο εργατικός νόμος όπως βλέπουμε όχι μονάχα δεν προστατεύει τον εργαζόμενο αλλά δημιουργεί και σαφείς στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό με όλες τις αρνητικές συνέπειες που είδαμε.

Δυστυχώς στην Ελλάδα της μεταπολίτευσης κυριάρχησε ιδεολογικά ο αχαλίνωτος κρατισμός και ο λαϊκισμός. Στην περίοδο της βαθιάς κρίσης που διανύουμε μας άφησε παρακαταθήκη έναν εργατικό νόμο βαρίδι για την πρόοδο και την ευημερία της χώρας που οδηγεί ακόμα περισσότερους νέους στην εξαθλίωση και την μετανάστευση. Απαιτείται η πλήρης αναμόρφωση του και η προσαρμογή του στην ζοφερή πραγματικότητα του σήμερα. Όμως αυτό απαιτεί και πολιτικούς που θα κοιτάξουν το συμφέρον της χώρας και θα τολμήσουν να κάνουν τις απαραίτητες τομές στα εργασιακά ανεξάρτητα από μικροπολιτικά συμφέροντα.

Facebook Comments