Όσο καθυστερεί η προώθηση και η εφαρμογή των δομικών αλλαγών οι οποίες αυξάνουν την αποτελεσματικότητα της χρήσης των παραγωγικών συντελεστών, τόσο αυξάνεται η πιθανότητα η ελληνική οικονομία να εισέλθει σε μια παγίδα «μακροχρόνιας στασιμότητας», αναφέρουν στο εβδομαδιαίο δελτίο τους «7 ΗΜΕΡΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ» οι αναλυτές της Eurobank Research και υπογραμμίζουν ότι «η οικονομία του Μεξικού τη δεκαετία του 1980 αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού του φαινομένου».

 

Ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), με έκθεση που δημοσίευσε την προηγούμενη εβδομάδα (Going for Growth 2015), τονίζει πως οι προτεραιότητες στον τομέα των μεταρρυθμίσεων για την Ελλάδα αφορούν την ενίσχυση των ενεργητικών πολιτικών

 

στην αγορά εργασίας, την περαιτέρω κατάργηση των εμποδίων στον ανταγωνισμό, τη βελτίωση της ποιότητας του εκπαιδευτικού συστήματος και της δημόσιας διοίκησης και την αύξηση της αποτελεσματικότητας του φορολογικού συστήματος.

 

Ειδικότερα, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν στην Ελλάδα έτσι ώστε να ενισχυθεί ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης της χώρας αφορούν τους ακόλουθους πέντε τομείς:

 

• Ενίσχυση της λειτουργικότητας των ενεργητικών πολιτικών απασχόλησης και της κοινωνικής προστασίας. Οι εύστοχες πολιτικές απασχόλησης και η έγκαιρη εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων στο ελληνικό σύστημα κοινωνικής πρόνοιας είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για να μειωθεί η μακροχρόνια ανεργία. Πιο συγκεκριμένα, ο ΟΟΣΑ προτείνει την άμεση αλλαγή της δομής των Δημόσιων Υπηρεσιών Απασχόλησης και την εφαρμογή ενός πιλοτικού προγράμματος ελάχιστου εισοδήματος, το οποίο θα αποτελέσει τη βάση για την καθιέρωση ενός πλήρους κλίμακας προγράμματος Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος.

• Μείωση των ρυθμιστικών εμποδίων στον ανταγωνισμό. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, τα γραφειοκρατικά εμπόδια που εξακολουθούν να πλήττουν τη λειτουργία μιας επιχείρησης και ο ασθενής ανταγωνισμός εμποδίζουν την παραγωγικότητα και τις επενδύσεις. Αυτό που ουσιαστικά προτείνει είναι να απλουστευτούν οι διαδικασίες αδειοδότησης των επιχειρήσεων και να μειωθούν τα διοικητικά εμπόδια για τις εξαγωγικές επιχειρήσεις. Επιπλέον, ο νόμος για το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων (που εφαρμόστηκε ήδη για τους δικηγόρους, τους λογιστές και τους μηχανικούς) πρέπει να υλοποιηθεί, εστιάζοντας στις επιπτώσεις που έχει στον ανταγωνισμό.

• Βελτίωση της ποιότητας και της λειτουργικότητας του εκπαιδευτικού συστήματος. Ανεπάρκειες στη δευτεροβάθμια και την τριτοβάθμια εκπαίδευση επηρεάζει αρνητικά τη συσσώρευση ανθρώπινου κεφαλαίου της χώρας και, κατ επέκταση, την παραγωγικότητα. Για το λόγο αυτό ο ΟΟΣΑ προτείνει τα σχολεία να γίνουν πιο αυτόνομα και υπεύθυνα και ολοκληρωθεί επιτυχώς η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και των καθηγητών. Ταυτόχρονα, πρέπει να ολοκληρωθεί το σύστημα αξιολόγησης της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης από ανεξάρτητους εξωτερικούς φορείς, όπως αρχικά είχε προγραμματιστεί.

• Αύξηση της αποδοτικότητας της δημόσιας διοίκησης έτσι ώστε οι παρεχόμενες δημόσιες υπηρεσίες να είναι υψηλής ποιότητας. Ο ΟΟΣΑ υποστηρίζει πως πρέπει γρήγορα να αναπτυχθεί ένα σύστημα αξιολόγησης των επιδόσεων των δημοσίων υπαλλήλων το οποίο θα βασίζεται σε σαφείς ατομικούς στόχους, και παράλληλα να αναπτυχθεί περαιτέρω η ηλεκτρονική διακυβέρνηση.

• Αύξηση της αποτελεσματικότητας του φορολογικού συστήματος, με κυριότερο στόχο την πάταξη της φοροδιαφυγής. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, οι φοροεισπρακτικοί αλλά και οι ελεγκτικοί μηχανισμοί πρέπει να γίνουν πιο αποτελεσματικοί, εντείνοντας και βελτιώνοντας τις διαδικασίες αντιπαραβολής και επαλήθευσης. Επιπρόσθετα, σημαντική είναι και η επίσπευση των δικαστικών διαδικασιών έτσι ώστε να ενισχυθεί η εφαρμογή της φορολογικής νομοθεσίας.

Επιπλέον, υπογραμμίζουν, το φαινόμενο του αποπληθωρισμού δύναται να προκαλέσει αρνητικές συνέπειες στην οικονομία (αύξηση του πραγματικού κόστους χρηματοδότησης, μείωση της ζήτησης, επιβάρυνση των οφειλετών) στην περίπτωση που τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις αναμένουν περαιτέρω πτώση των τιμών, δηλαδή διαμορφώνουν προσδοκίες σύμφωνα με τις οποίες το εν λόγω φαινόμενο διατηρείται. Επιπρόσθετα, ακόμα και στην περίπτωση που έχουμε ταχεία ανάκαμψη της ζήτησης (με δεδομένη την προσφορά) μέσα στα επόμενα τρίμηνα, το γενικό επίπεδο των τιμών είναι πολύ πιθανό να μην αυξηθεί με τον ίδιο ρυθμό. Ο λόγος είναι η ύπαρξη του πολύ υψηλού ποσοστού της ανεργίας. Η πλεονάζουσα ποσότητα των ανέργων (αριθμός ανέργων 1,229 εκ. άτομα) αποτρέπει προς το παρόν τουλάχιστον την τάση για αύξηση των μισθών και αυτό έχει ως συνέπεια οι επιχειρήσεις να μπορούν να αυξήσουν την παραγωγή τους χωρίς να επωμίζονται αυξημένο οριακό κόστος σε σχέση με τον παραγωγικό συντελεστή της εργασίας. Οπότε, για δεδομένο περιθώριο κέρδους δεν υπάρχει ισχυρό κίνητρο για αύξηση των τιμών.

Facebook Comments