Ως πότε θα εξαπατάτε τους Έλληνες, σύντροφε Τσίπρα;
Η ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ μπορεί να μην έπεσε ως «κεραυνός εν αιθρία», αλλά προβλημάτισε σοβαρά τους οικονομικούς κύκλους της χώρας
Η ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ μπορεί να μην έπεσε ως «κεραυνός εν αιθρία», αλλά προβλημάτισε σοβαρά τους οικονομικούς κύκλους της χώρας
Η ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ μπορεί να μην έπεσε ως «κεραυνός εν αιθρία», αλλά προβλημάτισε σοβαρά τους οικονομικούς κύκλους της χώρας. Ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας υποχώρησε το β’ τρίμηνο του 2018 από το 2,5% που ήταν στο α’ τρίμηνο, στο 1,8%. Ακόμα κι αν το γ’ τρίμηνο αποδειχτεί καλύτερο, λόγω τουρισμού, καθίσταται σαφές ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να εισέλθει σε εποχές ισχυρής ανάπτυξης, που μόνον αυτοί θα μπορούσαν να την βγάλουν από τη δίνη, που βρίσκεται τα τελευταία δέκα χρόνια, κατά τα οποία γνώρισε την μεγαλύτερη μείωση στο ΑΕΠ της από την αλήστου μνήμης δεκαετία του 1940, όταν συνεπεία της Κατοχής και του Εμφυλίου Πολέμου, η χώρα είχε μετατραπεί σε αποκαϊδια, σε ερείπια, στην κυριολεξία.
Μετά το 2009, η Ελλάδα μπορεί να μην βίωσε τις φοβερές πολεμικές συγκρούσεις και τις καταστροφές του τότε, ευτυχώς. Αλλά δυστυχώς στην οικονομία της βίωσε παρόμοιες καταστάσεις. Κι αν ακόμα τα μνημόνια τελείωσαν, η μεταμνημονιακή περίοδος δεν προμηνύεται ευτυχής και στρωμένη με ροδοπέταλα, ότι κι αν ισχυρίζονται ο πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας κι οι σύντροφοι του. Αντιθέτως, αν η Ελλάδα, η δημόσια διοίκηση της κι ο τρόπος που λειτουργούν το κράτος, η οικονομία κι η επιχειρηματικότητα, δεν αλλάξουν άμεσα και σοβαρά, οι προοπτικές είναι πολύ δύσκολες.
Αντίθετα από ότι ευρέως πιστεύεται, στην πραγματικότητα, με την εξαίρεση της καταπολέμησης των πρωτογενών ελλειμμάτων (που κατέστη δυνατή χάρις στην υπερβολική φορολόγηση και την τεράστια μείωση κοινωνικών κι άλλων δαπανών του προϋπολογισμού), τα μεγέθη της ελληνικής οικονομίας είναι σήμερα πολύ χειρότερα από ότι ήταν το 2010 όταν υποχρεωθήκαμε να αναζητήσουμε την υποστήριξη των Ευρωπαίων και του ΔΝΤ και μπήκαμε στα μνημόνια. Ακόμα και τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων, που συνεχίζουν να κινούνται κοντά στο 4,5%, χωρίς η κυβέρνηση ακόμα να αποτολμά «καθαρή έξοδο» στις αγορές, όπως επί σειράν μηνών ισχυριζόταν, είναι απαγορευτικά. Και το χειρότερο όλων.
Ο θετικός κύκλος της ευρωπαϊκής οικονομίας, που ισχύει την τελευταία τριετία, κλείνει κι από ότι φαίνεται ανοίγει ένας αρνητικός κύκλος, με το τέλος του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ (στο οποίο η Ελλάδα ουδέποτε εισήλθε αλλά εκμεταλλεύθηκε την συνολική άνοδο των ευρωπαϊκών οικονομιών για να αυξήσει τις εξαγωγές της και τον τουριστικό της τζίρο) και την σταθερή άνοδο των τιμών του πετρελαίου. Σε αυτή την νέα πραγματικότητα, με υψηλά επιτόκια δανεισμού και χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, χωρίς χαμηλότοκο δανεισμό από τους Ευρωπαίους, χωρίς σοβαρές προοπτικές προσέλκυσης επενδύσεων κι αύξηση της επιχειρηματικής και παραγωγικής δραστηριότητας, πώς θα μπορούσε η οικονομία να επιβιώσει και να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις του μέλλοντος.
Σε αυτή την μεταμνημονιακή εποχή, η κυβέρνηση των κ.κ. Τσίπρα και Καμμένου δείχνει να πορεύεται χωρίς σχέδιο και προοπτική. Το μόνο, που δείχνει να την απασχολεί είναι πώς θα κοροϊδέψει για μια ακόμα φορά τους Έλληνες πολίτες για να υφαρπάξει για μια ακόμα φορά την ψήφο τους, προστρέχοντας στην παροχολογία και στην υποσχεσιολογία, που δεν ανταποκρίνονται στις πραγματικές δυνατότητες της οικονομίας.
Ο πρωθυπουργός θα μεταβεί στο τέλος της εβδομάδας στην πρωτεύουσα της Μακεδονίας, σε μια νέα προσπάθεια εξαπάτησης των πολιτών, υποσχόμενος από το βήμα της ΔΕΘ, όπως είχε κάνει και προ τετραετίας, ένα νέο πρόγραμμα Θεσσαλονίκης, δηλαδή «φύκια για μεταξωτές κορδέλες», με νέα «κοινωνικά μερίσματα», αυξήσεις μισθών, επιστροφή αναδρομικών, προσλήψεις ημετέρων στο Δημόσιο, 13η σύνταξη, επαναφορά συλλογικών συμβάσεων κοκ. Χωρίς να ενδιαφέρεται για την επόμενη μέρα.
Είναι προφανές ότι το μόνο, που τον ενδιαφέρει είναι πώς θα έχει καλύτερη επίδοση στις εκλογές και πώς θα μεταφέρει την «καυτή πατάτα» στην επόμενη κυβέρνηση του Κυριάκου και της ΝΔ, που είναι πλέον βέβαιο ότι θα παραλάβει «καμένη γη», χωρίς να είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις πιεστικές υποχρεώσεις της χώρας. Κοντόφθαλμη κυβερνητική στάση, που δεν νοιάζεται για το μέλλον της πατρίδας μας, αλλά μόνον για το πολιτικό μέλλον του ΣΥΡΙΖΑ και του ίδιου του κ. Τσίπρα, με αήθη κι ανεύθυνο τρόπο.
Το ερώτημα, που απομένει να απαντηθεί είναι πόσοι πολίτες, ψηφοφόροι, θα παρασυρθούν από αυτή την ανεύθυνη στάση των κυβερνητικών και πόσοι θα πιστέψουν στα νέα δημαγωγικά και λαϊκιστικά ψέματα, μιας τόσο ανεύθυνης και συνεπώς επικίνδυνης για το μέλλον της χώρας και των επόμενων γενεών, κυβέρνησης…
Facebook Comments