Η χώρα μας έχει οδηγηθεί σε μια τραγικά κρίσιμη και αδιέξοδη κατάσταση και δεν γνωρίζω πώς θα είναι όταν ο αναγνώστης διαβάζει το παρόν. Ωστόσο κάποιες σκέψεις είναι διαχρονικά επίκαιρες μιας και έχουν σχέση με τα γεγονότα της τελευταίας (από το 2009) εξαετίας και με την κατάληξή τους, όποια κι αν είναι αυτή.

Η κρίσιμη κατάσταση της Ελλάδας έχει απόλυτη σχέση με το περιβόητο πλέον – και τραγικό ως προς τις επιπτώσεις του – ψευδοδίλημμα «μνημόνιο – αντιμνημόνιο» που σε μέγιστο βαθμό διαίρεσε τους Έλληνες οδηγώντας τους στο σημείο, όπου βρίσκονται σήμερα.

Θα ασχοληθούμε λοιπόν σε όσο μεγαλύτερο βάθος μπορούμε στη διερεύνηση των αιτίων που μας οδήγησαν εδώ.

Εισαγωγή

Η χώρα μας χρειάστηκε και ζήτησε (το 2010) χρηματοδοτική βοήθεια από τους Ευρωπαίους εταίρους. Η Ε.Ε. ήταν ανέτοιμη για κάτι τέτοιο, το οποίο άλλωστε εμπόδιζαν διάφορες προγενέστερες συνθήκες και διατάξεις. Παραταύτα δέχτηκε να βοηθήσει, δημιουργώντας τελικά και μια νέα δομή, τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης (ESM – http://www.esm.europa.eu/).

Στη συνέχεια προσέφυγαν στον ίδιο μηχανισμό δύο άλλες χώρες, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία. Και στις δύο αυτές χώρες το πρόγραμμα ολοκληρώθηκε επιτυχώς και μάλιστα πριν την επίσημη λήξη του.

Και στις τρεις περιπτώσεις συνήφθησαν συμφωνίες ανάμεσα στους δανειστές (που ήσαν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, που προσεκλήθη λόγω «τεχνογνωσίας») και στη χώρα που ζήτησε τη βοήθεια. Οι συνθήκες, που επικυρώθηκαν επισήμως από τα αρμόδια όργανα των δανειστών και των εμπλεκομένων χωρών συνοδεύονταν από ένα κείμενο, στο οποίο περιγράφονταν αναλυτικά οι υποχρεώσεις δανειστών και δανειζομένων. Το κείμενο αυτό, επίσημο «παράρτημα» της κύριας σύμβασης, ονομάσθηκε κατά τη συνήθη έως τότε πρακτική «Μνημόνιο Συνεργασίας» (memorandum of understanding, memorandum of agreement, or memorandum of association). Ηταν απλά ένα κείμενο, που «υπενθύμιζε» στα συμβαλλόμενα μέρη τις υποχρεώσεις που απέρρεαν από τη συμφωνία.

Δεν υπάρχει πιο φυσική και λογική αξίωση των δανειστών να επιδιώκουν:

Α) Ο δανειζόμενος να μην υποπέσει στις ίδιες πρακτικές, που τον οδήγησαν στη δύσκολη θέση

Β) Ο δανειστής να ελπίζει ότι θα πάρει κάποτε πίσω τα χρήματά του, ή τουλάχιστον ένα μέρος τους.

Για το λόγο αυτό ΔΕΝ είναι λογικό να υπάρχει δυσφορία από τον δανειζόμενο για την ύπαρξη Μνημονίου και δεν υπήρξε ουσιαστική και μεγάλης έκτασης δυσφορία στις χώρες, όπου εφαρμόστηκε, πλην… της δικής μας.

Θα μπορούσε να αποδώσει κανείς το παραπάνω γεγονός

  1. Στο «θυμικό» ή στην έλλειψη κοινωνικής συνείδησης ή πολιτικής παιδείας του Έλληνα
  2. Στο ότι ανέλαβαν να εκτελέσουν τις «δύσκολες» και σε κάθε περίπτωση ασυνήθιστες έως πρωτοφανείς απαιτήσεις των Μνημονίων κάποιοι πολιτικοί που ήσαν σε μέγιστο βαθμό υπεύθυνοι για την ανάγκη επιβολής τους.
  3. Στο ότι οι ίδιοι πολιτικοί αποδείχτηκαν απρόθυμοι ή ανίκανοι να εκπληρώσουν τις απαιτήσεις αυτές.

Όλα τα παραπάνω είναι σωστά και έχουν αναλυθεί ήδη επαρκώς. Εμείς θα αρκεσθούμε στο να φωτίσουμε μια άλλη πλευρά της δυσφορίας στα Μνημόνια:

        4. Σε εγγενείς αδυναμίες και ανεπάρκειες των ίδιων των μνημονίων.  

Ιδιαιτερότητες της Ελλάδας

Στη χώρα μας επικρατούν κάποιες «ειδικές συνθήκες», που δύσκολα μπορεί να βρεί κανείς σε άλλες χώρες και εν πάση περιπτώσει που δεν υπάρχουν στις άλλες χώρες που είχαν «μνημόνια».

Η κύρια ιδιομορφία της σύγχρονης Ελλάδας υπήρξε – και δυστυχώς παραμένει – το εκτεταμένο, πανίσχυρο και …ακατάβλητο «πελατειακό κράτος». Το οποίο όλοι εξορκίζουν (πολιτικοί και πολίτες) και σχεδόν όλοι πιστά υπηρετούν.

Η δημιουργία και μακροημέρευση του πελατειακού κράτους οφείλεται σε συγκεκριμένα γεγονότα, που δύσκολα θα συναντούσε κανείς σε άλλες χώρες, όπως:

 – μακρόχρονη κατοχή και εθνική υποδούλωση – τουρκοκρατία

– μικρασιατική καταστροφή

– εμφύλιος

Στα οποία πρέπει να προστεθεί η από αρχαιοτάτων χρόνων τάση του Έλληνα να διχάζεται και να φανατίζεται διχαζόμενος φθάνοντας (και λόγω «θυμικού») στα άκρα.

(βλ. και https://marketnews.gr/article/19798/pelateiakos_koinoboyleytismos)

Η πραγματικότητα αυτή είχε και έχει σχέση με τα εξής παρεπόμενα:

  • Διόγκωση του δημοσίου με ρουσφετολογικές προσλήψεις από συγγενείς, «κουμπάρους» και κομματικούς αφισοκολητές (γενικώς «πελάτες») των εκάστοτε κρατούντων
  • Αναξιοκρατία
  • Ουσιαστική εγκατάλειψη της παραγωγικής διαδικασίας με τους αγρότες να απολαμβάνουν «επιδοτήσεις» χωρίς να παράγουν και τη βιομηχανία να έχει ουσιαστικά εγκαταλειφθεί, αφού προηγουμένως πολλές από τις μονάδες είχαν κρατικοποιηθεί, στελεχωθεί από «πελάτες» και χρεοκοπήσει.
  • Αχαλίνωτο δανεισμό του κράτους και μάλιστα με σχετικά υψηλά επιτόκια για να ικανοποιηθούν οι ανάγκες του πελατειακού κράτους. Σ’ αυτό συγκαταλέγονταν φυσικά οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι συνταξιούχοι (πολλοί πρόωροι), οι οποίοι είχαν επιδοθεί σε ένα άφρονα και χωρίς προηγούμενο καταναλωτισμό και μάλιστα με εισαγόμενα αγαθά. 

Η ένταξη της Ελλάδας στο κοινό νόμισμα επεδείνωσε την κατάσταση γιατί διευκόλυνε τον άκριτο δανεισμό. Η ελληνική οικονομία ήταν η μόνη που δεν επωφελήθηκε ή και ζημιώθηκε από την ένταξη στο Ευρώ σε αντίθεση με όλες τις υπόλοιπες που επωφελήθηκαν από την ένταξη αυτή.

Μία σωστή, λυσιτελής, καίρια και μακροπρόθεσμα επωφελής παρέμβαση των δανειστών θα έπρεπε να γίνει με ένα μνημόνιο προσαρμοσμένο στις ιδιαιτερότητες αυτές. Με ένα μνημόνιο που θα μεριμνούσε για την άρση και εξαφάνιση των παραπάνω δυσλειτουργιών της ελληνικής κοινωνίας. Ένα μνημόνιο που θα έπρεπε στη συνέχεια να εξασφαλίσει την πιστή τήρησή του από τις ελληνικές Αρχές προβλέποντας σαφείς κυρώσεις, διακοπή της χρηματοδότησης έως και ακύρωση της συμφωνίας σε αντίθετη περίπτωση. 

Το επωφελές Μνημόνιο

Μία επωφελής συμφωνία – Μνημόνιο θα έπρεπε φυσικά να αντιμετωπίσει τις επείγουσες χρηματοδοτικές ανάγκες τις χώρας, ώστε αυτή να μην περιέλθει σε «επίσημη χρεοκοπία». Το επιχείρημα των «αντιμνημονιακών» ότι «έσωσε τις τράπεζες» και όχι τον ελληνικό λαό δεν στέκει. Ο ελληνικός λαός θα ήταν το πρώτο θύμα μας χρεοκοπίας και στο κάτω-κάτω οι τράπεζες που μας είχαν δανείσει κάνοντας απλώς τη δουλειά τους δεν έφταιγαν σε τίποτα.

Πέραν όμως της απαραίτητης αυτής βοήθειας, θα έπρεπε να παράσχει στη χώρα το απαραίτητο «μαξιλάρι», ώστε αυτή να μπορέσει (σε εύλογο αλλά σύντομο χρονικό διάστημα) να περάσει από την κατάσταση της αλόγιστης σπατάλης, του υπερτροφικού δημόσιου τομέα, της καταναλωτικής μανίας, της έλλειψης παραγωγής και των αντιπαραγωγικών δομών, σε μια κοινωνία που προσανατολίζεται προς την αξιοποίηση των φυσικών και ανθρωπίνων πόρων της με παραγωγή, νέες σύγχρονες δομές που την ευνοούν και ένα γενικό «συμμάζεμα» της κρατικής (κυρίως), αλλά και της ιδιωτικής σπατάλης.

Για το σκοπό αυτό θα έπρεπε να επιμείνει

1) Σε μια γενικευμένη νέα οργάνωση των κρατικών δομών με άμεση κατάργηση των περιττών και εξορθολογισμό της λειτουργίας όσων διατηρούνται. Επειδή έτσι πολλοί δημόσιοι ή άλλοι κρατικοδίαιτοι υπάλληλοι θα πρέπει να απολυθούν, θα μπορούσαν να αναζητηθούν κάποιες «έξυπνες λύσεις» για την ομαλή μετάβασή τους από τον ανενεργό δημόσιο τομέα στον παραγωγικό ιδιωτικό τομέα (βλ. και http://www.biznews.gr/2015/06/dimosion-ypallilon.html).  

2) Στην άμεση μηχανοργάνωση και αλληλοεπικοινωνία των κρατικών δομών μεταξύ τους, αλλά και με τις ιδιωτικές επιχειρήσεις, για άμεσο έλεγχο τόσο της παρασιτικής και αντιπαραγωγικής γραφειοκρατίας καθώς και της φοροδιαφυγής.

3) Σε άμεση αναμόρφωση του ασφαλιστικού συστήματος, ώστε αυτό να γίνει βιώσιμο. Ο μόνος λογικά εφικτός και ηθικά επιτρεπτός θα ήταν η άμεση μετατροπή του από «αναδιανεμητικό» σε «ανταποδοτικό» με «πλαφόν» στις συντάξεις που προήλθαν από εργασία στο δημόσιο τομέα με τις γνωστές παχυλές και αναντίστοιχες προς την παραγωγικότητα των ΔΕΚΟ αμοιβές. Προφανώς σε ένα σύχρονο κράτος που διέπεται από ορθολογισμό, πολλώ μάλλον σε μια χρεοκοπημένη χώρα κάθε είδους πρόωρες συνταξιοδοτήσεις δεν έχουν καμία θέση. 

4) Απλό και σταθερό φορολογικό σύστημα με σχετικά χαμηλή φορολογία για όσους  προτίθενται να επενδύσουν, το οποίο δεν θα αλλάζει για κάθε συγκεκριμένο επενδυτή για τουλάχιστον 10 χρόνια.

5) Διευκόλυνση και ενθάρρυνση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας μέσα σε ένα διαφανές και δίκαιο σύστημα κανόνων, που θα ετηρούντο αυστηρά με την επιτήρηση ενός αδιάβλητου, αλλά συγχρόνως φιλικού προς τον επενδυτή κράτους. Στο πλαίσιο αυτό θα περιλαμβάνονταν τόσο το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων, όσο και άλλες προβλέψεις που δεν χρειάζεται να απαριθμηθούν. 

Και κυρίως:

6) Αμεση πρόβλεψη για αντιμετώπιση της ανεργίας και της ανθρωπιστικής κρίσης, που αυτή συνεπάγεται. 

Εδώ θα επιμείνουμε, γιατί πρόκειται για ένα θέμα που δεν έχει συζητηθεί επαρκώς.

Το «πέρασμα» από τη μία κατάσταση στην άλλη, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, μοιραία θα δημιουργούσε ένα μεγάλο αριθμό ανέργων, που θα έρχονταν να προστεθούν σε όσους ήδη υπήρχαν. Πολλά επαγγέλματα και πολλές «θέσεις εργασίας» (ακόμη και αργομισθίας στο δημόσιο τομέα) θα καταργούνταν αν άλλαζε ριζικά – όπως θα έπρεπε – το οικονομικό και παραγωγικό μοντέλο. Αυτή η τεράστια μάζα ταπεινωμένων και απελπισμένων ανθρώπων του 1,5 εκατομμυρίου αφέθηκε κυριολεκτικά στην τύχη της χωρίς – πολλές φορέες –  κανένα εισόδημα και κοινωνική ασφάλεια.

Σε αντίθεση με τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, στην Ελλάδα ακόμα και στις εποχές της «ανάπτυξης» δεν προβλεπόταν καμιά πρόνοια για τους ανέργους παρά ένα «επίδομα ανεργίας» διαρκείας 12 έως 18 μηνών, πέραν του οποίου, απολύτως τίποτα. Σε άλλες χώρες, το επίδομα αυτό καταβάλλεται επ’ αόριστον, εκτός της περιπτώσεως κατά την οποία το κράτος βρει κάποια εργασία στον άνεργο (πού τέτοια δυνατότητα στο δικό μας κράτος…!) και αυτός την αρνηθεί. Αν μάλιστα ο άνεργος έχει παιδιά, το επίδομα αυξάνεται αναλόγως. 

Μια εύλογη ενδεχόμενη αντίρρηση στην ιδέα αυτή του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος (ΕΕΕ) είναι το πόσο θα στοίχιζε κάτι τέτοιο. Υπολογίζοντας ένα μέσο μηνιαίο ποσό στα 500 Ευρώ και πολλαπλασιάζοντάς το επί 1,5 εκατομμύριο ανέργους επί 12 μήνες προκύπτει το ποσό των 9 δισεκατομμυρίων ετησίως. Αυτό θα ήταν το μέγιστο ποσό μιας και μια οικογένεια με 2 γονείς ανέργους δεν θα εισέπραττε το διπλάσιο του ΕΕΕ και ότι ένας άνεργος χωρίς οικογένεια θα είχε μικρότερο ΕΕΕ (ας πούμε γύρω στα 370 Ευρώ το μήνα). Έστω και έτσι όμως, με την προϋπόθεση όλων των παραπάνω «μνημονιακών» προβλέψεων για την ανάπτυξη, θα είχαμε σταδιακή μείωσή της στο τέλος της πενταετίας περίπου στο 1/3 του τωρινού αριθμού, δηλαδή στους 500000 ανέργους. Έτσι θα προέκυπτε ένα ποσό της τάξεως των 30 δις για την ενίσχυση των ανέργων. Υπόψιν ότι η συνολική χρηματοδότηση στην πενταετία ανήλθε στα 230 δισεκατομμύρια.

Από το ποσό αυτό θα έπρεπε να αφαιρεθούν τα ποσά που θα εξοιοκονομούσε το κράτος απολύοντας άχρηστους δημοσίους υπαλλήλους και τα ποσά που θα εισέπραττε από τη φορολόγηση νέων παραγωγικών δομών που τόσο αυτοί, όσο και οι άνεργοι θα στελέχωναν.

Πέραν του αυτονόητου ανθρωπιστικού καθήκοντος της προστασίας των ανέργων, μια τέτοια πρόβλεψη θα απελευθέρωνε πολλούς νέους που, λόγω ανασφάλειας παραμένουν γαντζωμένοι σε μια θέση που δεν τους ικανοποιεί ούτε ως αντικείμενο δουλειάς, ούτε ως απολαυές και θα ξανοίγονταν προς άλλες παραγωγικές κατευθύνσεις, έχοντας σαν μαξιλάρι την ασφάλεια του ΕΕΕ. 

 Πολιτικές επιπτώσεις από ένα «καλό» μνημόνιο

Είναι προφανές ότι η δυστυχία πολλών, η παρατεινόμενη ύφεση και η απουσία προοπτικών ανάπτυξης και επαγγελματικής αποκατάστασης δημιουργεί «ρεύμα» αντίδρασης, το οποίο μοιραία στράφηκε προς το ίδιο το μνημόνιο και όχι προς τις αιτίες που δημιούργησαν την κρίση.

Η επιπόλαια αυτή αντιμετώπιση μοιάζει με κάποιον βαρύ καπνιστή που έχει κιτρινισμένα από το τσιγάρο δόντια και δάκτυλα και που αποδίδει τα προβλήματα υγείας του στο κίντρινο χρώμα (που βλέπει μπροστά του) και όχι στο ίδιο το τσιγάρο.

Έτσι καλλιεργήθηκε η ιδέα ότι «για όλα φταίει το μνημόνιο», η οποία χρησιμοποιοήθηκε επιτυχώς από κάποιους αδίστακτους δημαγωγούς πολιτικούς, για την ικανοποίηση των πολιτικών τους φιλοδοξιών και έτσι φτάσαμε τελικά στην παρούσα κατάσταση να έχουμε μια «αντιμνημονιακή» κυβέρνηση, η οποία ετοιμάζεται να ρίξει τη χώρα στη χρεοκοπία και την πολύ χειρότερη δυστυχία, ενώ συγχρόνως ισχυριζόταν ότι ήθελε «νέα συμφωνία» με τους Ευρωπαίους εταίρους, την οποία όμως δεν θα ονόμαζε επ’ ουδενί «μνημόνιο». Τραγέλαφος!

Με ένα «καλό» μνημόνιο που θα μεριμνούσε πραγματικά για την ανάπτυξη, ενώ συγχρόνως θα μεριμνούσε ώστε να μην υπάρχει εξαθλίωση και δυστυχία για κανένα τμήμα του πληθυσμού, θα απέτρεπε μια τέτοια εξέλιξη. Από την άλλη μεριά οι πολίτες βλέποντας τη χώρα να αρχίζει να παράγει και σταδιακά να δείχνει ότι μπορεί να σταθεί στα πόδια της, θα αποκτούσαν μια εντελώς διαφορετική στάση απέναντι στα «μνημόνια» και τις προσπάθειες των δανειστών.

Είναι όμως προφανές ότι για μια τέτοια εξέλιξη, το υπάρχον πολιτικό προσωπικό (το οποίο είχε ανδρωθεί και γαλουχηθεί με τις συνταγές του πελατειακού κράτους) θα ήταν ενδεχομένως ανίκανο να διεκπειραιώσει μια παρόμοια αποστολή.

Για ένα παρόμοιο έργο ανόρθωσης και σαρωτικής – ολοκληρωτικής μεταρρύθμισης της κοινωνίας θα χρειαζόταν η συστράτευση όσων γίνεται περισσοτέρων πολιτικών δυνάμεων, μέσα από τις οποίες θα ξεχώριζαν και θα έπαιρναν τα ήνία οι καλύτεροι, εντιμότεροι και ικανότεροι. Για το σκοπό αυτό μια αλλαγή του εκλογικού νόμου που να επιβάλλει τη δημιουργία πολυκομματικών κυβερνήσεων πραγματικής Εθνικής Ενότητας θα ήταν «εκ των ων ουκ άνευ». Κάτι τέτοιο όμως δεν έγινε γιατί δεν περιελήφθη ποτέ στα «μνημόνια».

Η ευθύνη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου

Το ΔΝΤ προσκλήθηκε να συνδράμει την προσπάθεια βοήθειας της Ελλάδας (και των άλλων χωρών) ως «τεχνογνώστης» των ενεργειών και προβλέψεων που απαιτούνται για παρόμοιες καταστάσεις.

Εφάρμοσε τις γνωστές σ’ αυτό από το παρελθόν του «συνταγές» για σταθεροποίηση και ανάκαμψη, παραγνωρίζοντας ωστόσο σε μέγιστο βαθμό τις ελληνικές ιδιαιτερότητες. Τα μνημόνια που κατασκεύασε υπήρξαν στο μεγαλύτερο ποσοστό προϊόντα δικής του εμπνεύσεως. Περιείχαν ωστόσο πολλές θετικές προβλέψεις, οι οποίες είτε αγνοήθηκαν είτε δεν εφαρμόσθηκαν ποτέ από τις κυβερνήσεις με την ανοχή του ΔΝΤ, που έδινε «πράσινο φως» για την επόμενη εκταμίευση βασιζόμενο σχεδόν αποκλειστικά σε δημοσιονομικά αποτελέσματα, ενώ παράλληλα αδιαφορούσε για τους αντιπαραγωγικούς τρόπους με τους οποίους αυτά επιτυγχάνονταν. 

Έτσι φτάσαμε στο κωμικοτραγικό σημείο να έχουμε πλήρη διατήρηση του «πελατειακού κράτους», που υπήρξε το κύριο αίτιο της κρίσης, ενώ παράλληλα υπετίθετο ότι γινόταν προσπάθεια υπέρβασης της κρίσης.

Κυρίως όμως το ΔΝΤ (και τα λοιπά μέρη της «Τρόϊκας») έδειξαν παντελή αδιαφορία για την ανθρωπιστική κρίση που γιγαντωνόταν και κάποια στιγμή θα έφερνε και πολιτικά αποτελέσματα.

Τα οποία και τελικά έφερε…

Τα «κουρέματα» του χρέους και ο μοιραίος ρόλος του ΔΝΤ

Κάθε απομείωση – «κούρεμα» του χρέους αποτελεί μια έμμεση αλλά σαφή ομολογία ότι ο αρχικός σχεδιασμός της βοήθειας και της ρύθμισης έχει αποτύχει. Ήδη έγινε ένα πρώτο κούρεμα (με κύριο θύμα τους εντελώς αθώους ιδιώτες ομολογιούχους). Τώρα το ίδιο το ΔΝΤ επιχειρηματολογεί ότι το χρέος δεν είναι βιώσιμο (και πώς να είναι όσο παραμένουν ανέπαφες οι δομές που το δημιούργησαν;) και μάλλον χρειάζεται νέο «κούρεμα». Ποια άλλη ομολογία αποτυχίας χρειαζόμαστε; Είχε ωστόσο το θράσος να προβάλει πεισματικά τις αντιρρήσεις του στην τελευταία κυβερνητική πρόταση (με πρόσχημα την «ανάπτυξη», που ξαφνικά θυμήθηκε) δυναμιτίζοντας έτσι την όποια πιθανότητα συμφωνίας. 

Επίλογος

Τώρα που γράφονται αυτές οι σκέψεις, δεν γνωρίζουμε τι θα αποφέρει το περιβόητο δημοψήφισμα που προκήρυξε μια αμήχανη, αναξιόπιστη και ανίκανη κυβέρνηση, που έχει ωστόσο το θράσος να επιχειρηματολογεί υπέρ του ΟΧΙ.

Στην (μόνη αισιόδοξη) προοπτική υπερψήφισης του ΝΑΙ, θα έχουμε μεν μια κακή αλλά αναγκαία εκ των πραγμάτων συμφωνία, αλλά θα υπάρχουν ΜΠΡΟΣΤΑ ΜΑΣ όλες οι προοπτικές διορθωτικών κινήσεων. Το τι πρέπει να γίνει στην αισιόδοξη αλλά ασφαλώς δύσκολη αυτή περίπτωση, γράφεται παραπάνω.

Τελειώνοντας όμως θα ήθελα να διευκρινήσω τι ακριβώς υπονοεί ο τίτλος του άρθρου:

Το «πολίτευμα» της χώρας μας, όπως εξηγήθηκε ήδη είναι ο … «πελατειακός κοινοβουλευτισμός», ενώ το οικονομικό της «σύστημα» είναι ένα μίγμα ακραίου, άκρατου και άκριτου …κρατισμού, διανθισμένο με στοιχεία «ανάλγητου νεοφιλελευθερισμού» στο «σκέλος» του που αφορά την πλήρη αδιαφορία για τους πολίτες που υποφέρουν άνεργοι χωρίς καμία βοήθεια από πουθενά, εκτός αν έχουν κάποιον παππού ή γιαγιά, με τη σύνταξη των οποίων επιβιώνουν (!).

Άκουσα μάλιστα σε πρόσφατη συζήτηση από κυβερνητικό «στέλεχος» ότι ένας λόγος που δεν θέλουν να μειώσουν τις συντάξεις είναι ότι μ’ αυτές συντηρούνται και άλλες οικογένειες… (!!) Η ιδέα να βοηθήσουν απευθείας τις οικογένειες των ανέργων περικόπτοντας κατά τι τις πιο υψηλές συντάξεις, προφανώς … δεν παίζει!

Το τραγικότερο όλων είναι ότι η παρούσα κυβέρνηση ψηφίζεται σε ένα μεγάλο ποσοστό από ανθρώπους που θέλουν να διατηρήσουν πάση θυσία τα «κεκτημένα» και από ανθρώπους κυριολεκτικά κατεστραμένους οικονομικά και ψυχολογικά που «δεν έχουν τίποτε πλέον να χάσουν».

Δεν υπάρχει λέξη που να εκφράζει την εντελώς παρανοϊκή αυτή κατάσταση. Μόνο μια παρατήρηση: Η κυβέρνηση με την πολιτική της θα αποδείξει σε όσους ακόμη την εμπιστεύονται ότι … έχουν (μάλλον είχαν) πολλά ακόμη να χάσουν!  

Facebook Comments