Οι Ιάπωνες χαιρετιούνται με υπόκλιση. Στην Κίνα χαμογελάνε ευγενικά  και κλίνουν το κεφάλι. Στην Ταϋλάνδη ενώνουν τις παλάμες και ακουμπούν τα ακροδάχτυλα στο μέτωπο. Στην Ινδία ενώνουν τις παλάμες σαν προσευχή και λένε «Νάμαστε». Οι Θιβετιανοί χαιρετιούνται με τρόπο που στην Ευρώπη θα εθεωρείτο αγένεια- βγάζουν τη γλώσσα. Θα υπάρχουν φαντάζομαι πολλές ακόμα  παραλλαγές που χρησιμοποιούν οι λαοί για να απευθύνουν χαιρετισμό. Όσοι λαοί χρησιμοποιούν ανέπαφες συναντήσεις συνεχίζουν κανονικά αυτό που έκαναν. Εμείς όχι. 
 
Εμείς είχαμε τη χειραψία, το φιλί στον αέρα, τα φιλιά στο μάγουλο, την αγκαλιά, το σφιχταγκάλιασμα, το κεφαλοκλείδωμα. Εμείς καταλαβαίνουμε τη διαβάθμιση του συναισθήματος και της χαράς που είδαμε τον άλλον, στην κλίμακα του πιεσόμετρου. Όσο πιο πολύ αγαπάμε τόσο πιο πολύ σφίγγουμε.΄Οσο πιο πολύ χαιρόμαστε τόσο πιο πολύ πιάνουμε. Και τώρα έχουμε μείνει μετέωροι. Η γλώσσα του σώματος που ξέραμε έχει περιπέσει σε αχρησία όπως περίπου τα Λατινικά. Και μαθαίνουμε μια νέα γλώσσα, άγνωστη, άβολη, ανέκφραστη. Φτωχή σαν παντομίμα, ξένη σαν κινέζικα. Την ουδέτερη γλώσσα των σκουντηγμάτων που είναι τα ίδια είτε συναντήσεις έναν ξένο είτε την παλιά αγάπη της ζωής σου. 
 
Ξέρω, όταν ζούμε σε κλίμα φόβου για την υγεία και ζόφου για την κοινωνία είναι πολυτέλεια να θρηνούμε τις αγκαλιές. Όμως κάποιος πρέπει να μιλήσει και για αυτήν την απώλεια της καθημερινότητας γιατί είναι ένα μεγάλο κομμάτι της κανονικότητας που μνημονεύουμε διαρκώς. Σε ένα άρθρο που δημοσίευσε ο Guardian διάβασα ότι ο άνθρωπος έχει ανάγκη από δέκα αγκαλιές την ημέρα γιατί η αγκαλιά προκαλεί έκκριση ορμονών που μας ηρεμούν- μια λέγεται «ορμόνη της αγάπης». Από την πρώτη στιγμή της ζωής μας έχουμε ανάγκη το άγγιγμα, και λένε δεν είναι τυχαίο ότι η τελευταία αίσθηση που χάνεται στο βαθύ γήρας είναι η αφή. Ο άνθρωπος είναι φτιαγμένος για να αγκαλιάζεται από το πρώτο μέχρι το τελευταίο δευτερόλεπτο της ζωής του. 
 
Κι εμείς, τώρα που έχουμε μεγαλύτερη ανάγκη από ποτέ να δώσουμε δύναμη ο ένας στον άλλον για να μοιραστούμε τον χειρότερο συλλογικό φόβο της γενιάς μας, χάνουμε την επαφή. Κάνουμε άχαρα νοήματα και χειρονομίες κοινής αποδοχής από μακριά και μοιραία κρατάμε ανεκδήλωτα συναισθήματα και λέξεις της γλώσσας που ξέραμε. Και φοβόμαστε μη χαθούμε στη μετάφραση αυτής της νέας γλώσσας. Μήπως μαζί με τη φυσική απόσταση αποκτήσουμε και ψυχική.

Facebook Comments