Τόσο τα ΜΜΕ όσο και οι μη μυημένοι στον κόσμο της δημοσιοϋπαλληλίας, όταν αναφέρονται σ’ αυτήν, χρησιμοποιούν το ουδέτερο «Δημόσιο». Το Δημόσιο φαίνεται σαν μια εναία, αδιαφοροποίητη ενότητα κακών, μάλλον, παρά καλών πραγμάτων.
Το Δημόσιο, στην χώρα μας, βρίσκεται ανάμεσα σε δύο διασταυρούμενα πυρά: Από την μια, η ιδεολογική κριτική των (νεο-) φιλελεύθερων η οποία βλέπει σ’ αυτό τα κακά της Αποκαλύψεως (χρέη,ελλείμματα, διαφθορά, αδιαφάνεια, κλπ) κι από την άλλη, μια υπερ-συντηρητική «αριστερή» αντίληψη του Δημοσίου η οποία το θέλει θεραπαινίδα του πολιτικού συστήματος και εξουσιαστή της κοινωνίας. Όσο εθελοτυφλεί η πρώτη άποψη απέναντι σε καταχρηστικές πρακτικές του ιδιωτικού τομέα που νοθεύουν τον ανταγωνισμό και προωθούν την διαφθορά, άλλο τόσο η δεύτερη οπτική ηρωποιεί το Δημόσιο, το μετατρέπει σε αφέντη του ιδιωτικού τομέα και το ταυτίζει με το κόμμα που κυβερνάει.
Οι αλλεπάλληλες κρίσεις έδειξαν, όμως, ότι και οι δύο αυτές λογικές ήταν λάθος. Η δημόσια διοίκηση, τα δημόσια νοσοκομεία, άντεξαν. Το τι σημαίνει, όμως, αυτό ακριβώς αγνοείται. Στη θέση του γίνεται μια παραπειστική συζήτηση μεταξύ των πολιτικών που περιορίζεται από τους όρους του διαλόγου που επικρατούν στη χώρα μας.
Εκείνοι που άντεξαν, όμως, είναι οι άνθρωποι της δημόσιας διοίκησης. Κι απ’ αυτούς είναι η ηγεσία της που αξίζει μια εύφημη μνεία.
Ποια είναι, όμως, τα ανώτατα διοικητικά στελέχη (ΑΔΣ); Πόσα είναι και που ακριβώς βρίσκονται; Πως επιλέγονται; Είναι αλήθεια ότι όποια κυβέρνηση έρχεται διορίζει τους δικούς της Διευθυντές και Γενικούς Διευθυντές; Μπορούν να απολυθούν επειδή δεν κάνουν καλά τη δουλειά τους; Μπορούν να υποκατασταθούν από άλλους;
Μερικές σύντομες (και ενδεικτικές, ελπίζω) απαντήσεις:
Τα ΑΔΣ είναι οι Τμηματάρχες, οι Διευθυντές, οι Γενικοί Διευθυντές και οι Υπηρεσιακοί Γραμματείς των Υπουργείων.
Τα ΑΔΣ βρίσκονται σε οργανώσεις του Δημόσιου Τομέα που περιλαμβάνει την Γενική Κυβέρνηση, τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου και τις κρατικές/δημόσιες επιχειρήσεις. Η Γενική Κυβέρνηση περιλαμβάνει την Κεντρική Κυβέρνηση, τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης και τους Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης. Η Κεντρική Κυβέρνηση περιλαμβάνει την Προεδρία της Δημοκρατίας, το Ελληνικό Κοινοβούλιο, τα Υπουργεία (και την Προεδρία της Κυβέρνησης), τις Αποκεντρωμένες Υπηρεσίες των Υπουργείων, τις Ανεξάρτητες (συνταγματικά κατοχυρωμένες) Αρχές, τα ΝΠΔΔ και τα ΝΠΙΔ που εποπτεύονται από τα Υπουργεία. Στα Υπουργεία υπάρχουν 19 Υπηρεσιακοί Γραμματείς, 121 Γενικοί Διευθυντές, 648 Διευθυντές και 2.585 Τμηματάρχες. Εάν σ’ αυτούς προστεθούν και όσοι υπηρετούν σε εποπτευόμενα ΝΠΔΔ, τότε έχουμε 285 Γενικούς Διευθυντές, 2.922 Διευθυντές και 9.975 Τμηματάρχες. Οι προηγούμενοι προϊστανται 558.509 υπαλλήλων εκ των οποίων 13.841 υπηρετούν σε Ανεξάρτητες Αρχές, 84.610 σε ΟΤΑ α’ και β’ βαθμού, 5.672 σε αποκεντρωμένες δημόσιες υπηρεσίες και 442.217 στα Υπουργεία.
Το «εύρος εποπτείας», δηλαδη, η αντιστοιχία ιεραρχικά ανώτερων προς κατώτερες μονάδες, όπως και προϊσταμένων προς υπαλλήλους εξακολουθεί να είναι μικρότερη του 1:5, πράγμα που σημαίνει ότι εξακολουθεί να υπάρχει ένας δομικός πληθωρισμός που λειτουργεί εις βάρος της ποιότητας του έργου των ΑΔΣ. Η περίσσεια δομής που παρατηρείται, εδώ και χρόνια, οφείλεται σε κομματικές και πολιτικές πιέσεις.
Η ελληνική ανώτατη δημοσιοϋπαλληλία γίνεται σεβαστή στον χώρο της αλλά δεν απολαμβάνει μιας κοινωνικής αναγνώρισης και εκτίμησης αντίστοιχης με άλλα επαγγέλματα. Η κοινωνική υποτίμησή τους τους οδηγεί σ’ ένα είδος «αρνητικής αλληλεγγύης» που, συχνά, παίρνει την μορφή ενός «υπουργικού πατριωτισμού» που προάγει την απομόνωση και την εσωστρέφεια. Μέχρι τώρα, δεν έχει καταβληθεί καμία προσπάθεια να αποτελέσουν τα ΑΔΣ μια διακριτή οντότητα εντός του δημοσιοϋπαλληλικού σώματος. Η μόνη ουσιαστική διαφοροποίησή τους, σήμερα, είναι μισθολογική (κι αυτή επετεύχθη κατόπιν επιμονής της αλήστου μνήμης Τρόικας).
Η ιεραρχική πυραμίδα δεν έχει βάθος με αποτέλεσμα να συνωστίζονται πολλοί στην μέση της, αναμένοντας την κρίση τους. Εκεί η πυραμίδα αντιστρέφεται και ανοίγει η κερκόπορτα των πελατειακών διευθετήσεων. Με δεδομένο ότι δεν υπάρχει χρονικός προγραμματισμός των κρίσεων, κάθε υποψήφιος αποδύεται σ’ έναν αγώνα υποστήριξης από εξω-διοικητικά και πολιτικά κέντρα. Η αβελτηρία των πολιτικών εμφαίνεται και στην αδυναμία τους να επιβάλουν οριζόντιες δομές (με βάση ένα συγκεκριμένο έργο κι όχι την γενική υποχρέωση «εκτέλεσης των καθηκόντων τους», στην οποία αναφέρεται ο Υπαλληλικός Κώδικας) που θα αντιστάθμιζαν την αυστηρότητα των κάθετων δομών.
Ενώ έχουν γίνει σημαντικά μεταρρυθμιστικά βήματα με σκοπό την αντικειμενική και αξιοκρατική κρίση των ΑΔΣ του συνόλου του δημόσιου τομέα, η έλλειψη των κατάλληλων επιχειρησιακών μέσων πόρων κινδυνεύει να ακυρώσει την σωστή-κατά τα λοιπά- διαδικασία. Πρέπει να ληφθούν άμεσα μέτρα ενεργοποίησης περισσότερων πόρων από την πλευρά του ΑΣΕΠ που εμπλέκεται στις κρίσεις των ΑΔΣ και προγραμματισμού των κρίσεων από την πλευρά της Κυβέρνησης.
Μένουν πολλά ακόμη να γίνουν ώστε να μετασχηματιστούν οι προϊστάμενοι σε Ηγέτες των δημοσίων οργανώσεων. Είμαστε ακόμη πολύ μακριά από μια περιγραφή της δουλειάς τους για την οποία θα υπάρχουν αντικειμενικά κριτήρια αξιολόγησής της. Μεταξύ, όμως, του προγκρόμ εναντίον των ΑΔΣ και της «υπαλληλοποίησής» τους, υπάρχει μια σύγχρονη πολιτική ανάπτυξης του ανθρώπινου κεφαλαίου. Τα ΑΔΣ πρέπει να απολαμβάνουν τον βαθμό ανεξαρτησίας στον σχεδιασμό και την εφαρμογή των δημόσιων πολιτικών που τους αναλογεί μαζί με την ευθύνη για σφάλματα, παραλείψεις, και, εν τέλει, επιπτώσεις στους πολίτες.
Στο τέλος, μια αναβάθμιση του ρόλου των ΑΔΣ θα έχει ευεργετικά αποτελέσματα και στο πολιτικό σύστημα: Οι πολιτικοί θα κρίνονται για τις επιλογές και τις αποφάσεις τους σε θέματα στρατηγικής όχι για την ποιότητα της εφαρμογής τους. Γι’ αυτήν αρκούν οι καταρτισμένοι και ακέραιοι δημόσιου λειτουργοί. Και τέτοιους η ελληνική δημοσιοϋπαλληλία διαθέτει- είτε το πιστεύετε είτε όχι-πολλούς.
Facebook Comments