Με αφορμή το νέο Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο που παρουσιάστηκε στις 23 Σεπτεμβρίου 2020 από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή,  αποφάσισα να δημοσιεύσω μία σειρά τριών άρθρων με επίκεντρο το μεταναστευτικό. Στο πρώτο άρθρο της τριλογίας καταγράφηκαν τα δέκα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα στο ζήτημα του μεταναστευτικού.  Στο δεύτερο άρθρο αναλύθηκαν τα βασικότερα μέτρα του νέου συμφώνου για τη μετανάστευση και το άσυλο που αποσκοπούν στην επίλυση των προβλημάτων αυτών και επισημάνθηκαν οι λόγοι για τους οποίους το νέο ευρωπαϊκό σύμφωνο φαίνεται πως δεν θα επιτύχει τελικά να συμβάλει στην ουσιαστική αντιμετώπισή τους. Στο παρόν, τρίτο και τελευταίο άρθρο της τριλογίας, διατυπώνονται δέκα προτάσεις για ένα αποτελεσματικότερο ευρωπαϊκό σύμφωνο μετανάστευσης και ασύλου, αλλά και για μία ουσιαστικότερη πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη βέλτιστη αντιμετώπιση του σοβαρού φαινομένου της παράνομης μετανάστευσης. Ειδικότερα:

1. Αναγνώριση των πραγματικών διαστάσεων του μεταναστευτικού φαινομένου. Η μεταναστευτική κρίση του Μαρτίου του 2020 στον Έβρο κατέδειξε με τον πλέον εμφατικό τρόπο το είδος και το εύρος των κινδύνων που μπορεί να αντιμετωπίσει η Ελλάδα και η Ευρωπαϊκή Ένωση, εξαιτίας των ανεξέλεγκτων διαστάσεων που λαμβάνει σήμερα το μεταναστευτικό πρόβλημα. Η Ευρώπη βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα συνεχώς αυξανόμενο κύμα μαζικής οικονομικής μετανάστευσης από χώρες της Ασίας και της Αφρικής, το οποίο απειλεί την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση και τον ευρωπαϊκό τρόπο ζωής. Η αναγνώριση αυτού του κινδύνου και των πραγματικών διαστάσεων του προβλήματος αποτελεί το πρώτο βήμα για την αποτελεσματική αντιμετώπισή του.

2. Παρεμπόδιση των μεταναστευτικών ροών στις χώρες καταγωγής και διέλευσης. Το πρόβλημα της μετανάστευσης θα πρέπει πρωτίστως να αντιμετωπιστεί στην πηγή του, δηλαδή στις χώρες προέλευσης ή (δευτερευόντως) στις χώρες διέλευσης και όχι στις χώρες πρώτης υποδοχής όπως γίνεται σήμερα. Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να αξιοποιήσει την ισχύ και τη θέση που έχει σε διεθνές επίπεδο, προκειμένου να επιτύχει τη λήψη μέτρων που θα μπορούσαν να αποτρέψουν τις μεταναστευτικές ροές μη δικαιούμενων διεθνούς προστασίας, στις ίδιες τις χώρες καταγωγής ή διέλευσης. Θα μπορούσε ενδεχομένως να συμφωνηθεί διμερώς, με χώρες που παρουσιάζουν υψηλά ποσοστά απορρίψεως αιτήσεων ασύλου, όπως π.χ. το Πακιστάν, η δημιουργία ενός εθνικού μηχανισμού pre-screening, προκειμένου να ελέγχονται, να προλαμβάνονται και να αποτρέπονται οι συνηθέστερες περιπτώσεις παράνομης μετανάστευσης, όπως αυτές μέσω των αεροπορικών πτήσεων προς τις βασικές χώρες διέλευσης, όπως π.χ. η Τουρκία.

3. Ανάληψη πρωτοβουλιών για την αναθεώρηση της Σύμβασης της Γενεύης και για τη δημιουργία καταυλισμών μεταναστών σε τρίτες χώρες. Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να αναλάβει διεθνή πρωτοβουλία για την αναθεώρηση ή αντικατάσταση της Σύμβασης της Γενεύης για τους πρόσφυγες, με μία νέα σύγχρονη Συνθήκη προσαρμοσμένη στις ανάγκες και στα δεδομένα του 21ου αιώνα, η οποία δεν θα μπορεί να εφαρμόζεται καταχρηστικά και να λειτουργεί ουσιαστικά ως κερκόπορτα της παράνομης μετανάστευσης, όπως έχω αναπτύξει σε προηγούμενο άρθρο μου.  Επιπλέον, θα πρέπει να συνάψει διμερείς συμφωνίες με τρίτες χώρες και ιδίως με χώρες της Βόρειας Αφρικής, προκειμένου να δημιουργηθούν καταυλισμοί μεταναστών εκτός Ευρώπης με χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως έχω προτείνει σε παλαιότερο άρθρο μου.  Στους καταυλισμούς αυτούς θα μπορούσαν να μεταφέρονται όλοι οι αιτούντες άσυλο που δεν έχουν «προσφυγικό προφίλ», μέχρι την επιστροφή τους στις χώρες καταγωγής. Πρόκειται για μία πρόταση, η οποία είχε εξεταστεί σοβαρά το 2017 από το Συμβούλιο Υπουργών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το Συμβούλιο της Ευρώπης, αλλά τελικά δεν προχώρησε.  Με την υλοποίηση της πρότασης αυτής θα περιοριστεί σημαντικά και ο κομβικός και εκβιαστικός ρόλος της Τουρκίας στο μεταναστευτικό,[1] όπως ανέπτυξα σε πρόσφατο άρθρο μου.

4. Διασφάλιση της πλήρους ταυτοποίησης των αιτούντων άσυλο. Το νέο σύμφωνο για τη μετανάστευση και το άσυλο θα πρέπει να λάβει πρόνοια για την πλήρη ταυτοποίηση των αιτούντων άσυλο μέσω της νέας βάσης δεδομένων Eurodac. Για το σκοπό αυτό, η βάση Eurodac θα πρέπει να μπορεί να ενημερώνεται και με δεδομένα (π.χ. δακτυλικά αποτυπώματα) των χωρών καταγωγής των αιτούντων άσυλο, προκειμένου να διασφαλίζεται η πλήρης ταυτοποίησή τους. Με τον τρόπο αυτό, πέρα από την ενίσχυση της ασφάλειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα διευκολυνθούν και οι επιστροφές, ιδίως όσων «χάνουν» σκοπίμως τα έγγραφα ταυτοποίησής τους, με αποτέλεσμα οι χώρες καταγωγής τους να μην τους αναγνωρίζουν ως υπηκόους τους και να αρνούνται να δεχτούν την επιστροφή τους

5. Παρεμπόδιση της καταχρηστικής επίκλησης ανηλικότητας από ενήλικους μετανάστες. Το νέο σύμφωνο μετανάστευσης και ασύλου θα πρέπει να λάβει πρόνοια και για τη δημιουργία ασφαλιστικών δικλείδων, οι οποίες θα διασφαλίζουν ότι ενήλικοι μετανάστες δεν θα μπορούν να δηλώνουν πως είναι ανήλικοι, προκειμένου να ενταχθούν στο ειδικό ευνοϊκό καθεστώς προστασίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα παιδιά – μετανάστες.

6. Άρση της καθολικότητας του δικαιώματος υποβολής αιτήσεως ασύλου. Το νέο σύμφωνο για τη μετανάστευση και το άσυλο θα πρέπει να προβλέψει μέτρα, που θα διασφαλίζουν ότι δεν θα υποβάλλονται αιτήσεις ασύλου από άτομα που δεν είναι πρόσφυγες και δεν δικαιούνται διεθνούς προστασίας, αποτρέποντας έτσι την καταχρηστική επίκληση και εφαρμογή του δικαίου του ασύλου. Θα μπορούσε ενδεχομένως να θεσπιστεί ένα καθεστώτος προέγκρισης ασύλου, παρόμοιου με αυτό της θεωρήσεως εισόδου (visa) ή άλλων αντίστοιχων προεγκρίσεων, όπως λ.χ. η ESTA στις ΗΠΑ και η ETA στον Καναδά. Η πρόβλεψη δηλαδή μίας αιτήσεως, η οποία θα μπορούσε να υποβάλλεται ηλεκτρονικά μέσω σχετικών ιστοσελίδων και εφαρμογών (applications), πριν από την είσοδο στη χώρα υποβολής αιτήσεως ασύλου. Η αίτηση αυτή θα μπορούσε να υποβάλλεται και μέσω των κινητών τηλεφώνων που διαθέτει σήμερα η συντριπτική πλειοψηφία των αιτούντων άσυλο. Θα μπορούσε επίσης να υποβάλλεται σε οποιαδήποτε προξενική αρχή της χώρας υποβολής αιτήσεως ασύλου. Και παράλληλα να προβλεφθεί, πως όποιος δεν υπέβαλε την εν λόγω αίτηση και δεν έλαβε τη σχετική προέγκριση καθεστώτος αιτούντος άσυλο, δεν θα έχει δικαίωμα υποβολής αιτήσεως ασύλου. Έτσι π.χ. κάποιος που ξεκινά από το Πακιστάν με σκοπό να υποβάλει αίτηση ασύλου στην Ελλάδα, θα πρέπει να έχει υποβάλει τη σχετική αίτηση, είτε ηλεκτρονικά είτε στις ελληνικές προξενικές αρχές της Τουρκίας ή οποιασδήποτε άλλης χώρας διέλευσης, και να έχει λάβει τη σχετική προέγκριση. Άπαξ και δεν έχει τηρήσει την «προδικασία» αυτή και δεν έχει λάβει προέγκριση καθεστώτος αιτούντος άσυλο, τότε δεν θα δικαιούται να υποβάλει αίτηση ασύλου στην Ελλάδα και δεν θα υπάγεται στις ευνοϊκές διατάξεις του δικαίου για τους αιτούντες άσυλο. Το μέτρο αυτό δεν είναι απαραίτητο να προβλεφθεί οριζόντια. Θα μπορούσε να προβλέπεται μόνο σε έκτακτες περιπτώσεις ή μόνο για συγκεκριμένες χώρες καταγωγής, σύμφωνα με σχετικούς καταλόγους που θα επικαιροποιούνται ανά τακτά χρονικά διαστήματα από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

7. Άρση της ατομικότητας του δικαιώματος υποβολής αιτήσεως ασύλου. Θα πρέπει να δοθεί η δυνατότητα στα κράτη μέλη να αντιμετωπίζουν ενιαία, συλλογικά ή μαζικά, περισσότερες αιτήσεις ή περισσότερες περιπτώσεις που είναι ομοειδείς και έχουν κοινά χαρακτηριστικά. Να μπορούν λ.χ. να απορρίπτουν, με την έκδοση μίας ενιαίας διοικητικής πράξης, αιτήματα ασύλου από άτομα που προέρχονται από την ίδια χώρα καταγωγής, εφόσον αυτή θεωρείται ως ασφαλής χώρα. Για το σκοπό αυτό θα πρέπει να εναρμονιστούν οι έννοιες των ασφαλών χωρών και να θεσπιστούν κοινοί κατάλογοι ασφαλών χωρών για όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και όχι ανά κράτος μέλος όπως γίνεται σήμερα, οι οποίοι θα περιλαμβάνουν τις ασφαλείς τρίτες χώρες και τις ασφαλείς χώρες καταγωγής και θα επικαιροποιούνται ανά τακτά χρονικά διαστήματα.

8. Απλοποίηση των διαδικασιών ασύλου. Οι διαδικασίες για το άσυλο που προβλέπονται στο νέο σύμφωνο μετανάστευσης και ασύλου θα πρέπει να απλοποιηθούν, ώστε να καταστούν ταχύτερες. Δεν αρκεί μόνο η πρόβλεψη σύντομων προθεσμιών, αλλά θα πρέπει να υπάρχει και πραγματική δυνατότητα ολοκλήρωσης των διαδικασιών εντός των προθεσμιών αυτών. Όσο λιγότερες είναι οι διαδικασίες, τόσο ταχύτερες θα είναι, επιταχύνοντας σημαντικά τη διεκπεραίωση των εκκρεμών αιτημάτων και θεραπεύοντας την υφιστάμενη κατάσταση της de facto παγίωσης του καθεστώτος του αιτούντος άσυλο για πολλά χρόνια. Θα μπορούσε ακόμη να προβλεφθεί και μία διαδικασία προσωρινής χορήγησης ασύλου, με περιορισμένη χρονική ισχύ, η οποία θα αίρεται μόλις εκλείψουν οι συνθήκες (π.χ. πόλεμος) που οδήγησαν στη χορήγησή της, προκειμένου να ενθαρρύνεται η επιστροφή και επανένταξη των μεταναστών στις χώρες καταγωγής τους. Προς την κατεύθυνση αυτή φαίνεται πως κινείται η Δανία, η οποία ανακάλεσε πρόσφατα τις άδειες παραμονής Σύρων προσφύγων, κρίνοντας πλέον ως ασφαλή την πρωτεύουσα της Συρίας και τη γύρω περιοχή

9. Πρόβλεψη αποτελεσματικότερου κοινού πλαισίου για αλληλεγγύη και δίκαιη κατανομή των ευθυνών. Πέραν της επιλογής της μετεγκατάστασης και της χορηγίας επιστροφής (return sponsorship), που προβλέπεται στο νέο σύμφωνο για τη μετανάστευση και το άσυλο, θα πρέπει να προστεθεί και η δυνατότητα του ελλιμενισμού παροπλισμένων πλοίων ή κρουαζιερόπλοιων ως χώρων εγκατάστασης αιτούντων άσυλο, όπως πρότεινα σε παλαιότερο άρθρο μου.  Παρόμοια πρόταση υπέβαλε πρόσφατα και η γερμανίδα αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κ. Katarina Barley.  Τα παροπλισμένα πλοία και κρουαζιερόπλοια έχουν το πλεονέκτημα της κινητικότητας και της προσωρινής εγκατάστασης. Κατά συνέπεια μπορούν να ελλιμενιστούν όχι μόνο στα κράτη πρώτης υποδοχής, αλλά και σε όσα κράτη μέλη αντιδρούν και δεν επιθυμούν τη μονιμότερη μετεγκατάσταση αιτούντων άσυλο στο έδαφός τους. Ως εκ τούτου, η πρόταση αυτή θα μπορούσε να αποτελέσει μία πραγματική και ουσιαστική εναλλακτική επιλογή έναντι της μετεγκατάστασης αιτούντων άσυλο, στα πλαίσια του μηχανισμού αλληλεγγύης και δίκαιης κατανομής. Για την Ελλάδα μάλιστα αποτελεί και καταλληλότερη λύση για την εφαρμογή της νέας διαδικασίας του  προελέγχου (pre-screening), έναντι αυτής της κατασκευής μόνιμων δομών στις ευαίσθητες γεωπολιτικά περιοχές του Έβρου και των νησιών του Βορειοανατολικού Αιγαίου. Επιπλέον, η επίσης νέα δυνατότητα συνεισφοράς μέσω άλλων μορφών αλληλεγγύης (capacity building) θα πρέπει να ενισχυθεί και με ουσιαστικότερες επιλογές, αντίστοιχης βαρύτητας με αυτές της μετεγκατάστασης και της χορηγίας επιστροφής, μεταξύ των οποίων και η απευθείας χρηματοδότηση των κρατών μελών πρώτης υποδοχής, όχι μόνο για δράσεις που συνδέονται άμεσα με το μεταναστευτικό, αλλά ακόμα και για δράσεις που συνδέονται έμμεσα, όπως είναι η ενίσχυση της προστασίας των συνόρων (π.χ. η κατασκευή φρακτών ή πλωτών φραγμάτων), ο αναγκαίος εξοπλισμός σε υλικά και η στελέχωση σε ανθρώπινο δυναμικό για την προστασία των συνόρων κ.ά., τα οποία αποτελούν πραγματικά και ουσιαστικά μέτρα αλληλεγγύης και δίκαιης κατανομής των ευθυνών μεταξύ των κρατών μελών. Τέλος, ο νέος κοινός μηχανισμός αλληλεγγύης θα πρέπει να έχει και αναδρομική εφαρμογή, δηλαδή να αφορά και τους ήδη υπάρχοντες αιτούντες άσυλο και μετανάστες, οι οποίοι φιλοξενούνται στις χώρες πρώτης υποδοχής, όπως η Ελλάδα.

10. Δημιουργία ενός αποτελεσματικού κοινού συστήματος επιστροφών. Το πρόβλημα των επιστροφών αποτελεί την αχίλλειο πτέρνα του ευρωπαϊκού θεσμικού πλαισίου για τη διαχείριση της μετανάστευσης και του ασύλου. Το μείζον ζήτημα των επιστροφών δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται μόνο σε εθνικό επίπεδο. Θα πρέπει να προβλεφθεί ένα κοινό ευρωπαϊκό σύστημα επιστροφών, το οποίο θα λειτουργεί σε κεντρικό επίπεδο και όχι σε επίπεδο κρατών μελών. Οι επιστροφές δεν θα πρέπει να εξαρτώνται από την ικανότητα κάθε κράτους μέλους και από τις σχέσεις του με τις χώρες καταγωγής. Θα πρέπει να διενεργούνται στο όνομα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αξιοποιώντας την ισχύ και τις διεθνείς σχέσεις της ίδιας της Ένωσης με τις τρίτες χώρες. Η επιστροφή από την Ελλάδα ενός μετανάστη στη χώρα καταγωγής του δεν θα πρέπει να αποτελεί διμερές ζήτημα, αλλά ζήτημα ευρωπαϊκό. Η επιστροφή δεν θα πρέπει να γίνεται από την Ελλάδα ως κράτος, αλλά από την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση, της οποίας η Ελλάδα αποτελεί κράτος μέλος. Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να αξιοποιήσει το διεθνή της ρόλο και τις διεθνείς της σχέσεις, προκειμένου να δημιουργήσει ένα αποτελεσματικό σύστημα επιστροφών. Ένα σύστημα, το οποίο εκτός από κίνητρα, παροχές και ανταλλάγματα, θα επιβάλλει και κυρώσεις στις μη συνεργάσιμες χώρες. Κυρώσεις οικονομικές, όπως λ.χ. η διακοπή της ευρωπαϊκής αναπτυξιακής βοήθειας, ή και άλλου είδους κυρώσεις που θα εκτείνονται σε όλο το φάσμα των πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς τις χώρες αυτές, όπως λ.χ. οι εμπορικές σχέσεις, οι επενδύσεις, η ανάπτυξη κ.ά. Περνώντας με τον τρόπο αυτό το μήνυμα, ότι η συνεργασία των κρατών αυτών σε όλες τις πτυχές του μεταναστευτικού ζητήματος συνιστά βασική προϋπόθεση για μία αμοιβαία επωφελή συνεργασία τους με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σημειώνεται πως δεν είναι δυνατόν να επιβάλλονται ευρωπαϊκές κυρώσεις σε τρίτες χώρες, όπως π.χ. η Ρωσία και η Λευκορωσία, για λιγότερο ουσιώδη ζητήματα, και να μην επιβάλλονται κυρώσεις σε τρίτες χώρες που δεν εφαρμόζουν τις 24 υφιστάμενες συμφωνίες με την Ευρωπαϊκή Ένωση για την επανεισδοχή και τις επιστροφές, σε ένα τόσο ουσιώδες ζήτημα για την Ευρώπη. Τέλος, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να αναλάβει πρωτοβουλία και για τη σύναψη μιας διεθνούς συνθήκης για τις επιστροφές, την επανεισδοχή και επανένταξη μεταναστών ή για μία σχετική προσθήκη στη Σύμβαση της Γενεύης για τους πρόσφυγες, σε συνεργασία με άλλες χώρες που αντιμετωπίζουν το ίδιο πρόβλημα, όπως λ.χ. οι ΗΠΑ, η Αυστραλία, ο Καναδάς κ.ά.

Η μεταναστευτική κρίση που βιώνουμε σήμερα αποτελεί ένα νέο παγκόσμιο φαινόμενο που λαμβάνει απρόβλεπτες και ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Οι εύρωστες οικονομικά χώρες σε Ευρώπη, Αμερική, Ασία και Ωκεανία, δέχονται μαζικές ροές οικονομικών μεταναστών από τις χώρες του λεγόμενου τρίτου κόσμου. Χώρες, όπως η Τουρκία, «εργαλειοποιούν» τους μετανάστες για να επιτύχουν γεωπολιτικούς στόχους. Άλλες χώρες «εξάγουν» μετανάστες με σκοπό την εισροή συναλλάγματος μέσω των ευρωπαϊκών επιδομάτων που καταβάλλονται στους αιτούντες άσυλο. Ενώ κάποιες χώρες απελευθερώνουν ακόμα και ποινικούς κρατούμενους και τους στέλνουν στην Ευρώπη ως «πρόσφυγες». Η αντιμετώπιση αυτού του φαινομένου δεν μπορεί να στηριχθεί νομικά σε ρυθμίσεις διεθνών συνθηκών που υπεγράφησαν μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και είναι σήμερα παρωχημένες. Ούτε μπορεί να αντιμετωπιστεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο μέσα από ένα άτολμο σύστημα μετανάστευσης και ασύλου. Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να υπερβεί τη γραφειοκρατική της φύση και να δράσει στοχευμένα και αποτελεσματικά, αναγνωρίζοντας το πρόβλημα στις πραγματικές του διαστάσεις και αντιμετωπίζοντάς το στη ρίζα του. Κάτι που δεν επιτυγχάνεται με τις ρυθμίσεις και τις προβλέψεις του νέου ευρωπαϊκού συμφώνου για τη μετανάστευση και το άσυλο.

 


[1] Στην Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με ένα νέο Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο, αναφέρεται ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση υποστηρίζει τις προσπάθειες της Τουρκίας «να φιλοξενήσει περίπου 4 εκατομμύρια πρόσφυγες» και ότι «Η Διευκόλυνση για τους Πρόσφυγες στην Τουρκία εξακολουθεί να ανταποκρίνεται στις βασικές ανάγκες εκατομμυρίων προσφύγων και η συνεχιζόμενη παροχή κάποιας μορφής χρηματοδότησης από την ΕΕ θα είναι ουσιαστικής σημασίας» (σελ. 24, υπό 6.1). Υπογραμμίζεται ότι η Ανακοίνωση χαρακτηρίζει εσφαλμένα ως «πρόσφυγες» το σύνολο των 4 εκατομμυρίων μεταναστών που βρίσκονται σήμερα στην Τουρκία, υιοθετώντας πλήρως τις σχετικές τουρκικές θέσεις.

 

Facebook Comments