Αναδιάρθρωση του ελληνικού δημόσιου χρέους
Ξεκινάω ευθέως με την παραδοχή ότι το χρέος της κεντρικής Κυβέρνησης €325,8δις (176,9% του ΑΕΠ για το 2014,
Ξεκινάω ευθέως με την παραδοχή ότι το χρέος της κεντρικής Κυβέρνησης €325,8δις (176,9% του ΑΕΠ για το 2014,
Στις προτάσεις κομμάτων, ευρωπαϊκών ερευνητικών κέντρων, οικονομολόγων κύρους που γίνονται είτε για την αντιμετώπιση καθαυτού του ελληνικού προβλήματος είτε για συνολικές λύσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο, έχουν περίπου διατυπωθεί όλα.
Κάθε πρόταση περιλαμβάνει πτυχές οι οποίες μπορούν να αποτελέσουν στοιχεία συστατικά μιας συνολικής πρότασης της χώρας μας απέναντι στα θεσμικά όργανα, ΕΚΤ, EFSF,ESM, ΔΝΤ και τα κράτη μέλη της ΕΕ.
Η διαχείριση και την μακροχρόνια βιωσιμότητα του ελληνικού δημόσιου χρέους όμως δεν αποτελεί μια τεχνοκρατική διαδικασία αλλά συνιστά ως ένα κατ΄εξοχήν πολιτικό ζήτημα.
Θα ήθελα να είναι απολύτως σαφές ότι με το σύστημα των προτάσεων, που κεντρικό στοιχείο τους περιέχουν τη διαγραφή του μεγαλύτερου ή λιγότερο μεγάλου μέρους του χρέους δεν συμφωνούμε θεωρώντας ότι απλώς ως εκ της ίδιας της δομής του χρέους (πάνω από το 80% ανήκει στον επίσημο τομέα) η πιθανότητα να δεχθούν τα κράτη- μέλη της ΕΕ να θέσουν στα κοινοβούλιά τους τέτοια πρόταση δεν υφίσταται. Η εμμονή σε μια τέτοια πρόταση ακυρώνει όλο το σύστημα των προτάσεων προς διεκδίκηση, που θα μπορούσε συναινετικά να δώσει λύσεις στον κοινά επιδιωκόμενο στόχο του να καταστήσουμε βιώσιμο το ελληνικό δημόσιο χρέος.
2. Ως ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ, για την αντιμετώπιση του δημόσιου χρέους έχουμε διακρίνει την αναγκαιότητα πολιτικής παρέμβασης για να διαμορφωθούν δυο δέσμες προτάσεων της ελληνικής κυβέρνησης:
(α)Κοινή ευρωπαϊκή δράση:
Και συγκεκριμένα, πρώτον:
-Η αξιοποίηση των προτάσεων, που έχουν διατυπωθεί από ευρωπαϊκές κυβερνήσεις για μεγαλύτερη ευελιξία ως προς την εφαρμογή του Ενισχυμένου Συμφώνου Σταθερότητας. Είναι απολύτως αναγκαία, προκειμένου ο στόχος της δημοσιονομικής σταθερότητας να μην αντιστρατεύεται τους στόχους της ανάπτυξης και της καταπολέμησης της ανεργίας. Αυτό γιατί ο πλέον καθοριστικός τρόπος για τη μείωση του χρέους είναι η επιτάχυνση της αναπτυξιακής διαδικασίας.
Δεύτερον:
– Η ενεργοποίηση μιας διαδικασίας διαλόγου αναφορικά με την ανάπτυξη κοινών εργαλείων για την διαχείριση του δημόσιου χρέους σε κοινοτικό επίπεδο ( αμοιβαιοποίηση του χρέους, λειτουργία της ΕΚΤ ως δανειστή ύστατης στιγμής, παρέμβαση της ΕΚΤ στην πρωτογενή αγορά ομολόγων, ευρω-ομόλογο κλπ). Σε αυτή την κατεύθυνση η κυβέρνηση οφείλει να στηρίξει στις σχετικές προτάσεις.
Η ΔΗΜΑΡ, από το ιδρυτικό της Συνέδριο, πρότεινε σταθερά την «αμοιβαιοποίηση» μέρους του χρέους των κρατών –μελών, για κοινή εγγύηση του χρέους που ξεπερνά το όριο του Μάαστριχτ το 60%.
Υπάρχουν στον ευρωπαϊκό χώρο παραλλαγές της πρότασης αυτής από ερευνητικά κέντρα και οικονομολόγους. Τελευταία, το πρότεινε ως ιδέα και το Συμβούλιο Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων της Γερμανίας με πολλούς, βεβαίως, περιοριστικούς όρους.
Το σημαντικό είναι ότι υπάρχει κινητικότητα στο ζήτημα αυτό. Από τις αρχές του 2013 ο απελθών Μπαρόζο είχε ανακοίνωσε σύσταση ομάδας εργασίας για το ζήτημα της κοινής ευρωπαϊκής έκδοσης χρέους υπό τη μορφή ενός ταμείου απόσβεσης των δημοσίων χρεών και ευρωγραμματίων, υπό την πίεση του Ευρωκοινοβουλίου προκειμένου αυτό με τη σειρά του να ψηφίσει το Δημοσιονομικό Σύμφωνο.
Και τρίτον:
-Το πέρασμα του κόστους ανακεφαλαιοποίησης των Τραπεζών στον ESM, και μείωση του χρέους ισόποσα, είτε κατά ένα μέρος μικρότερο της τρέχουσας χρηματιστηριακής αξίας των τραπεζικών μετοχών που θα περάσουν στο ESM. Αυτό για την Ελλάδα θα αντιστοιχούσε σε μείωση του ελληνικού χρέους κατά 25 δις ευρώ, που είναι οι συμμετοχές του ΤΧΣ στις 4 συστημικές τράπεζες.
(β) Ελληνική διεκδίκηση:
Πρώτον:
– η επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής των διμερών δανείων και αυτών από τον EFSF στα 70 χρόνια, καθώς και η μείωση των επιτοκίων των διμερών δανείων και η μετατροπή του σημερινού χαμηλού κυμαινόμενου επιτοκίου (Euribor 3μήνου+ 0,5%) σε σταθερό για τα επόμενα 15 χρόνια, στη βάση της Απόφασης του Eurogroup της 27ης Νοεμβρίου 2012.
Και δεύτερον:
– η διασφάλιση σταθερής αναπτυξιακής πορείας της χώρας και η επιστροφή της χώρας σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης μέσα από:
1) Την μείωση του ύψους των πρωτογενών πλεονασμάτων (και τουλάχιστον κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες από το 4,5% του ΑΕΠ, που μνημονιακά προβλέπεται να διασφαλίζει η χώρα από το 2016 και εντεύθεν). Είναι αδύνατον να επιτυγχάνεται τέτοιου ύψους πλεόνασμα, συνεχώς τα επόμενα έτη και ταυτοχρόνως να επιδιώκονται συνεχείς υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης.
2) την διασφάλιση ενός επενδυτικού προγράμματος στήριξης από τα κράτη- μέλη της ΕΕ, της τάξης των 20 δις ευρώ(αυτού που συζητείται ως ένα νέο σχέδιο Μάρσαλ) προκειμένου να μπορέσει η χώρα να επιστρέψει. Την πρόταση αυτή την υποστηρίζει από την ίδρυσή της η ΔΗΜΑΡ.
3. Μιλώντας για το δημόσιο χρέος και την ευρωπαϊκή εποπτεία δεν πρέπει ούτε μια στιγμή να διαφεύγει από τη συνολική μας θεώρηση ότι η ελληνική οικονομία μέχρι το 2040 θα βρίσκεται σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας, σύμφωνα με την δίπτυχη δέσμη μέτρων (two pack) για την οικονομική διακυβέρνηση της ευρωζώνης, που άρχισε να εφαρμόζεται από τον Οκτώβριο του 2013. Σύμφωνα με το Άρθρο 14 του εν λόγω νομικού πλαισίου ακόμη και μετά τη λήξη ενός Μνημονίου τα κράτη –μέλη παραμένουν υπό εποπτεία εφόσον δεν έχει εξοφληθεί τουλάχιστον το 75% της χρηματοδοτικής συνδρομής που έχει ληφθεί από ένα ή περισσότερα άλλα κράτη μέλη, τον ESM ή το EFSF.
Φυσικά αυτή η εποπτεία δεν θα έχει τα χαρακτηριστικά των Μνημονίων όπως τα βιώνουμε, ως Ελλάδα, τα τέσσερα τελευταία χρόνια. Είναι όμως ένα θεσμικό πλαίσιο, που θα το υφιστάμεθα, όπως και οι άλλοι ευρωπαίοι, μέχρις ότου το αλλάξουμε …
Το κείμενο βασίζεται στην Εισηγητική παρέμβασή μου στην Ημερίδα της ΔΗΜΑΡ με θέμα την Αναδιάρθρωση του ελληνικού δημόσιου χρέους, 20/11/2014, στο ΕΒΕΑ
Facebook Comments