Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έκανε αυτό που έπρεπε. Ένα μικρό whatever it takes για την Ελλάδα, θα μπορούσε να πει κανείς… Αφαίρεσε το βάρος της απουσίας της επενδυτικής βαθμίδας για την Ελλάδα, μέχρι να την αποκτήσει, ενώ έστειλε το πλέον ισχυρό σήμα προς τις αγορές προειδοποιώντας εμμέσως πλην σαφώς πως είναι «εκεί» εάν… αποφασίσουν να τεστάρουν τις αντοχές των ελληνικών spreads.

Όπως είχε σημειώσει και η JP Morgan – μία άποψη που μοιράζονται και αρκετοί άλλοι οίκοι – δεν έχει σημασία που η Ελλάδα δεν θα ενταχθεί στο κανονικό QE για νομικούς και κανονιστικούς μόνο λόγους, αρκεί η ΕΚΤ να πείσει τους επενδυτές ότι στόχος της είναι να συνεχίσει να διατηρεί το κόστος δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου υπό έλεγχο. «Εάν η ΕΚΤ δεσμευθεί ξεκάθαρα πως θα στηρίξει την Ελλάδα στρέφοντας των βάρος των ροών από τα ομόλογα του PEPP που λήγουν προς τα ελληνικά ομόλογα, θα είναι ένα αρκετά αξιόπιστο και εποικοδομητικό μήνυμα προς τους επενδυτές», είχε επισημάνει η αμερικάνικη τράπεζα.

Έτσι και έγινε. Η ΕΚΤ έκανε μία εξαιρετικά σπάνια, όπως την χαρακτήρισε και η Κριστίν Λαγκάρντ, ρητή αναφορά στην Ελλάδα κατά την ανακοίνωσή της, στέλνοντας ένα ισχυρό μήνυμα. Η στήριξη προς τα ελληνικά ομόλογα θα έρθει μέσω της επέκτασης της περιόδου επανεπενδύσεων, της ευελιξίας που θα έχουν αυτές αλλά και την πιθανότητα να ενεργοποιηθεί εκ νέου το PEPP εάν χρειαστεί, ενώ όλα τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου στήριξαν ομόφωνα αυτή την απόφαση.

Έτσι, το Διοικητικό Συμβούλιο παρέτεινε τον χρονικό ορίζοντα επανεπένδυσης των ποσών κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος PEPP κατά τη λήξη τους τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2024, από το 2023 που ήταν πριν, κάτι που μεγαλώνει το παράθυρο στήριξης για την Ελλάδα. Παράλληλα ξεκαθάρισε ότι οι επανεπενδύσεις μπορεί να γίνουν με έμφαση προς τα ελληνικά ομόλογα, που σημαίνει ότι θα αγοράζει ελληνικά ομόλογα ακόμη και με κεφάλαια από άλλα ομόλογα της ευρωζώνης που λήγουν. «Η ευελιξία αυτή θα μπορούσε να συμπεριλαμβάνει την αγορά ομολόγων που εκδίδει η Ελλάδα επιπλέον της αξίας των ομολόγων που επανεπενδύεται στη λήξη τους, προκειμένου να αποφευχθεί η διακοπή των αγορών στη συγκεκριμένη χώρα, η οποία θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής προς την ελληνική οικονομία, ενώ αυτή εξακολουθεί να ανακάμπτει από τις επιπτώσεις της πανδημίας», όπως σημειώθηκε χαρακτηριστικά.

Τέλος, η ΕΚΤ διαμήνυσε ότι το PEPP θα μπορούσαν να ξεκινήσει εκ νέου, εφόσον κριθεί αναγκαίο, για την αντιμετώπιση αρνητικών διαταραχών που σχετίζονται με την πανδημία. Αυτό θα έρθει μετά από σχετική απόφαση του Δ.Σ της ΕΚΤ, ενώ όπως εξήγησε η Λαγκάρντ, δεν υπάρχει συγκεκριμένο ποσό κεφαλαίων, αφήνοντας να εννοηθεί ότι πέραν των 100 δισ. ευρώ περίπου που θα έχουν απομείνει στο φάκελο του PEPP όταν αυτός λήξει, μπορεί να προστεθούν και άλλα εάν χρειαστεί.

Οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων σημείωσαν βουτιά στον απόηχο αυτών των αποφάσεων, με αυτήν του 10ετούς να υποχωρεί στο 1,17% και κατά 5,2%, στα χαμηλότερα επίπεδα από τις αρχές Νοεμβρίου, ενώ το spread συρρικνώθηκε στις 152 μονάδες βάσης από 172 μ.β στις αρχές της εβδομάδας.

Σε απλά μαθηματικά, οι ανακοινώνεις της ΕΚΤ σημαίνουν ότι μπορεί να αγοράσει περαιτέρω ελληνικά ομόλογα αξίας 20 δισ. ευρώ, χωρίς να υπολογίζονται τα ποσά που μπορεί να αγοραστούν από τις λήξεις άλλων ομολόγων, σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, καλύπτοντας έτσι τις εκδόσεις ελληνικών ομολόγων από τον ΟΔΔΗΧ και διασφαλίζοντας τη διατήρηση του κόστους δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου σε χαμηλά επίπεδα.

Όπως σημείωσε και η HSBC το σημαντικό είναι ότι η Λαγκάρντ ανέφερε ότι μια εξαίρεση μεμονωμένης χώρας ήταν “σπάνια” και ότι υποστηρίχθηκε από ολόκληρο το Διοικητικό Συμβούλιο. “Για εμάς, αυτό αποτελεί ένα ισχυρό μήνυμα ότι η ΕΚΤ δεν έχει πρόθεση να εγκαταλείψει την Ελλάδα έως ότου ολοκληρωθεί η πανδημία, κάτι που θα μπορούσε κάλλιστα να είναι αρκετό για να γεφυρώσει το χάσμα έως ότου η χώρα αποκτήσει εκ νέου το καθεστώς της επενδυτικής βαθμίδας”.

Κατά τη Société Générale, εκτός από τη συνέχιση της σημαντικής στήριξης της ΕΚΤ, η Ελλάδα θα επωφεληθεί σημαντικά από τις εκταμιεύσεις του Ταμείου Ανάκαμψης, διεκδικώντας το 2022 συνολικά 7,1 δισ. ευρώ (3,4 δισ. ευρώ σε επιχορηγήσεις και 3,7 δισ. ευρώ σε δάνεια, που αντιστοιχούν σε δύο δόσεις ). Παράλληλα, η Ελλάδα θα επωφεληθεί από τη δημοσιονομική στήριξη αντί της νομισματικής στήριξης, κάτι που θα προσφέρει σημαντική «μαξιλάρι» για τα ελληνικά ομόλογα.

Και κατά την DZ Bank, το Ταμείο Ανάκαμψης καθώς και οι κινήσεις μείωσης του ελληνικού χρέους που πραγματοποιεί η κυβέρνηση, θα αποδειχθούν πιο ισχυρό «όπλο» για τα ελληνικά ομόλογα από ότι η ΕΚΤ. Μέχρι στιγμής, η στρατηγική της Ελλάδας να γίνει «κανονικός εκδότης» όπως άλλες χώρες της ευρωζώνης βρίσκεται σε καλό δρόμο, όπως σημειώνει. Μέσω των ταμειακών διαθεσίμων, η Ελλάδα δεν χρειάζεται πραγματικά να «βγει» στις αγορές, αλλά παρόλα αυτά ο ΟΔΔΗΧ  παραμένει ενεργός. Τελικά, τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης είναι πιο σημαντικά για τις προοπτικές ανάπτυξης της Ελλάδας, παρά η ΕΚΤ. Οι κινήσεις μείωσης του χρέους είναι ένα πολύ σημαντικό μήνυμα για τις αγορές, γιατί η Ελλάδα αποκτά «καλή φήμη». Εάν εξαγοράσει το δάνειο του ΔΝΤ, θα ενταχθεί στη σειρά χωρών όπως η Πορτογαλία ή η Ιρλανδία. Η έναρξη της αποπληρωμής των διμερών δανείων GLF ή η πρόσφατη ανακοίνωση της ανταλλαγής των ομολόγων του PSΙ,  σημαίνουν επίσης ότι η Ελλάδα «απαλλάσσεται από τα χαρακτηριστικά μιας πρώην χώρας κρίσης».

Facebook Comments