Τέτοια ευφορία στο Χ.Α. είχαμε να δούμε από το 2019, ένα επίσης εκλογικό έτος όπως και το 2023, και πριν από το ξέσπασμα της πανδημίας, καθώς τότε ο Γενικός Δείκτης έχει καταγράψει κέρδη 50%, με τις τράπεζες να εκτοξεύονται κατά 100%, ξεχωρίζοντας σε διεθνές επίπεδο.

Αν και οι εκλογές θεωρούνται ένας παράγοντας αστάθειας βραχυπρόθεσμα, λόγω της διαδικασίας που, όπως φαίνεται, οδηγεί σε διπλές κάλπες, ωστόσο, αντίθετα με το παρελθόν, δεν υπάρχει φόβος για μη συνέχιση της τρέχουσας πολιτικής, οπότε ο πολιτικός κίνδυνος ουσιαστικά δεν υπάρχει. Έτσι, τα ξένα χαρτοφυλάκια κτίζουν θέσεις στο Χ.Α αναμένοντας να κεφαλαιοποιήσουν τους θετικούς καταλύτες.

Το πέρας των εκλογών, η ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας, η οποία, παρά την επιβράδυνση στην ανάπτυξη εκτιμάται ότι φέτος θα σημειώσει από τις υψηλότερες επιδόσεις στην Ε.Ε., αλλά και η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας για πρώτη φορά από τις αρχές του 2010, όταν η Ελλάδα την έχασε, θα ανοίξουν τον δρόμο για αναβάθμιση και του Χ.Α., φέρνοντας κύμα νέων χαρτοφυλακίων στην αγορά.

Η κίνηση της αγοράς η οποία κινείται σε υψηλά 8,5 ετών, έχει χαρακτηριστικά bull market, με αυξημένους τζίρους (με μέσες συναλλαγές 130 εκατ. ευρώ την ημέρα από τις αρχές του έτους), πακέτα, εναλλαγές στους ημερήσιους πρωταγωνιστές και ενδοσυνεδριακά διαλείμματα στα οποία μαζεύονται τα κέρδη χαρτοφυλακίων που έχουν βραχυπρόθεσμη οπτική, όπως επισημαίνουν οι αναλυτές, ενώ τα νέα και τα κυοφορούμενα deals κρατούν το επενδυτικό ενδιαφέρον ζεστό. Ο ελληνικός δείκτης MSCI περιέχει πλέον 10 μετοχές, από εννέα πριν και από μόλις έξι το 2021, με την προσθήκη της Motor Oil,  πυροδοτώντας ακόμη περισσότερες εισροές.

Οι θετικές εκθέσεις για τις ελληνικές μετοχές έχουν γίνει πλέον συχνό “φαινόμενο”, με τους αναλυτές εντός και εκτός Ελλάδας να υπογραμμίζουν τις ευκαιρίες που παρουσιάζει το Χ.Α. γενικότερα. Στην πιο πρόσφατη, αυτή της Optima Bank, η οποία και διατηρεί την αισιόδοξη στάση της για τις ελληνικές μετοχές, τονίζεται πως η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας στο β’ εξάμηνο του 2023, θα ανοίξει τον δρόμο για την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας τραπεζών και μη χρηματοπιστωτικών εταιρειών καθώς και για την αναβάθμιση του Χ.Α σε καθεστώς ανεπτυγμένης αγοράς το 2024. Όπως επισημαίνει, το Χ.Α «είναι έτοιμο για απογείωση» ενώ η όποια βραχυπρόθεσμη αστάθεια θα δημιουργήσει μεσοπρόθεσμες ευκαιρίες αγοράς.

Πέραν από την μικρή αστάθεια που ενδεχομένως να σημειωθεί στο Χ.Α και στα ελληνικά ομόλογα ενόψει της εκλογικής διαδικασίας η οποία σημαίνει ότι θα χρειαστούν πιθανότατα δύο γύροι μέχρι να σχηματιστεί νέα κυβέρνηση, το σημαντικό είναι πως οι αναλυτές δεν βλέπουν πολιτικό ρίσκο στο Χ.Α, όπως σημειώνουν παράγοντες της αγοράς. Αυτό έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το παρελθόν, όπου οι εκλογικές αναμετρήσεις και ο φόβος οπισθοδρόμησης λόγω του ενδεχομένου μη φιλικής προς την αγορά κυβέρνηση προκαλούσε τριγμούς στο Χ.Α. Η προεκλογική περίοδος αυτή τη φορά δεν έχει βάλει φρένο και δεν έχει προκαλέσει στάση αναμονής, αντίθετα οι επενδυτές αποδεικνύουν ότι δεν θέλουν μείνουν στο περιθώριο περιμένοντας το αποτέλεσμα της κάλπης καθώς δεν ανησυχούν για αυτό.

Όπως σημειώνουν οι αναλυτές, δεν υπάρχει φόβος ότι το αποτέλεσμα των εκλογών θα οδηγήσει σε μία κυβέρνηση που δεν θα είναι υπέρ της ανάπτυξης οπότε δεν υπάρχει κανένα σενάριο μη συνέχισης της πολύ καλής δημοσιονομικής πορείας και των καλών σχέσεων με τους θεσμούς της Ε.Ε.

Είναι σημαντικό πως αυτό το επισημαίνουν και οι οίκοι αξιολόγησης, υποδηλώνοντας πως οι εκλογές δεν αποτελούν ουσιαστικά εμπόδιο για την επενδυτική βαθμίδα.

Όπως σημείωσαν πρόσφατα τόσο η S&P όσο και η Fitch, οι προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας, οι δημοσιονομικές επιπτώσεις της επιβράδυνσης της ανάπτυξης της Ελλάδας καθώς και η «εδραίωση» της πτωτικής τροχιάς του δείκτη του ελληνικού χρέους αποτελούν τις σημαντικότερες προκλήσεις για την αξιολόγηση της χώρας στον δρόμο για την επενδυτική βαθμίδα, παρά οι εκλογές. Αν και η εκλογική διαδικασία θέτει κάποιες αβεβαιότητες βραχυπρόθεσμα, όπως σημείωσαν, καθώς εκτιμάται ότι οι διπλές κάλπες θα καθυστερήσουν τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης, και οι δύο οίκοι εκτιμούν πως η επόμενη κυβέρνηση θα συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις και τις φιλικές προς την ανάπτυξη πολιτικές. «Ο σημαντικότερος παράγοντας που θα οδηγήσει σε περαιτέρω αναβάθμιση της Ελλάδας παραμένει το να υπάρξει εμπιστοσύνη για συνεχή ισχυρή πτωτική τροχιά του χρέους προς ΑΕΠ στο μεσοπρόθεσμο διάστημα», τόνισε η Fitch.

Ανάλογες είναι και οι θέσεις της DBRS. Ο οίκος βλέπει πιθανότητα μικρής μεταβλητότητας στην αγορά ελληνικών ομολόγων ενόψει των εκλογών, ωστόσο εκτιμά ότι το εκλογικό αποτέλεσμα δεν θα αλλάξει την πορεία δημοσιονομικής πολιτικής της Ελλάδας. Ειδικότερα, όπως αναφέρει, η πιθανότητα αρκετών γύρων εκλογών στην Ελλάδα μπορεί να προκαλέσει αστάθεια στα ομόλογα, αλλά θα έχει περιορισμένες επιπτώσεις στην πορεία της δημοσιονομικής πολιτικής. Τόσο η Ιταλία όσο και η Ελλάδα, οι χώρες με το υψηλότερο δημόσιο χρέος στην Ευρώπη, όπως τονίζει, θα συνεχίσουν να επιδεικνύουν ισχυρή δέσμευση στα δημοσιονομικά πλαίσια της ΕΕ. Αυτό είναι επίσης σημαντικό στην περίπτωση που η ΕΚΤ χρειαζόταν να ενεργοποιήσει το νέο εργαλείο κατά του κατακερματισμούTPI. Και οι δύο χώρες, πρόσθεσε η DBRS, θα επωφεληθούν επίσης από σημαντικά κεφάλαια της ΕΕ που ενισχύουν την ανάπτυξη και τις επενδύσεις.

Facebook Comments