Τα δεδομένα της έρευνας PMI® του Ιανουαρίου υπέδειξαν σημαντική βελτίωση των λειτουργικών συνθηκών σε όλο το εύρος του ελληνικού μεταποιητικού τομέα.

Παρ’ όλα αυτά, ο συνολικός ρυθμός αύξησης εξασθένησε στον ηπιότερο που έχει καταγραφεί σε διάστημα έξι μηνών λόγω των βραδύτερων αυξήσεων της παραγωγής και των νέων παραγγελιών που έχουν καταγραφεί από τον περασμένο Απρίλιο.

Παρά την ασθενέστερη αύξηση της παραγωγής, οι κατασκευαστές αύξησαν τον αριθμό των εργαζομένων με τον ταχύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί στην έρευνα.

Τα υψηλότερα επίπεδα απασχόλησης ανακούφισαν την πίεση που δεχόταν το εργατικό δυναμικό, ενώ ο ρυθμός αύξησης του όγκου αδιεκπεραίωτων εργασιών εξασθένησε στον βραδύτερο που έχει καταγραφεί σε διάστημα τεσσάρων μηνών.

Ταυτόχρονα, οι εταιρείες υπέδειξαν μέτρια άνοδο των αγορών προμηθειών λόγω της ραγδαίας αύξησης του κόστους. Οι τιμές εισροών αυξήθηκαν σημαντικά και με δριμύτερο ρυθμό, καθώς πολλές εταιρείες μετακύλισαν μέρος του υψηλότερου κόστους στους πελάτες τους.

Ο κύριος Δείκτης Υπευθύνων Προμηθειών της IHS Markit για τον τομέα μεταποίησης στην Ελλάδα (Purchasing Managers’ Index® – PMI® ) είναι ένας σύνθετος δείκτης της απόδοσης της μεταποιητικής οικονομίας.

Προέρχεται από δείκτες σχετικά με τις νέες παραγγελίες, την παραγωγή, την απασχόληση, τον χρόνο παράδοσης προμηθειών και τα αποθέματα προμηθειών. Οποιαδήποτε τιμή πάνω από το σημείο μηδενικής μεταβολής των 50.0 μονάδων υποδεικνύει συνολική βελτίωση των συνθηκών του τομέα.

Ο κύριος δείκτης PMI έκλεισε στις 57.9 μονάδες τον Ιανουάριο, τιμή χαμηλότερη από τις 59.0 μονάδες του Δεκεμβρίου. Η πρόσφατη τιμή του κύριου δείκτη υπέδειξε απότομη, ωστόσο βραδύτερη, βελτίωση της υγείας του ελληνικού μεταποιητικού τομέα.

Η παραγωγή εξακολούθησε να αυξάνεται σταθερά στο ξεκίνημα του 2022, καθώς οι εταιρείες ανέφεραν ότι η συνεχιζόμενη αύξηση της ζήτησης από την πλευρά των πελατών υποστήριξε την παραγωγή.

Ωστόσο, ο ρυθμός αύξησης επιβραδύνθηκε στον ηπιότερο που έχει καταγραφεί σε διάστημα εννέα μηνών, καθώς ορισμένοι πελάτες ανέφεραν απροθυμία να δώσουν παραγγελίες λόγω των περαιτέρω αυξήσεων στις τιμές πώλησης.

Στη βραδύτερη άνοδο της παραγωγής συνέβαλε η ηπιότερη αύξηση των πωλήσεων κατά τη διάρκεια του Ιανουαρίου. Η αύξηση των νέων παραγγελιών ήταν η ασθενέστερη από τον περασμένο Απρίλιο, μολονότι παρέμεινε έντονη σε γενικές γραμμές.

Στις περιπτώσεις εκείνες που αναφέρθηκε αύξηση, οι εταιρείες τη συνέδεσαν με τη σταθερή ζήτηση από την πλευρά των πελατών. Αντίστοιχα, η αύξηση των νέων παραγγελιών εξαγωγών εξασθένησε και ήταν η βραδύτερη που έχει καταγραφεί από τον περασμένο Ιούλιο.

Παρ’ όλα αυτά, η συνεχής αύξηση της ζήτησης από την πλευρά των πελατών στήριξε περαιτέρω την άνοδο της απασχόλησης τον Ιανουάριο. Οι κατασκευαστές ανέφεραν νέα αύξηση των απαιτήσεων παραγωγής, καθώς ενισχύθηκαν οι προσπάθειές τους να μειώσουν τον όγκο αδιεκπεραίωτων εργασιών.

Ο ρυθμός δημιουργίας θέσεων εργασίας επιταχύνθηκε στον ταχύτερο που έχει καταγραφεί στην ιστορία της έρευνας. Εν τω μεταξύ, ο ρυθμός αύξησης των εργασιών σε εκκρεμότητα υποχώρησε σε χαμηλό τεσσάρων μηνών.

Παρότι ο βαθμός στον οποίο επιδεινώθηκε η απόδοση των προμηθευτών ήταν ο λιγότερο σημαντικός σε διάστημα τεσσάρων μηνών τον Ιανουάριο, η πίεση στις τιμές ενισχύθηκε. Ο ρυθμός αύξησης του κόστους εντάθηκε και παρέμεινε σημαντικός λόγω της υψηλότερης τιμής των υλικών και της ενέργειας, καθώς επίσης και της εκτίναξης του κόστους μεταφοράς.

Ταυτόχρονα, οι Έλληνες κατασκευαστές αύξησαν τις τιμές πώλησης με σφοδρότερο ρυθμό. Παρότι ασθενέστερος από την ιστορικά υψηλή τιμή του Οκτωβρίου, ο ρυθμός αύξησης των τιμών χρέωσης ήταν ο τρίτος εντονότερος στην ιστορία της έρευνας (από τον Νοέμβριο του 2002).

Εν τω μεταξύ, οι Έλληνες παραγωγοί αγαθών κατέγραψαν βραδύτερο ρυθμό αύξησης της αγοραστικής δραστηριότητας τον Ιανουάριο. Η αύξηση των αγορών εισροών ήταν έντονη, ωστόσο η βραδύτερη σε διάστημα εννέα μηνών, λόγω του πολύ αυξημένου κόστους εισροών.

Παρά την αύξηση της αγοραστικής δραστηριότητας, τα αποθέματα αγορών υποχώρησαν, μολονότι με τον ασθενέστερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον Μάρτιο του 2020.

Ο όγκος των αποθεμάτων ετοίμων προϊόντων υποχώρησε σημαντικά, καθώς οι εταιρείες κατέβαλαν σκληρές προσπάθειες να αναπληρώσουν τα αποθέματα. Τέλος, η επιχειρηματική εμπιστοσύνη των Ελλήνων κατασκευαστών ήταν έντονη τον Ιανουάριο, χάρη στις ελπίδες για περαιτέρω αύξηση της ζήτησης από την πλευρά των πελατών.

Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της τελευταίας έρευνας, η Siân Jones, οικονομολόγος στην IHS Markit, είπε:

“Τα στοιχεία του Ιανουαρίου υπέδειξαν μείωση της δυναμικής της ανάπτυξης στον ελληνικό μεταποιητικό τομέα.

Παρότι παρέμειναν σε γενικές γραμμές σταθερές, οι αυξήσεις της παραγωγής και των νέων παραγγελιών εξασθένησαν, καθώς οι πελάτες υπέδειξαν και πάλι διστακτικότητα να πραγματοποιήσουν αγορές λόγω της εκτίναξης των τιμών πώλησης.

Οι ίδιοι οι παραγωγοί αγαθών περιόρισαν τις δαπάνες σε εισροές λόγω της ανόδου του κόστους των προμηθευτών, καθώς η αύξηση της αγοραστικής δραστηριότητας επιβραδύνθηκε σε χαμηλό εννέα μηνών.

Ο ρυθμός αύξησης του κόστους επιταχύνθηκε και πάλι, ωθώντας τις εταιρείες να μετακυλίσουν τις υψηλότερες τιμές των εισροών, όπου αυτό ήταν δυνατόν. Ως εκ τούτου, οι χρεώσεις εκροών αυξήθηκαν με τον τρίτο εντονότερο ρυθμό που έχει καταγραφεί στην ιστορία της έρευνας.

Παρότι οι πληθωριστικές πιέσεις αναμένεται να εξασθενήσουν καθώς προχωρά το 2022, οι σημαντικές αυξήσεις των τιμών αναμένεται να συνεχιστούν τα πρώτα τρίμηνα του έτους, ασκώντας πίεση στα περιθώρια κέρδους και στις αποφάσεις σχετικά με τις επενδύσεις.

Παρ’ όλα αυτά, περισσότερο ενθαρρυντικά ήταν τα νέα σχετικά με την απασχόληση, καθώς οι παραγωγοί αγαθών αύξησαν τον αριθμό των εργαζομένων με τον ταχύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί στο διάστημα των 22,5 ετών συλλογής των στοιχείων. Κατά συνέπεια, ο όγκος των εργασιών σε εκκρεμότητα αυξήθηκε με τον βραδύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον περασμένο Σεπτέμβριο”.

Facebook Comments