Αυξάνεται ο κίνδυνος λάθους της νομισματικής πολιτικής στην ευρωζώνη, προειδοποιούν οι αναλυτές, κάτι που μπορεί να στείλει την περιοχή σε ύφεση, ενώ παράλληλα αυξάνεται και ο κίνδυνος μιας νέας κρίσης δημοσίου χρέους.
Η ΕΚΤ δεν… δέχεται ακόμη πως υπάρχει κάποια υπερβολή στην αγορά ομολόγων, με τον αντιπρόεδρο της ΕΚΤ Λουίς ντε Γκίντος να τονίζει πρόσφατα πως αν και τα ονομαστικά επιτόκια για το δημόσιο χρέος έχουν αυξηθεί σε όλο τον κόσμο, ωστόσο τα ασφάλιστρα κινδύνου παραμένουν σχετικά σταθερά. Ο κίνδυνος κατακερματισμού δεν έχει υλοποιηθεί, σημείωσε πάντως,
Οι αγορές ωστόσο, μέσω του ιταλικού spread, ενδέχεται να δοκιμάσουν τις αντοχές της ΕΚΤ, όπως σχολιάζουν παρατηρητές της κεντρικής τράπεζας. Το γεγονός ότι συζητήσεις περί νέου εργαλείου, όσο ασαφείς κι αν είναι, γίνονται, δείχνει ότι η ΕΚΤ κάθε άλλο παρά ήσυχη είναι σχετικά με τον αντίκτυπο της αυστηρότερης νομισματικής πολιτικής στα spreads.
«Οι ευρωπαϊκές αγορές χρέους ενδέχεται να κινδυνεύουν από κρίση στην αγορά ομολόγων της περιφέρειας, με αύξηση των επιπέδων χρέους, επιδείνωση των δεικτών χρέους προς ΑΕΠ και ακόμη και την πιθανότητα των ίδιων κινδύνων χρεοκοπίας που οδήγησαν στην εισαγωγή του προγράμματος OMT από τον Μάριο Ντράγκι το 2012», όπως σημειώνει σε ανάλυσή της η Macro Thoughts Research.
Από την πλευρά της, η Moody’s Analytics προειδοποιεί πως ένα λάθος στη νομισματική πολιτική που ακολουθεί η ΕΚΤ καθιστά πιο πιθανή την κρίση δημοσίου χρέους, αλλά δεν αποτελεί από μόνο του επαρκή αιτία για να την προκαλέσει. Το θέμα είναι ότι καθώς τα επιτόκια θα αυξάνονται, τα «βουνά» χρέους που εκδόθηκαν από τα κράτη τα τελευταία χρόνια θα γίνονται όλο και πιο ακριβά, μεταβάλλοντας τη βιωσιμότητα αυτού του χρέους. Οι αγορές πιέζουν ήδη χώρες με πιο επισφαλείς θέσεις και με την ΕΚΤ να αποσύρει την πολιτική αγοράς περιουσιακών στοιχείων, δηλαδή το QE, θα υπάρχει λιγότερη στήριξη στα κρατικά ομόλογα των χωρών της περιοχής.
Η Ιταλία βρίσκεται στο επίκεντρο των ανησυχιών, αλλά ισχυρές πιέσεις έχουν δεχθεί τα ομόλογα και άλλων περιφερειακών χωρών, όπως η Ελλάδα. Το spread μεταξύ του 10ετούς ιταλικού ομολόγου και του 10ετούς γερμανικού έχει διευρυνθεί σημαντικά το τελευταίο 12μηνο. Ωστόσο, με μέσο όρο τις 192 μονάδες βάσης από τις αρχές του Μαΐου, το spread κινείται σημαντικά χαμηλότερα από την κορυφή που είχε βρεθεί κατά την κρίση χρέους της Ευρωζώνης, τις 527,9 μ.β τον Δεκέμβριο του 2011. Η κατάσταση είναι ανάλογη και στα spreads άλλων χωρών της περιφέρειας. Τα spreads της Ισπανίας και της Ελλάδας – στις 110 μ.β και 260 μ.β αντίστοιχα – έχουν αυξηθεί στα επίπεδα που είχαν βρεθεί κατά το ξέσπασμα της πανδημίας, αν και κινούνται αρκετά χαμηλότερα από ό,τι στην κρίση χρέους της περιοχής.
Υπό το φως των αυξανόμενων spreads, μιας πιο επιθετικής ΕΚΤ και της επιβράδυνσης της ανάπτυξης του ΑΕΠ (λόγω των σοκ του πληθωρισμού και της προσφοράς), ο κίνδυνος μιας νέας κρίσης χρέους στην Ευρωζώνη έχει αυξηθεί, τονίζει η Moody’s, ένα ενδεχόμενο το οποίο έχει επισημάνει και η Deutsche Bank πρόσφατα. Παράλληλα, η Capital Economics σημειώνει στην προσπάθεια τους να αντιμετωπίσουν τον υψηλό πληθωρισμό βάζοντας σε.. δεύτερη μοίρα την ανάπτυξη, και εάν η αύξηση των τιμών αποδειχθεί πιο επίμονη, τότε υπάρχει πιθανότητα η νομισματική πολιτική να στείλει την οικονομία σε ύφεση προκαλώντας νέα αναταραχή στα ομόλογα. Άλλωστε κατά την άποψή της η προοπτική αυστηρότερης νομισματικής πολιτικής στην ευρωζώνη απειλεί με ένα μεγαλύτερο sell-off στις αγορές ομολόγων της περιοχής
Πάντως, σύμφωνα με το βασικό σενάριο της Moody’s Analytics, μια κρίση χρέους δεν είναι πιθανή και η επανάληψη της κρίσης του 2011-2012 είναι ακόμη λιγότερο πιθανή, ωστόσο δεν αποκλείει μία νέα πολυ ισχυρή αναταραχή στην αγορά ομολόγων. Στο βραχυπρόθεσμο διάστημα, η δημοσιονομική βιωσιμότητα είναι πιθανότερο να βελτιωθεί παρά να επιδεινωθεί, ωθούμενη από την υποχώρηση της πανδημίας, η οποία χτύπησε τα έσοδα και αύξησε τις δαπάνες. Επιπλέον, όπως σημειώνει ο οίκος, χάρη στη σχετικά μακρά περίοδο ωρίμανσης του δημοσίου χρέους, οι κυβερνήσεις έχουν αρκετά χρόνια προτού αναχρηματοδοτήσουν την πλειονότητα των χρεών τους.
Και κατά την Goldman Sachs, υπάρχει ενδεχόμενο αύξησης των δεικτών χρέους ειδικά των υπερχρεωμένων χωρών στην ευρωζώνη, και φόβων για την βιωσιμότητά του ανάλογα με τη στάση πολιτικής της ΕΚΤ. Όπως επισημαίνει, ενώ ο υψηλότερος πληθωρισμός θα συμβάλει στη μείωση των πιέσεων στη βιωσιμότητα του χρέους των χωρών της ευρωζώνης, η αύξηση των αποδόσεων των ομολόγων – ενόψει και της αύξησης των επιτοκίων της ΕΚΤ – καθιστά την εξυπηρέτηση του χρέους πιο δύσκολη.
Όπως εξηγεί, ο υψηλότερος πληθωρισμός μειώνει την πραγματική αξία του χρέους και συνεπώς μειώνει τις πιέσεις για τη βιωσιμότητα του χρέους. Ωστόσο, οι υψηλότερες πληρωμές τόκων αυξάνουν το κόστος εξυπηρέτησής του. Το κλειδί για τη βιωσιμότητα του χρέους είναι η ικανότητα εξυπηρέτησής του, η οποία και καθορίζεται από την αύξηση της ονομαστικής φορολογικής βάσης ή τα συνολικά κρατικά έσοδα, που γενικά αυξάνονται με τον πληθωρισμό. Οι υψηλές τιμές ενέργειας μειώνουν τον αποπληθωριστή του ΑΕΠ και επομένως ο δείκτης χρέους προς ΑΕΠ είναι πιθανό να είναι ασταθής τα επόμενα τρίμηνα. Η Goldman εκτιμά πως εάν το επιτόκιο της ΕΚΤ αυξηθεί έως το 1,25%, ο δείκτης χρέους των χωρών της ευρωζώνης μπορεί να ακολουθήσει πτωτική τροχιά. Ωστόσο, ο κίνδυνος αύξησης των δεικτών χρέους ενισχύεται σημαντικά εάν το επιτόκιο κινηθεί υψηλότερα, στο 2,25%.
Facebook Comments