Η πτώση της ανεργίας στη χώρα μας που πλέον βρίσκεται σε χαμηλό 12 ετών και οι παράγοντες που θα χρειαστούν για την περαιτέρω αποκλιμάκωση του ποσοστού της εξετάζονται στο Εβδομαδιαίο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα η Alpha Bank.

Όπως αναφέρει η τράπεζα στην ανάλυση της, το εποχικά διορθωμένο ποσοστό της ανεργίας στην Ελλάδα υποχώρησε περαιτέρω, τον Σεπτέμβριο, σε 11,8%, από 12,1%, τον Αύγουστο και 13,3%, τον Σεπτέμβριο του 2021 και διαμορφώθηκε στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων δώδεκα ετών (Μάρτιος του 2010: 11,8%). Από την αρχή του έτους, το μέσο ποσοστό της ανεργίας διαμορφώνεται σε 12,5%.

Η ενίσχυση της ενεργού ζήτησης έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, περιορίζοντας σταδιακά το υψηλό ποσοστό της ανεργίας, ένα από τα σημαντικότερα κοινωνικοοικονομικά προβλήματα που αναδύθηκαν στη χώρα μας, κατά τη μακρά οικονομική κρίση της περασμένης δεκαετίας.

Η άνοδος της οικονομικής δραστηριότητας, που καταγράφεται κατά το τρέχον έτος, αναμένεται να συνεχιστεί το 2023 με ασθενέστερο ρυθμό (5,6% και 1,8%, αντίστοιχα, σύμφωνα με την Εισηγητική Έκθεση Προϋπολογισμού 2023).

Η περαιτέρω, ωστόσο, αποκλιμάκωση του ποσοστού της ανεργίας θα γίνεται ολοένα και πιο δυσχερής καθώς προσεγγίζεται το λεγόμενο “φυσικό ποσοστό ανεργίας”, το οποίο στην Ελλάδα εκτιμάται σε 8,9% για το 2023 (European Economic Forecast, Autumn 2022).

Η περαιτέρω συμπίεση του ποσοστού της ανεργίας είναι, μεταξύ άλλων, συνδεδεμένη με την αποκλιμάκωση του φυσικού ποσοστού της, που αντιπροσωπεύει το ύψος της διαρθρωτικής ανεργίας και προϋποθέτει την αντιμετώπιση του προβλήματος των αναντιστοιχιών μεταξύ των προσφερόμενων και των ζητούμενων δεξιοτήτων στην αγορά εργασίας, η οποία αντανακλάται στη χαμηλή κατάταξη της Ελλάδας στον Ευρωπαϊκό Δείκτη Δεξιοτήτων το 2020, ενώ έχει παράλληλα συμβάλλει στα ακόλουθα:

• στην άνοδο του ποσοστού των κενών θέσεων εργασίας σε 1,2% επί του συνόλου των θέσεων εργασίας, το δεύτερο τρίμηνο του 2022, από 0,6%, το αντίστοιχο τρίμηνο του 2021, το οποίο είναι το μεγαλύτερο ποσοστό που έχει καταγραφεί την τελευταία δεκαετία και υποδηλώνει αφενός την υψηλή ζήτηση εργασίας μεταξύ άλλων, λόγω αύξησης της επενδυτικής δαπάνης και αφετέρου τα υψηλά επίπεδα διαρθρωτικής ανεργίας,

• στη διατήρηση του ποσοστού της υποχρησιμοποίησης των πόρων της εργασίας σε υψηλό επίπεδο συγκριτικά με τα κράτη-μέλη της ΕΕ-27, όπως αυτή μετριέται από το ποσοστό “υποτονικότητας” της αγοράς εργασίας (Labour market slack) της Eurostat, παρά τη σαφή βελτίωση που έχει καταγραφεί τα τελευταία χρόνια.

Η “υποτονικότητα” της αγοράς εργασίας ορίζεται ως το ποσοστό του εργατικού δυναμικού που:
o είτε είναι άνεργοι,
o είτε υποαπασχολούνται με μερική απασχόληση,
o είτε είναι διαθέσιμοι για εργασία, αλλά όχι σε αναζήτηση εργασίας και, τέλος,
o βρίσκονται σε αναζήτηση εργασίας, αλλά δεν είναι άμεσα διαθέσιμοι.

Στο Δελτίο εξετάζεται η πορεία της ανεργίας στη χώρας μας συγκριτικά με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες και εξετάζονται τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ελληνικής αγοράς εργασίας όπως διαμορφώνονται στη μεταπανδημική περίοδο.

Facebook Comments