Οι εκλογές πλησιάζουν και το ελληνικό χρηματιστήριο βρίσκεται σε υψηλά 8,5 ετών, το ράλι των τραπεζικών μετοχών πλησιάζει το 30% από τις αρχές του έτους – και όλα αυτά παρά το sell-off του Μαρτίου που προκάλεσε η τραπεζική αναταραχή στις ΗΠΑ, ενώ η απόδοση τους ελληνικού 10ετούς ομολόγου διαμορφώνεται κάτω του 4% για πρώτη φορά από τον Δεκέμβριο του 2022 συνεχίζοντας να κινείται κάτω από αυτήν του αντίστοιχου ιταλικού, με τα ελληνικά ομόλογα γενικότερα να έχουν καταγράψει τις καλύτερες επιδόσεις στην ευρωζώνη σε αυτόν τον κύκλο σύσφιξης της ΕΚΤ.

Δεν υπάρχει συνεπώς καλύτερη απόδειξη πως οι επενδυτές όχι απλά δεν φοβούνται τις εκλογές αλλά δεν θέλουν να χάσουν την ακόμη μεγαλύτερη ευκαιρία που θα προσφέρουν τα ελληνικά assets στη συνέχεια, καθώς η Ελλάδα θα ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα (τη στιγμή που η Ιταλία κινδυνεύει να τη χάσει), ανοίγοντας τον δρόμο για την επιστροφή του Χ.Α στην κατηγορία των αναπτυγμένων αγορών.

Ενώ πολλοί προειδοποιούσαν για σημαντική αστάθεια στο Χ.Α λόγω εκλογών απέχοντας από το να συστήσουν βραχυπρόθεσμες τοποθετήσεις, η αγορά νίκησε τις προβλέψεις διαψεύδοντας τα οποία σενάρια για δημιουργία «κίνδυνου» ενόψει της κάλπης.

Και αυτό εξηγείται από το γεγονός ότι οι ξένοι αναλυτές θεωρούν πως η επόμενη κυβέρνηση θα συνεχίσει στον δρόμο της βελτίωσης που έχουν σημειώσει τα δημοσιονομικά της χώρας, με το Ταμείο Ανάκαμψης και τις εισροές του να αποτελούν τον μεγαλύτερο κίνητρο για αυτήν. Αρκετοί μάλιστα εκτιμούν πως η Νέα Δημοκρατίας θα κερδίσει την αυτοδυναμία μετά τις δεύτερες κάλπες, το οποίο όπως τόνισε και η DZ Bank αποτελεί το καλύτερο σενάριο για τις αγορές.

Η αισιοδοξία των διεθνών οίκων έγινε ακόμα πιο ξεκάθαρη τις τελευταίες ημέρες με το μπαράζ θετικών εκθέσεων για τη χωρά και τις ελληνικές μετοχές. Οι Morgan Stanley, Goldman Sachs και ο οίκος αξιολόγησης Fitch, έδωσαν τις εκτιμήσεις τους για την πορεία της ανάπτυξης και των δημοσιονομικών, τα σενάρια και τις επιπτώσεις των εκλογών, την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας και το νέο πρόγραμμα σταθερότητας της κυβέρνησης. Η Morgan Stanley παράλληλα έδωσε νέα ψήφο εμπιστοσύνης στο Χ.Α, διατηρώντας την θετική της άποψη για τις ελληνικές μετοχές και τον τραπεζικό κλάδο, και τονίζοντας πως η ελληνική αγορά είναι η «αγαπημένη» της από την περιοχή των αναδυόμενων αγορών της Ευρώπης. Όπως τόνισε με την επενδυτική βαθμίδα να είναι στον ορίζοντα, η ανάλυση προηγούμενων αναβαθμίσεων σε επενδυτική βαθμίδα στο περιβάλλον των αναδυόμενων αγορών δείχνει ότι η πιθανή αναβάθμιση της Ελλάδας τους επόμενους μήνες θα να στηρίξει το τρέχον ανοδικό μομέντουμ του χρηματιστηρίου. Για παράδειγμα, το ράλι των μετοχών ήταν κατά μέσο όρο 22% σε σχέση με τον δείκτη MSCI Αναδυόμενων Αγορών τους οκτώ μήνες πριν από την πρώτη αναβάθμιση αξιολόγησης.

Σε ότι αφορά την ανάπτυξη και τα δημοσιονομικά, η υπεραπόδοση της ελληνικής οικονομίας έναντι της ευρωζώνης και οι πολύ ισχυρές δημοσιονομικές επιδόσεις βρέθηκαν και βρίσκονται στο ραντάρ των επενδυτικών οίκων. Η Morgan Stanley αναμένει ότι αυτή η τάση θα συνεχιστεί καταγράφοντας ανάπτυξη 2,5% φέτος και 2,1% το 2024, χάρη στην πτώση του πληθωρισμού και την αύξηση του πραγματικού εισοδήματος σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη στήριξη του Ταμείου Ανάκαμψης και την εισροή ξένων άμεσων επενδύσεων.

Επίσης δηλώνει εντυπωσιασμένη από τις δημοσιονομικές επιδόσεις της Ελλάδας. «Χάρη στην ισχυρή αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ, η Ελλάδα γνώρισε μια από τις πιο γρήγορες δημοσιονομικές εξυγιάνσεις στην Ευρώπη», τονίζει, και αναμένει ότι η βελτίωση αυτή θα συνεχιστεί, με τον δείκτη χρέους να υποχωρεί στο 163% το 2023 και στο 153,5% το 2024, το πρωτογενές πλεόνασμα να αυξάνεται έως το 1,5% το 2024, ενώ η λήξη των μέτρων στήριξης της ενεργειακής κρίσης θα διατηρήσει σε υψηλά επίπεδα την ονομαστική ανάπτυξη.

«Η ελληνική οικονομία απολαμβάνει σήμερα υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης και χαμηλότερο πληθωρισμό από τον μέσο όρο της ευρωζώνης», σημείωσε από την πλευρά της και η Goldman Sachs. Η Ελλάδα πρόκειται να λάβει ευρωπαϊκή δημοσιονομική στήριξη που υπερβαίνει το 3% του ΑΕΠ ετησίως έως το 2026, όπως ανέφερε. Η στήριξη αυτή παρέχει στη χώρα τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει το μακροχρόνιο επενδυτικό κενό της, που ανέρχεται σε σχεδόν 7% του ΑΕΠ σε ετήσια βάση. «Μια πειστική εφαρμογή του Ταμείου Ανάκαμψης για την προώθηση και τη διευκόλυνση του διαρθρωτικού μετασχηματισμού της οικονομίας θα είναι πιθανότατα το τελικό βήμα για τα ελληνικά κρατικά ομόλογα, ώστε να ανακτήσουν την αξιολόγηση επενδυτικής βαθμίδας», όπως τόνισε χαρακτηριστικά.

Σε ό,τι αφορά το πολιτικό τοπίο, τόσο η Morgan Stanley όσο και η Goldman Sachs εκτιμούν ότι, λόγω του εκλογικού νόμου, το πιο πιθανό είναι να υπάρξουν δύο γύροι εκλογών. Η Goldman μάλιστα αναφέρει πως η Ν.Δ θα μπορούσε να έχει κίνητρο να πιέσει για δεύτερο γύρο, προκειμένου να επιτύχει αρκετές έδρες για να λάβει αυτοδυναμία ή, τουλάχιστον, να αποκτήσει μεγαλύτερη δύναμη σε ενδεχόμενο κυβερνητικό συνασπισμό. Κατά την ίδια ωστόσο, μία κυβέρνηση συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ δεν φαίνεται πιθανή με τους ηγέτες των δύο κομμάτων να έχουν τονίσει τις διαφορές τους. Μόνο εάν το ΠΑΣΟΚ λάβει ισχυρή εκλογική υποστήριξη, είναι πιθανή μία κυβέρνηση συνεργασίας των δύο κομμάτων, όπως εκτιμά. Από την πλευρά της η Morgan Stanley σημειώνει πως σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, τα πιο πιθανά σενάρια «δείχνουν» κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, είτε μόνη της είτε σε συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ, έπειτα από τις δεύτερες κάλπες, ενώ μία συνεργασία μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ φαίνεται δυνατή, αλλά λιγότερο πιθανή. «Σε κάθε περίπτωση, με το Ταμείο Ανάκαμψης να κρατά υπό έλεγχο πολλές μεταρρυθμίσεις-κλειδιά μέχρι το 2026, είναι απίθανο να υπάρξουν σημαντικές αλλαγές στην πολιτική μετά τις κάλπες», όπως τονίζει.

Από την πλευρά της Fitch ανέφερε πως οι δημοσκοπήσεις δίνουν στη Νέα Δημοκρατία ένα σταθερό προβάδισμα έναντι του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δείχνουν ότι κανένα κόμμα δεν θα κερδίσει την απόλυτη πλειοψηφία, καθιστώντας πιθανές δεύτερες εκλογές. Η πιο εποικοδομητική σχέση μεταξύ των ελληνικών κυβερνήσεων και των διεθνών πιστωτών τα τελευταία χρόνια υποστηρίχθηκε από ένα πιο σταθερό εγχώριο πολιτικό σκηνικό, το οποίο συνέβαλε στην ανοδική δυναμική της αξιολόγησης της χώρας. Το βασικό σενάριο του οίκου είναι, συνεπώς, ότι η πολιτική θα παραμείνει σε γενικές γραμμές σταθερή μετά τις κοινοβουλευτικές εκλογές του 2023.

Εστιάζοντας και στο Πρόγραμμα Σταθερότητας που κατέθεσε πρόσφατα η ελληνική κυβέρνηση στην Κομισιόν, η Goldman τόνισε πως απεικονίζει ένα φιλόδοξο σχέδιο για τη συνέχιση της μείωσης του δείκτη χρέους προς ΑΕΠ κατά σχεδόν 10% ετησίως τα επόμενα τρία χρόνια. Στο stress test που διενήργησε η ίδια, ακόμη και στο  δυσμενές σενάριο, με αναπτυξιακό σοκ ύψους 1% και διεύρυνση του ελληνικού spread κατά 100 μονάδες βάσης, οι αποκλίσεις από αυτήν την δημοσιονομική πορεία που προβλέπει το πρόγραμμα είναι μικρές, όπως τόνισε, με τον δείκτη χρέους να αυξάνεται μόλις 5% έως το 2030. Η Fitch από την άλλη μεριά, επισήμανε πως το πρόγραμμα είναι αισιόδοξο σε ότι αφορά κάποιες προβλέψεις, ωστόσο τόνισε πως ενισχύει την άποψή της ότι ο δείκτης χρέους θα συνεχίσει να μειώνεται μεσοπρόθεσμα, και υπογραμμίζει την ευρεία δέσμευση τα κυβέρνησης στη δημοσιονομική σύνεση.

Facebook Comments