Ο κύβος ερρίφθη από τη Νέα Δημοκρατία, η γραμμή Σαμαρά σχεδόν υπερίσχυσε και προχωρούν σε προκαταρτική επιτροπή για τον πρώην αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης, Δημήτρη Παπαγγελόπουλο, ως προς τους χειρισμούς του στην υπόθεση Novartis. Σχεδόν όμως κι αυτό το σχεδόν είναι που σώζει τον Κυριάκο Μητσοτάκη –έπιασαν τόπο τα πρωινά «καρφιά» της Ντόρας (;) – και δε δίνει τη σημαντική ευκαιρία στον Αλέξη Τσίπρα να γίνει ο νέος Ανδρέας Παπανδρέου.

Εσκεμμένα και έχοντας πλήρη γνώση οι πηγές της ΝΔ έσπευσαν να διαρρεύσουν ότι ο νυν πρωθυπουργός είχε ξεκαθαρίσει προ ημερών: «Εγώ τους πολιτικούς μου αντιπάλους δεν τους στέλνω στα δικαστήρια. Οι Πρωθυπουργοί κρίνονται στις κάλπες, στις συνειδήσεις των πολιτών και στις σελίδες της Ιστορίας». Εξάλλου ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν έχει κανένα λόγο να συνταχθεί με τις ατάκες του Αντώνη Σαμαρά «θα σας πάμε μέχρι τέλους», μιας και φαίνεται να έχει αντιληφθεί ότι όποιος ακολουθεί τέτοιου είδους τακτικές πλησιάζει ο ίδιος γρηγορότερο στο πολιτικό του τέλος.

Έτσι έβγαλε τον Τσίπρα από την ευχάριστη θέση της ηρωοποίησης αλά Παπανδρέου, όπως τότε με το σκάνδαλο Κοσκωτά. Οι περιπτώσεις βέβαια διαφέρουν, άλλο να κατηγορείσαι για ηθική αυτουργία και παθητική δωροδοκία, η γνωστή «υπόθεση Πάμπερς» αφού στηρίχτηκαν στις φήμες ότι ο Κοσκωτάς έστελνε χρήματα μέσα σε κουτιά από πάνες, κι άλλο να κατηγορείσαι για χειραγώγηση της Δικαιοσύνης.

Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι τυχαίως ή εντέχνως η υπόθεση Novartis με τον τότε αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης, Δημήτρη Παπαγγελόπουλο, να εξέρχεται από το Μέγαρο Μαξίμου αργά το βράδυ μαζί με τον τότε υπουργό Δικαιοσύνης, Σταύρο Κοντονή, και να δηλώνει ότι πρόκειται για το μεγαλύτερο σκάνδαλο από συστάσεως ελληνικού κράτους έγινε μία μέρα μετά το πρώτο συλλαλητήριο για το Μακεδονικό. Η Συμφωνία των Πρεσπών έπληξε την τότε συγκυβέρνηση – ας μην λησμονούμε τους ΑΝΕΛ, δεν έχουν κανενός είδους συγχωροχάρτι- και εντέλει οδήγησαν στη διάλυσή της με το συγκυβερνών κόμμα να εξαϋλώνεται και τον ΣΥΡΙΖΑ να προσπαθεί να ανακτήσει τις δυνάμεις του στη Βόρεια Ελλάδα, και όχι μόνο, μέχρι και σήμερα.

Ένα τεράστιο σκάνδαλο που θα έπληττε τους πολιτικούς του αντιπάλους θα ήταν σωτήριο από τη μαζική κατακραυγή εκείνων των ημερών. Εξάλλου ας μην ξεχνάμε ότι ο κ. Τσίπρας εκκίνησε τη λύση ενός τόσο σημαντικού εθνικού ζητήματος (και) με γνώμονα τη διάσπαση της Νέας Δημοκρατίας, πράγμα που αποκαλύφθηκε όταν σε συνέντευξή του δύο εβδομάδες πριν τις ευρωεκλογές, μάλλον άθελά του, είπε σε μία αποστροφή του λόγου του: «Εάν πούμε ότι το 60% είναι κατά της Συμφωνίας και 40% υπέρ, το 40% είναι ΣΥΡΙΖΑ ενώ το 60% δεν είναι ΝΔ». Σε εκείνο το σημείο ο τότε πρωθυπουργός διέψευσε τον εαυτό του διότι έδειξε ξεκάθαρα ότι ποντάρει στην πολυδιάσπαση των «κατά» της Συμφωνίας και δεν έπραξε, ως ισχυριζόταν, το εθνικά συμφέρον χωρίς να ενδιαφέρεται για το πολιτικό κόστος.

Το ερώτημα που μένει είναι ποιος θα βγει με μαλλί και ποιος θα βγει κουρεμένος από όλη αυτή την ιστορία γιατί η διάρρηξη ιματίων δεν αποτελεί τεκμήριο αθωότητας, αδικίας ή δικαίου. Ίδωμεν με ψυχραιμία. Σε κάθε περίπτωση η πολιτική ζωή του τόπου δεν θυμάμαι ποτέ να έγινε πιο πλούσια από τις προανακριτικές, μόνο σε ήθος και αξιοπιστία έχανε κάθε φορά.

Facebook Comments