Σε συλλογικές επιδιώξεις των οποίων η επιτυχία συναρτάται άμεσα από τη μαζικότητα τής συμμετοχής των μελών της με συντονισμένες κοινές πρακτικές και δράσεις, η θετική τους έκβαση δεν εξαρτάται πάντα από τη πλειονότητα των μελών αλλά ενίοτε από τη μειονότητα. Είναι πολύ σύνηθες μία μικρού ποσοστού ομάδα ατόμων να είναι εκείνη που τελικά καθορίζει (αρνητικά) το αποτέλεσμα τού εγχειρήματος, ανεξαρτήτως τού πόσο τυχόν υποδειγματικά λειτουργεί η πλειοψηφία.

Φανταστείτε σε ένα απλοϊκό παράδειγμα: μία πεντηνταμελής ομάδα ανθρώπων για τους σκοπούς μίας ειδικής ζωντανής ηχογράφησης έχουν συνεννοηθεί να διατηρήσουν απόλυτη ησυχία για δέκα λεπτά. Ο σκοπός αρχικά επιτυγχάνεται με υποδειγματική εφαρμογή μέχρι το όγδοο λεπτό όταν ένας από τα μέλη της, αφηρημένος, είχε -παρά την υπενθύμιση- ξεχάσει να βάλει σε σίγαση το τηλέφωνό του και ακούστηκε ο ήχος μίας εισερχόμενης κλήσης. Ο σκοπός τής συλλογικής προσπάθειας απέτυχε εξ αιτίας τού ενός από τους πενήντα. Παρότι οι 49 τήρησαν ευλαβικά όσα έπρεπε, υπέστησαν την αποτυχία εξ αιτίας ενός.    

Μία τέτοιας φύσεως κατάσταση βιώνουμε ως κοινωνία αυτή τη περίοδο ∙ δυστυχώς όμως σε ένα εξόχως ζωτικής σημασίας πεδίο τής συλλογικής μας ζωής, τη προσπάθεια να αναχαιτίσουμε την εξάπλωση τής πανδημίας. Την αποτυχία ή την επιτυχία αυτής τής εθνικής προσπάθειας υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο να ΜΗ τη καθορίσουν οι πολλοί -οι οποίοι λειτουργούν ανταποκρινόμενοι με σωστό και υπεύθυνο πνεύμα – αλλά οι πιο λίγοι∙ εκείνοι που για διαφόρους λόγους αδυνατούν να παρακολουθήσουν με αντιληπτική επάρκεια τη ροή εξέλιξης μίας κατάστασης εθνικού συναγερμού.

Ατυχώς, οι αδύναμοι κρίκοι είναι εκείνοι που συχνά καθορίζουν την τελική έκβαση ενός αγώνα∙ και όχι οι σπουδαίοι αγωνιστές. ‘Οι αδύναμοι κρίκοι δεν δρουν αρνητικά από κακή πρόθεση∙ αλλά από αληθινή αδυναμία.

Έτσι, δεν είναι μόνο η τραγικότητα τού γεγονότος ότι εκείνη η μειοψηφία μπορεί να συντηρήσει ή και ισχυροποιήσει εστίες μετάδοσης τής ασθένειας, με αποτέλεσμα κάποιοι (ή, πολλοί…) άνθρωποι να χάσουν εξ αιτίας τους τη ζωή τους∙ αλλά επιπροσθέτως υπάρχει ο κίνδυνος, με υπαιτιότητά τους, μερικά εκατομμύρια άνθρωποι να υποχρεωθούν να εγκλωβιστούν στα σπίτια τους για άγνωστο πόσο (μεγάλο) χρονικό διάστημα χωρίς πια να τους παρέχεται έστω η δυνατότητα να αναζητήσουν, μία στο τόσο και με υπευθυνότητα, μία απόμερη εξοχή να ξεσκάσουν και να πάρουν λίγες ψυχο-τονωτικές ανάσες.

.

Επίσης όμως δεν βλέπω να έχει νόημα και όλη αυτή η εναντίον τους καταδικαστική οργή που εκπέμπεται έτσι στο γενικά κυρίως μέσω των κοινωνικών δικτύων. Όλο αυτό είναι μία άσκοπη σπατάλη. Η δε τυχόν υπερβολική ή επίμονη ένταση σε αυτή τη στάση εκτόνωσης, είναι κι αυτή ένα κάπως προβληματικό στοιχείο (αναποτελεσματικής) νοητικής συμπεριφοράς∙ όσο και να αναθεματίσει η κατακεραυνώσει κανείς υβριστικά  αυτή τη κατηγορία συμπολιτών του, το αποτέλεσμα και οι συνέπειες τής πράξης τους δεν αλλάζει.   

Αν κάτι όμως θα μπορούσε να έχει πρακτικό νόημα, θα ήταν, στη περίπτωση που κάποιος γνωρίζει προσωπικά ένα τέτοιο άτομο να προσπαθήσει να το συνετίσει∙ και αν στο τέλος χρειαστεί, ας του τα ψάλλει κατ΄ιδίαν. Το εν λόγω πρόβλημα έγκειται στο ότι οι περισσότεροι από εκείνους είτε δεν έχουν τη δυνατότητα να αντιληφθούν τις πολλές διαστάσεις και το βάθος τού κινδύνου, είτε το μήνυμα δεν έχει φτάσει σε αυτούς με τόσο επεξηγηματικό τρόπο όσο τους είναι απαραίτητο για να μπορέσουν να καταλάβουν*.  (ανατρέξτε στη παραπομπή περί «λειτουργικού αναλφαβητισμού»)

Αυτό όμως δεν αποτελεί έκπληξη∙ κάθε άλλο μάλιστα, θα έλεγα ότι είναι απολύτως αναμενόμενο.

Δύο είναι οι κύριες αιτίες αυτού τού κοινωνικού φαινομένου:

— Α) Η ελληνική κουλτούρα κοινωνικής συμβίωσης δεν είχε ποτέ αποκτήσει χαρακτηριστικά αντίληψης συλλογικότητας. Ο Έλληνας αντιλαμβάνεται το κοινωνικό σύνολο σαν ένα εξωτερικό του περιβάλλον εντός τού οποίου κινείται αυτόνομα και ανεξάρτητα, ενδεχομένως μάλιστα καί ανταγωνιστικά ή καί παρασιτικά. Και όχι σαν ένα συν-διαμορφούμενο από όλους πεδίο συνύπαρξης ζωής, ομαδικού πνεύματος και στόχων κοινής προόδου, του οποίου είναι ο ίδιος ενεργό μέρος. Διότι όταν συνειδητοποιούμε βαθιά ότι είμαστε ισότιμο μέλος ενός συνόλου, τότε αυτό το κοινωνικό σύνολο παύει να είναι «κάτι εκεί έξω», αλλά το αντιλαμβανόμαστε εσωτερικά.

Μόνον όταν κάτι το εσωτερικεύουμε, το βιώνουμε εντός μας, είναι δυνατόν να βιωθεί ως πηγαία ανάγκη αίσθημα ευθύνης προς αυτό.

.

— Β) Η προβληματικής κατεύθυνσης εθνική παιδεία. Η παιδεία μας έχει εδώ και δεκαετίες ξεστρατίσει από τους άξονες προόδου των απαιτητικών προκλήσεων τής υποχρεωτικής συμμετοχής μας στο διεθνές περιβάλλον . Αυτό δεν είναι ζήτημα κάποιας προσωπικής οπτικής ή προτίμησης, αλλά κάτι που το αναδεικνύει με θλιβερή διαύγεια η ίδια η πραγματικότητα.

Η παιδεία μας ενώ θα έπρεπε πρωτίστως να καλλιεργεί σε εύρος την αντίληψη και τη κατανόηση, αντί αυτού προάγει και επιβραβεύει την ωραιοποίηση τής μετριότητας, την χαμηλής υπεραξίας ποσότητα σε βάρος τής ποιότητας, το επιφανειακό θεαθήναι (τίτλοι) παρά το γόνιμο περιεχόμενο (υπόβαθρο των σκέπτεσθαι). Γι’ αυτό και το ποσοστό των -μερικώς, ενίοτε πλήρως- λειτουργικά αναλφάβητων* πολιτών είναι πολύ μεγάλο παρά τους ευρέως διαδεδομένους -πλην όμως αναποτελεσματικούς ως προς αυτό- τίτλους σπουδών.

Ας ευχηθούμε ότι θα καταφέρουμε να αποφύγουμε τα πολύ χειρότερα σε αυτή την πολύ ιδιαίτερη και ύπουλη κρίση. Όποτε δε με το καλό θα έχει κοπάσει και θα έχουμε στοιχειωδώς καταφέρει να ανασυγκροτηθούμε κοινωνικά και οικονομικά από τις βαριές συνέπειές της, είναι απολύτως επιβεβλημένο να δράσουμε ως χώρα με ζήλο και αποφασιστικότητα. Με καίριες, ευφυώς μελετημένες, παρεμβάσεις η Πολιτεία να ανακαθορίσει τον προσανατολισμό και το πνεύμα τής παιδείας ώστε να βελτιωθούμε σημαντικά στους δύο ανωτέρω καίριους – για την εθνική μας επιβίωση (αρχικά) και πρόοδο (εις το διηνεκές) – τομείς τής εθνικής μας ζωής.

Για όσο δεν θα το κάνουμε επιμένοντας στην επιλογή να κρύβουμε τα υπαρξιακά μας προβλήματα κάτω από το χαλί τής κενής νοήματος εθνικής μας φιλαρέσκειας και του παραδοσιακού πελατειακού νταντέματος, θα παραμένουμε συνεχώς σε καθεστώς κρίσεων. Κρίσεις που ποτέ δεν θα μπορούμε να θεραπεύουμε στις αιτίες τους, εξ αιτίας των παγίων αδύναμων κρίκων που είναι απότοκοι τού εθνικού μας ελλείματος αυτο-κατανόησης και αυτοσυνειδησίας.

.

Αδύναμοι κρίκοι είναι φύσει αδύνατον να μην υπάρχουν καθόλου. Αυτό όμως που αναχαιτίζει την καταλυτική τους ισχύ Και αποτρέπει το συνεχές σπάσιμο τής αλυσίδας των κοινής συμμετοχής σκοπών, είναι η καλλιέργεια ενός ευφυώς σχεδιασμένου, υγιούς, πνευματικού πεδίου παραγωγικής συλλογικής ζωής με στιβαρές δικλείδες ασφαλείας. Θα υπάρχουν και πάλι αδύναμοι κρίκοι, όμως τότε οι συνέπειες τής αδυναμίας τους θα μπορούν εγκαίρως να αναστέλλονται από το δίκτυ ασφαλείας τής μεγαλύτερης οργάνωσης των υπολοίπων.

 Ένα τέτοιο εσωτερικό εθνικό περιβάλλον δίνει τη δυνατότητα σε μία χώρα να αποτρέπει συνθήκες δυνητικών κρίσεων∙ αλλά και να τις ξεπερνά με ταχεία αποτελεσματικότητα εάν τελικά ποτέ ενσκήψουν και, πάντα, πιο δυναμωμένη να βαδίζει με αξιώσεις προς το μέλλον ως κύριος πρωταγωνιστής και ρυθμιστής του .

  –

Κάθε κρίση αποτελεί αφορμή και ευκαιρία να διορθώσουμε τα μεγάλα μας σφάλματα ανάγνωσης εαυτού και καταστάσεων, με όλες τις προβληματικές στάσεις ζωής που αυτά επιφέρουν. Κάθε ευκαιρία που χάνεται ανεκμετάλλευτη, παγιώνει όλο και περισσότερο την ακαμψία των στρεβλών τρόπων αντίληψης των πραγμάτων και νοητικών συμπεριφορών.

Είναι επιβεβλημένο στην Ελλάδα να ξεκινήσουμε με αίσθημα ζωτικού επείγοντος να εστιάζουμε στη παραγωγική αξιοποίηση τού παρόντος μας διαχειριζόμενοί το αποτελεσματικά με όρους μέλλοντος. Αυτό είναι το κλειδί! Η οξυδερκής ενατένιση τού απώτερου οραματικού ορίζοντα θα διαμορφώσει ευφυώς τις δράσεις μας εντός τού σήμερα, ώστε το παρόν να καθίσταται καθημερινά το παραγωγικό στοιχείο και μέσον επίτευξής εκείνου τού μέλλοντος.

Η επίγνωση παρελθόντος να διδάσκει∙ η στόχευση μέλλοντος να εμπνέει. Το σήμερα, το κάθε ξεχωριστό σήμερα, να γίνεται ο δυνατός κρίκος διασύνδεσης ανάμεσα σε αξιολογηθέν παρελθόν και οραματικό στοχοθετικό μέλλον. Μόνο έτσι μπορεί να παράγει κανείς – είτε είναι άτομο, είτε έθνος κράτος – αληθινά δική του Ιστορία.
_

* Ο λειτουργικός αναλφαβητισμός ορίζεται ως απώλεια της ικανότητας ενός ατόμου, που έχει παρακολουθήσει την υποχρεωτική εκπαίδευση, να κατανοεί με επάρκεια τον προφορικό και γραπτό λόγο, να διατυπώνει με σαφήνεια την σκέψη του, να κάνει αφαιρετικούς συνειρμούς, να αναπτύσσει κριτική σκέψη, να εκμεταλλεύεται ευκαιρίες για βελτίωση των γνωστικών του δεξιοτήτων κ.τ.λ. ( UNESCO )
 

Facebook Comments