Η αγορά δεν «ακούει» τους οίκους αξιολόγησης – Non-event οι ετυμηγορίες των S&P, DBRS και Moody΄s
Η προσεχής τριπλή ετυμηγορία από τους οίκους αξιολόγησης S&P, DBRS (την Παρασκευή 23 Οκτωβρίου και Moody’s στις 6 Νοεμβρίου, για την Ελλάδα
Η προσεχής τριπλή ετυμηγορία από τους οίκους αξιολόγησης S&P, DBRS (την Παρασκευή 23 Οκτωβρίου και Moody’s στις 6 Νοεμβρίου, για την Ελλάδα
Η προσεχής τριπλή ετυμηγορία από τους οίκους αξιολόγησης S&P, DBRS (την Παρασκευή 23 Οκτωβρίου και Moody’s στις 6 Νοεμβρίου, για την Ελλάδα, σε άλλες εποχές θα αποτελούσαν ισχυρό παράγοντας για την αγορά και τους επενδυτές. Αυτή τη φορά, και ειδικά τη φετινή χρονιά, τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Είναι ξεκάθαρο πως η «γνώμη» των οίκων ούτε αναμένεται με αγωνία από την αγορά αλλά ούτε και ουσιαστικά… εισακούγεται. Ήδη οι αγορές έχουν ξεπεράσει τους οίκους οι οποίοι βαθμολογούν την Ελλάδα ακόμα στα … «σκουπίδια», ενώ οι επενδυτές την αξιολογούν ως μία ώριμη επενδυτικά χώρα, στέλνοντάς τις αποδόσεις όλων των ελληνικών ομολόγων σε ιστορικά χαμηλά, εκτοξεύοντας τους τζίρους στην ΗΔΑΤ και κλείνοντας την ψαλίδα των spreads με όλους τους «ισχυρούς» της Ευρώπης.
Η Fitch ήταν ο πρώτος οίκος ο οποίος έδωσε την αξιολόγηση του για την Ελλάδα μετά το ξέσπασμα της πανδημίας. Η Fitch δεν προχώρησε σε αλλαγή του ελληνικού rating ενώ σημειώνεται πως είχε αποφασίσει εκτάκτως στα τέλη Απριλίου να υποβαθμίσει τις προοπτικές –και όχι την αξιολόγηση– της Ελλάδας σε σταθερές από θετικές, εξηγώντας πως ήταν η πιο ήπια κίνηση που μπορούσε να κάνει δεδομένου του σοκ που προκάλεσε σε οικονομία και αγορές ο κορωνοϊός και το οποίο δεν δικαιολογούσε την αξιολόγηση με θετικές προοπτικές για οποιαδήποτε χώρα τη δεδομένη στιγμή. Σε ανάλογη κίνηση, άλλωστε, είχαν προχωρήσει εκείνο το διάστημα και η S&P και η DBRS.
Επτά μήνες μετά την αρχή του Covid, αν κάτι έχει αλλάξει σε σχέση με πριν για την Ελλάδα είναι πως αποτελεί από τους μεγαλύτερους ωφελημένους του Ταμείου Ανάκαμψης της Ε.Ε, η στήριξη της ΕΚΤ μέσω του PEPP έχει οδηγήσει σε επενδυτική μανία για τα ελληνικά ομόλογα, ενώ τα ταμειακά διαθέσιμα του Ελληνικού Δημοσίου είναι τα υψηλότερα που έχει κράτος της Ε.Ε και αρκούν για τις χρηματοδοτικές ανάγκες τόσο του 2020 όσο και του 2021, εμπνέοντας ασφάλειας στους επενδυτές.
Επίσης η Ελλάδα έχει πραγματοποιήσει τρεις εξόδους στις αγορές εν μέσω πανδημίας, μετά και την έκδοση του 15ετούς στις αρχές του έτους, με τη ζήτηση των επενδυτών να είναι εντυπωσιακή.
Όπως σημειώνουν αναλυτές πρέπει να θεωρείται βέβαιο, και αυτό αφορά όλες τις χώρες, ότι οι αναβαθμίσεις των αξιολογήσεων και των προοπτικών έχουν «παγώσει» και θα επανέλθουν πιθανώς το 2021, εάν βέβαια δεν υπάρξει νέο σοκ στη συνέχεια. Επομένως, είναι δύσκολο η Ελλάδα να αναμένει μια θετική κίνηση. Ωστόσο η Ελλάδα δεν αναμένεται να δει ούτε αρνητική κίνηση από τους οίκους.
Από την μία είναι πολύ νωρίς για να αναθεωρηθούν οι προοπτικές της χώρας σε θετικές και πάλι και παράλληλα δεν έχουν υπάρξει νέα που να υποδηλώνουν υποβάθμιση της Ελλάδας ή αλλαγή των προοπτικών σε αρνητικές. Άλλωστε η πορεία της ελληνικής οικονομίας στο β’ τρίμηνο ήταν ανάλογη με αυτό που περίμεναν οι οίκοι αξιολόγησης, και ίσως και καλύτερη αφού πριν αναμενόταν ευρέως ότι η Ελλάδα θα σημειώσει την βαθύτερη ύφεση φέτος στην Ευρώπη και αντίθετα φαίνεται να κινείται σε ανάλογα επίπεδα με τις υπόλοιπες χώρες.
Για τους αναλυτές, οι αξιολογήσεις των οίκων είναι non event για την αγορά, και το κυριότερο είναι ότι η ΕΚΤ συνεχίζει να αγοράζει ελληνικά ομόλογα.
Όπως σημείωσε πρόσφατα η Moody’s, η συρρίκνωση του ελληνικού ΑΕΠ κατά το β’ τρίμηνο κινήθηκε κοντά στις εκτιμήσεις του οίκου, δεδομένων των μέτρων περιορισμού στην οικονομία καθώς και του αντίκτυπου της περιορισμένης κινητικότητας σε τουρισμό και κατανάλωση. Όπως και σε άλλες χώρες της ΕΕ, η Moody’s αναμένει ανάκαμψη στο τρίτο τρίμηνο, η οποία θα επιταχυνθεί στο δ’ τρίμηνο και το 2021. Έτσι, προ το παρόν διατηρεί την πρόβλεψή της για ύφεση 9,5% στην Ελλάδα φέτος και ανάκαμψη 7% την επόμενη χρονιά.
Σταθερή στις εκτιμήσεις της παραμένει και η S&P σημειώνοντας πως σα στοιχεία του β΄ τριμήνου κινήθηκαν στις ίδιες γραμμές με την τρέχουσα πρόβλεψή της για πτώση της τάξης του 9% του ΑΕΠ φέτος, μετά την οποία αναμένεται αύξηση 5,5% το 2021.
Η DBRS σε πρόσφατο note της σημείωσε πως από την τελευταία φορά που αξιολόγησε την Ελλάδα τον Απρίλιο, η πανδημία οδήγησε σε εκτεταμένη οικονομική συρρίκνωση, αυξάνοντας τις πιθανότητες ύφεσης. Ο χρόνος και η ταχύτητα μιας ενδεχόμενης ανάκαμψης είναι αβέβαιες, οδηγώντας τότε στην αλλαγή των προοπτικών σε σταθερές από θετικές.
Ωστόσο, όπως τονίζει, η ελληνική κυβέρνηση έχει απαντήσει ισχυρά και γρήγορα στην πανδημία και έχει αποτρέψει μια σοβαρή υγειονομική κρίσης μέχρι στιγμής. Τα έκτακτα δημοσιονομικά μέτρα θα μειώσουν τη σοβαρότητα του οικονομικού αντίκτυπου του Covid, όπως σημειώνει τονίζοντας επίσης πως η πρόσφατη επιβεβαίωση της αξιολόγησης της Ελλάδα αντικατοπτρίζει το γεγονός ότι η κυβέρνηση έχει ισχυρή δέσμευση στο μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα, καθώς και το γεγονός ότι τα ομόλογα ελληνικού δημοσίου περιλαμβάνονται πλέον στο έκτακτο πρόγραμμα PEPP της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Αυτά τα σχόλια της DBRS δείχνουν πως μάλλον θα δεν θα προχωρήσει σε αλλαγή της αξιολόγησής της την Παρασκευή.
Facebook Comments