Citi: Νέα έξοδος της Ελλάδας στις αγορές τον Σεπτέμβριο
Επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές τον Σεπτέμβριο προβλέπει η Citigroup, μετά από το διάλειμμα του καλοκαιριού
Επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές τον Σεπτέμβριο προβλέπει η Citigroup, μετά από το διάλειμμα του καλοκαιριού
Επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές τον Σεπτέμβριο προβλέπει η Citigroup, μετά από το διάλειμμα του καλοκαιριού, με το Ελληνικό Δημόσιο να έχει ήδη σχεδόν καλύψει τον φετινό στόχο της δανειακής του στρατηγικής. Σύμφωνα με την αμερικανική τράπεζα, ο ΟΔΔΗΧ θα προχωρήσει στις αρχές του φθινοπώρου στο άνοιγμα της έκδοσης του 5ετούς ομολόγου το οποίο εκδόθηκε τον Μάιο, αυξάνοντας και σε αυτήν τη διάρκεια –όπως έκανε και με το 10ετές– το μέγεθος του τίτλου, στα 4 δισ. ευρώ τουλάχιστον από 3 δισ. ευρώ σήμερα. Συνεπώς, η Citi εκτιμά πώς στόχος θα είναι η άντληση τουλάχιστον 1 δισ. ευρώ, κάτι που δεν θα αυξήσει σημαντικά την ετήσια εκδοτική δραστηριότητα της χώρας σε σχέση με τον αρχικό στόχο.
Αξίζει να σημειώσουμε πως το 5ετές ομόλογο εκδόθηκε με ιστορικά χαμηλό και μηδενικό κουπόνι, ενώ η απόδοση κινήθηκε στο 0,172% που ήταν επίσης ιστορικά χαμηλό επίπεδο. Πριν μερικές ημέρες η απόδοση του τίτλου είχε “γυρίσει” στα αρνητικά, αν και έχει επανέλθει και πάλι οριακά στα θετικά.
Έως σήμερα η Ελλάδα έχει αντλήσει συνολικά 11,5 δισ. ευρώ από τις τέσσερίς εξόδους στις αγορές, συν 2 δισ. ευρώ από την ανταλλαγή των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου στην οποία προχώρησε με τις συστημικές τράπεζες τον Ιανουάριο. Έτσι, είτε απέχει 0,5 δισ. ευρώ από τον στόχο των “έως 12 δισ. ευρώ” για το σύνολο του έτους, είτε τον έχει υπερβεί ελαφρώς κατά 1,5 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με πληροφορίες, αν και ο ΟΔΔΗΧ δεν έχει ακόμα αποφασίσει εάν το άνοιγμα της έκδοσης του 10ετούς στο οποίο προχώρησε με τεράστια επιτυχία στις αρχές του Ιουνίου, καταγράφοντας το μεγαλύτερο βιβλίο προσφορών την ιστορία του Ελληνικού Δημοσίου, αποτελεί την τελευταία ή όχι έξοδο της χώρας στις αγορές, είναι γεγονός πώς η Ελλάδα είναι δύσκολο να μην δηλώσει εκ νέου παρουσία στους υπολοίπους έξι περίπου μήνες του έτους.
Από άποψη ταμειακών αναγκών, δεν υπάρχει ζήτημα για νέα έξοδο πάντως. Αυτή τη στιγμή τα ταμειακά διαθέσιμα διαμορφώνονται στα 34 δισ. ευρώ περίπου και αναμένεται να παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα και κοντά στα 30 δισ. ευρώ έως το τέλος του έτους, από 23-25 δισ. ευρώ που προβλεπόταν νωρίτερα. Επιπλέον, στο β’ εξάμηνο τα έσοδα του Ελληνικού Δημοσίου θα είναι περισσότερα από τα έξοδα, ενώ το μεγαλύτερο μέρος των μέτρων στήριξης της οικονομίας είναι ήδη πίσω μας, με μόλις 4,5 δισ. ευρώ να απομένουν έως το τέλος του έτους. Ήδη, συνολικά τα µέτρα στήριξης από την αρχή της πανδημίας αγγίζουν τα 41 δισ. ευρώ, και σε ό,τι αφορά το 2021, 11,4 δισ. ευρώ έχουν ήδη διοχετευθεί.
Εκτός αυτού, το Ελληνικό Δημόσιο έχει και άλλες πηγές χρηματοδότησης πέραν των αγορών, όπως οι πόροι του προγράμματος SURE, οι εκταμιεύσεις του Ταμείου Ανάκαμψης οι οποίες θα είναι αυξημένες φέτος σε σχέση με τους αρχικούς υπολογισμούς, καθώς και τα ANFAs/SMPs τα οποία μαζί με τη δόση που εγκρίθηκε από το Eurogroup διαμορφώνονται στα 1,3 δισ. ευρώ.
Ωστόσο η στήριξη της ΕΚΤ η οποία αναμένεται να συνεχιστεί έως τον Μάρτιο του 2022 σε ό,τι αφορά τις αγορές ελληνικών τίτλων υπό το PEPP, κρατά ορθάνοιχτο τον διάδρομο του ΟΔΔΗΧ για περαιτέρω εξόδους, με στόχο όχι “ταμειακό”, αλλά για τη βελτίωση της ρευστότητας των ελληνικών τίτλων, που είναι και ένας παράγοντας που θα συμβάλλει στη βελτίωση της αξιολόγησης της Ελλάδας από τους οίκους.
Το εάν τελικά θα υπάρξει νέα έξοδος, σύμφωνα με το σκεπτικό του ΟΔΔΗΧ, θα φανεί ανάλογα με την εξέλιξη της πανδημίας, των εμβολιασμών και του τουρισμού. Ακόμη τίποτα δεν έχει αποφασισθεί. Το βέβαιο είναι πως το καλοκαίρι δεν θα υπάρχει άλλη έκδοση. Στη συνέχεια θα εξεταστεί το “τι και πώς”, και πάντως σε επιλεγμένε σημεία της καμπύλης, εκεί δηλαδή που υπάρχει ζήτηση. Αυτό που προέχει για τον ΟΔΔΗΧ, όπως προαναφέρθηκε είναι η πρόοδος προς την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, κάτι το οποίο θα μονιμοποιήσει την επιλεξιμότητα των ελληνικών ομολόγων στις πράξεις νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ.
Σε αυτό σημαντικό ρόλο παίζει η έλλειψη ελληνικών ομολόγων στην αγορά, την οποία έχει δημιουργήσει η συγκρατημένη εκδοτική δραστηριότητα, αυξάνοντας τη “δίψα” για ελληνικούς τίτλους από τους επενδυτές, παρά το γεγονός ότι κάποιοι οίκοι έχουν αρχίσει να δηλώνουν πιο συγκρατημένοι σε ό,τι αφορά την πορεία των ελληνικών τίτλων μετά τη σημαντική υπεραπόδοση, όπως η JP Morgan η οποία σε έκθεση της την περασμένη Παρασκευή σημείωσε πως γυρίζει σε “ουδέτερη” τη στάση της για τα ελληνικά ομόλογα (αν και επισημαίνει πως τα ομόλογα διάρκειας 7-9 ετών παραμένουν ελκυστικά).
Σημαντικό σήμα για τους οίκους και τα ratings της Ελλάδας θα δώσει και η εκκίνηση της αποπληρωμής και των GLF δανείων (διμερή δάνεια του πρώτου μνημονίου)– μετά από την πρόωρη αποπληρωμή του ΔΝΤ – η οποία βρίσκεται στο “τραπέζι”.
Κούρταλη Ελευθερία
Facebook Comments