Η ανάσα που πήραν οι αγορές στα μέσα του καλοκαιριού, δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα ράλι εν μέσω της bear market, η οποία έχει δρόμο ακόμη, εκτιμούν οι αναλυτές.

Η ανάσα αυτή μπορεί να επαναληφθεί στα επόμενα τρίμηνα, οπότε σίγουρα θα δημιουργηθούν νέες επενδυτικές ευκαιρίες, ωστόσο το κλίμα θα παραμένει επιφυλακτικό και ευάλωτο σε αναταραχές και διορθώσεις. Η εκτόξευση του πληθωρισμού και οι επιθετικές κεντρικές τράπεζες έχουν αυξήσει τον κίνδυνο ύφεσης, με την Ευρωζώνη να θεωρείται βέβαιο ότι ήδη έχει μπει σε ρυθμούς συρρίκνωσης στο τρέχον εξάμηνο, ενώ δεν φαίνεται “φως” πουθενά στο τούνελ της ενεργειακής κρίσης.

Οι διεθνείς οίκοι με μπαράζ εκθέσεών τους το τελευταίο διάστημα προειδοποιούν για ένα πολύ δύσκολο και βαρύ χειμώνα στις αγορές. Μάλιστα διαχειριστές κεφαλαίων είναι υπερβολικά απαισιόδοξοι και εγκαταλείπουν μαζικά τις μετοχές εν μέσω των ανησυχιών για ύφεση, με τις θέσεις σε μετρητά να διαμορφώνονται πλέον στο υψηλότερο επίπεδο από το 2001 και τις θέσεις σε παγκόσμιες μετοχές στο χαμηλότερο όλων των εποχών, σύμφωνα με τη τελευταία μηνιαία έρευνα της Bank of America.

Παρά το πολύ αδύναμο 2023, οι κεντρικές τράπεζες είναι πιθανό να συνεχίσουν να συσφίγγουν τη νομισματική πολιτική και θα αυξήσουν τα επιτόκια στα υψηλότερα επίπεδα σε τουλάχιστον 20 χρόνια. Μία αλλαγή της πολιτικής τους σε ηπιότερη είναι απίθανη, ακόμη και όταν οι ανεπτυγμένες οικονομίες μπουν σε ύφεση. Αυτός είναι ένας συνδυασμός που οι επενδυτές δεν έχουν αντιμετωπίσει εδώ και δεκαετίες, όπως επισημαίνουν οι αναλυτές.

Το δύσκολο μακροοικονομικό περιβάλλον της Ευρώπης μπορεί να συνεχίσει να “επιβαρύνει” τα risk assets της περιοχής παρά το θετικό προφίλ κινδύνου-ανταμοιβής, τη δημοσιονομική στήριξη και τα μέτρα για τη μείωση της ζήτησης ενέργειας, σύμφωνα με την Goldman Sachs. Σ’ αυτό το πλαίσιο, η Goldman Sachs εξακολουθεί να δηλώνει underweight για τις ευρωπαϊκές μετοχές, εκτιμώντας ότι οι τρέχουσες αποτιμήσεις αντανακλούν επαρκώς το σχετικά υψηλότερο ρίσκο σε σχέση με τις ΗΠΑ.

Ωστόσο, η Goldman προχώρησε παράλληλα και σε ισχυρή μείωση των τιμών-στόχων του αμερικανικού δείκτη S&Ρ 500, καθώς τα υψηλότερα επιτόκια θα χτυπήσουν τις αποτιμήσεις. Έτσι εκτιμά πως στο επόμενο τρίμηνο και εξάμηνο ο δείκτης θα βρεθεί στις 3.600 μονάδες από 4.300 μονάδες που έβλεπε πριν με πτώση 5% από τα τρέχοντα επίπεδα. Σε περίπτωση ανώμαλης προσγείωσης της οικονομίας, ο δείκτης θα βυθιστεί στις 3.400 μονάδες στο επόμενο τρίμηνο με βουτιά 10% και στις 3.150 μονάδες με βουτιά 17%.

Η αύξηση του κόστους χρήματος σε συνδυασμό με την ενεργειακή κρίση έχει δημιουργήσει ένα άκρως αρνητικό μίγμα παραγόντων που λειτουργεί ανασταλτικά στην επενδυτική δραστηριότητα, όπως επσιημανει η Beta Securities. Ακολούθως, η αναθεώρηση των εκτιμήσεων για το βάθος και την διάρκεια της ύφεσης στις κυριότερες οικονομίες του πλανήτη καθώς και η αύξηση του ασφάλιστρου κινδύνου για τις μετοχές δεν αφήνουν πολλά περιθώρια για ανάσες στις αγορές.

Αν η ιστορία είναι οδηγός, είναι πιθανό για ακόμη περισσότερες πτώσεις πριν τελειώσει η bear market, επισημαίνουν οι αναλυτές. Σύμφωνα με την Bernstein, μια ανάλυση των 15 μεγάλων διορθώσεων από το 1937 δείχνει ότι οι πτώσεις των μετοχών από την κορυφή στα χαμηλά ήταν κατά μέσο όρο 28%, βαθύτερες από την τρέχουσα μείωση κατά 20%. Η μέση bear market διήρκεσε επτά έως οκτώ μήνες και περιλάμβανε τρία ράλι με αποδόσεις 9% και διάρκεια περίπου 22 ημερών κατά μέσο όρο – ανάλογο με αυτό που συμβαίνει φέτος, τονίζει η Bernstein.

Από την πλευρά της, η Deutsche Bank επισημαίνει πως οι αγορές μετοχών έχουν ανακάμψει από τα πρόσφατα χαμηλά τους, αλλά το ράλι θα “σβήσει” οριστικά τους επόμενους μήνες, με τις προοπτικές για τις ευρωπαϊκές μετοχές να είναι ιδιαίτερα ζοφερές. Καθώς αναμένεται ένας νέος γύρος υποβαθμίσεων στα κέρδη ανά μετοχή των εταιρειών (EPS) και καθώς οι αποτιμήσεις των μετοχών έχουν πολύ περιορισμένα περιθώρια να αυξηθούν λόγω των αυξανόμενων αποδόσεων των ομολόγων, στους επόμενους 12 μήνες οι αποδόσεις στις αναπτυγμένες αγορές θα είναι οριακές.

Αρνητική στις ευρωπαϊκές μετοχές παραμένει και η Bank of America καθώς αναμένει ότι το «χτύπημα» στις αγορές από την αποδυνάμωση της ανάπτυξης θα αντισταθμίσει τη στήριξη από την πτώση των πραγματικών αποδόσεων των ομολόγων. Οι μακροοικονομικές προβλέψεις της BofA υποδηλώνουν πτώση 7% στον πανευρωπαϊκό δείκτη Stoxx 600 μέχρι το τέλος του έτους, 10% υποαπόδοση για τις κυκλικές μετοχές έναντι των αμυντικών και 20% υποαπόδοση για τις τράπεζες, λόγω της μείωσης των αποδόσεων των ομολόγων και της διεύρυνσης των πιστωτικών spreads.

 Την ίδια στιγμή στο μάξιμουμ διατηρεί την underweight στάση της απέναντι στις μετοχές η HSBC καθώς, όπως επισημαίνει, εάν η ανάπτυξη συνεχίσει να διατηρείται σε καλά επίπεδα, οι κεντρικές τράπεζες δεν θα πατήσουν φρένο στη σύσφιγξη της νομισματικής πολιτικής, ασκώντας πίεση στις αποτιμήσεις, αλλά και εάν η δραστηριότητα απογοητεύσει γρήγορα, η πτώση της ανάπτυξης και οι προσδοκίες για την κερδοφορία των εταιρειών θα είναι επίσης αρνητικές για τις μετοχές και όλα τα risk assets.

Η έλευση της ύφεσης και των ολοένα και υψηλότερα επιτόκια εξακολουθούν να μην αντικατοπτρίζονται πλήρως στις αποτιμήσεις των μετοχών, και για αυτόν τον λόγο και η BlackRock επιλέγει να παραμένει μακριά από τα risk assets. Όταν και αν οι αγορές «χωνέψουν» το νέο αυτό μακροοικονομικό περιβάλλον, θα αρχίσει να αναζητά «σήματα» και ευκαιρίες για να γίνει πιο θετική.

Facebook Comments