Η αντίθετη πορεία που έχουν ακολουθήσει το τελευταίο διάστημα οι μετοχές στο Χρηματιστήριο Αθηνών και τα ελληνικά ομόλογα, έχει προκαλέσει αίσθηση στην αγορά.  

Τη στιγμή που το περιβάλλον γύρω από την ελληνική οικονομία και οι προοπτικές για τις επιχειρήσεις και τις επενδύσεις έχουν βελτιωθεί σημαντικά μετά και τις ταχύτατες κινήσεις στις οποίες προχωρά η κυβέρνηση και ειδικά την πλήρη άρση των capital controls, γιατί το Χ.Α έχει εγκλωβιστεί σε έναν κύκλο πιέσεων, αδυνατώντας να προσεγγίσει τα πρόσφατα υψηλά των 900 μονάδων;

Εκτός από τη σημαντική υποχώρηση του κόστους δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου (άνω του 60% από τις αρχές του έτους), οι μακροοικονομικοί δείκτες συνεχίζουν να βελτιώνονται, το σχέδιο του ΤΧΣ για τη μείωση των “κόκκινων” δανείων των τραπεζών προχωρά και αναμένεται να εγκριθεί από την Κομισιόν εντός του μήνα ενώ οι τράπεζες προχωρούν και με τα δικά στους σχέδια για τα NPEs, οι ιδιωτικοποιήσεις επιταχύνονται και η ΔΕΗ απέφυγε τα χειρότερα. Γιατί το Χ.Α διορθώνει;

Τα πρόσφατα roadshows έδειξαν ξεκάθαρα πως η ελληνική αγορά έχει επιστρέψει στο ραντάρ των μεγάλων funds, γιατί ωστόσο δεν έχουν ακόμη επιστρέψει στις ελληνικές μετοχές;

Ενώ οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων όλων των διαρκειών διατηρούνται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, το Χ.Α., μετά το εντυπωσιακό ράλι που σημείωσε έως τα τέλη Ιουλίου, έχει βρεθεί σε κλοιό έντονων πιέσεων και μεταβλητότητας, κατεβάζοντας σημαντικά ταχύτητα, ανήμπορο να δείξει σημάδια “άμυνας”. Η ψήφος εμπιστοσύνης των επενδυτών εξωτερικού δεν έχει εκδηλωθεί. Πάντως, το σημαντικό είναι πως το Ελληνικό Χρηματιστήριο συνεχίζει να σημειώνει τις υψηλότερες αποδόσεις διεθνώς από τις αρχές του έτους, οι οποίες φτάνουν το 34%, σε σχέση με το +23% που καταγράφει ο ρωσικός δείκτης RTSI το ίδιο διάστημα, ο οποίος και έρχεται δεύτερος σε κέρδη παγκοσμίως.

Γιατί λοιπόν η εγχώρια αγορά μετοχών δεν μπόρεσε να ακολουθήσει τους ρυθμούς της αγοράς ομολόγων;

Οι αρνητικές εξελίξεις του εξωτερικού περιβάλλοντος έχουν οδηγήσει τους διαχειριστές σε διαρκή περιορισμό των επενδυτικών επιλογών που εμπεριέχουν κίνδυνο, μειώνουν δηλαδή διαρκώς τις μετοχικές τους θέσεις και αναζητούν “ασφαλή καταφύγια”, εξηγούν οι αναλυτές. Οι δυσμενείς διεθνείς εξελίξεις και οι ρευστοποιήσεις στις αναδυόμενες αγορές, δύσκολα μπορούν να εξαιρέσουν την Ελλάδα που παραμένει αναδυόμενη, έτσι, στο Χ.Α. οι επενδυτές εξωτερικού απέχουν, τονίζει ο αναλυτής Δημήτρης Τζάνας. Η αναταραχή στις διεθνείς αγορές που υπέβοσκε σε πολλά μέτωπα, λόγω πληθώρας θεμάτων, επανήλθε πάλι στην επιφάνεια. Σε συνδυασμό με τα μακροοικονομικά στοιχεία διεθνώς που αρχίζουν να επιβεβαιώνουν τους φόβους για επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας, έπαιξαν καταλυτικό ρόλο στην πτώση τόσο των Διεθνών όσο και της αδύναμης Ελληνικής αγοράς, σημειώνει ο οικονομολόγος Λουκάς Παπαϊωάννου.

Επιπλέον, και εξαιρετικά κρίσιμο είναι ότι  πάνω από το 60% της κεφαλαιοποίησής του ελληνικού Χρηματιστηρίου βρίσκεται στα “χέρια” ξένων χαρτοφυλακίων. Έτσι, η στρατηγική μείωσης του ρίσκου των διεθνών επενδυτών επηρεάζει άμεσα και ταχύτατα το Χ.Α το οποίο αποτελεί μια αναδυόμενη αγορά και άρα ενέχει υψηλό ρίσκο, με αποτέλεσμα οι ξένοι να  “γυρίζουν” την πλάτη στις ελληνικές μετοχές.

Επίσης, η ελληνική αγορά παραμένει ρηχή και συνεπώς εγκλωβισμένη σε ακραίες διακυμάνσεις, οι οποίες μπορεί να προκληθούν από μικρές επενδυτικές κινήσεις. Αν και ο τζίρος έχει ξεκολλήσει από το επίπεδο των 30 εκατ. ευρώ ημερησίως που κατέγραφε το προηγούμενο έτος, ακόμη απέχει πολύ από το να κινηθεί σε επίπεδα άνω των 100 εκατ. ευρώ, που δείχνουν μια αγορά η οποία έχει ρευστότητα και μπορεί να κινείται με “υγιείς” ρυθμούς. Ως εκ τούτου, εύκολα αποτελεί στόχο των κυνηγών γρήγορων κερδών αλλά και των shorts. Δεν είναι τυχαίο που από τον Ιούλιο, και μετά το ισχυρό μετεκλογικό ράλι, τα short funds σε συχνά χρονικά διαστήματα προχωρούσαν σε αύξηση των αρνητικών καθαρών τους θέσεων στις μετοχές των ελληνικών τραπεζών, καθώς και στη ΔΕΗ.

Τέλος, σημαντικό ρόλο στην πορεία που ακολουθεί το Χ.Α. παίζει η πορεία των τραπεζικών μετοχών. Οι τράπεζες είναι οι πλέον δεικτοβαρείς μετοχές και συγκεντρώνουν συνήθως το 50%-60% των συναλλαγών, άρα είναι λογικό να καθορίζουν την κατεύθυνση του Γενικού Δείκτη. Οι τράπεζες είχαν σημειώσει ένα τεράστιο ράλι από τις αρχές του έτους και έως τα τέλη Ιουλίου, το οποίο ξεπέρασε το 100% σε επίπεδο δείκτη.  Ήταν λογικό, συνεπώς, τις μεγαλύτερες πιέσεις να δεχτεί ο συγκεκριμένος κλάδος, ειδικά τη στιγμή που τα ξένα χαρτοφυλάκια κατέχουν κυρίως μετοχές τραπεζών. Αυτό εξηγεί και το -11% που κατέγραψε ο κλάδος την προηγουμένη εβδομάδα.

 Όπως επισημαίνουν παράγοντες της αγοράς, ο τραπεζικός κλάδος παραμένει μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της ελληνικής οικονομίας και οι οίκοι αξιολόγησης υπογραμμίζουν ότι αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα εμπόδια στην αναβάθμιση των προοπτικών της χώρας. Η αγορά θεωρεί ευρέως πως σε αυτόν βρίσκεται το “κλειδί” των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας και των επιχειρήσεων: η ομαλοποίηση και η εξυγίανση των ισολογισμών των ελληνικών τραπεζών θα αποτελέσει ανάσα για την οικονομία.

Facebook Comments