Είναι άραγε η οικονομία το ισχυρό «χαρτί» του Κυριάκου Μητσοτάκη και της κυβέρνησης, όπως ο ίδιος ο πρωθυπουργός υποστήριζε και συνεχίζει να υποστηρίζει;

Ή μήπως οι εξελίξεις των τελευταίων μηνών, κυρίως σε ότι αφορά τον εφιάλτη της ακρίβειας, που συνεχίζει να ταλαιπωρεί πολίτες και νοικοκυριά, έχει αρχίσει να αποδομεί το αφήγημα αυτό; Έτσι τουλάχιστον ισχυρίζονται οι επικριτές της κυβέρνησης. Και ποντάρουν πολύ στη λαϊκή δυσφορία, κυρίως λόγω του υψηλού κόστους των τροφίμων και της στέγασης. Πράγματι, όποιος έμενε αποσπασματικά στο πρόβλημα της ακρίβειας (το οποίο όσο κι αν προσπαθούν να το αμφισβητήσουν κάποιοι είναι παγκόσμιο κι όχι μόνο ελληνικό πρόβλημα)  θα δικαιολογούσε τους επικριτές της κυβέρνησης. Όντως η ακρίβεια είναι δυσβάσταχτη παρά τις φιλότιμες κυβερνητικές προσπάθειες, ιδίως για τα πιο ευάλωτα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Κι η κατάσταση δεν τσακίζει όλη την κοινωνία εξαιτίας του «μαύρου» χρήματος, που συνεχίζει να υπάρχει άφθονο σε ορισμένους συμπολίτες μας. Κακά τα ψέματα, σε μεγάλο βαθμό η «μαύρη οικονομία» διασώζει την κατανάλωση, όπως κι ο τουρισμός. Αλλά συγχρόνως η φοροδιαφυγή σε συνδυασμό με την χαμηλή αποταμίευση παραμένει ο μεγάλος μεσοπρόθεσμος κίνδυνος για την οικονομία, όπως σωστά επεσήμανε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννης Στουρνάρας προσφάτως.

Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η οικονομία, ιδίως σε ότι αφορά τα δημόσια οικονομικά, δεν πάει καλά. Αντιθέτως, μετά από μια δεκαετή περιπέτεια, μετά την ουσιαστική χρεοκοπία της χώρας το 2010, για πρώτη φορά η ελληνική οικονομία είναι σε ανοδική πορεία. Οι ξένες άμεσες επενδύσεις παρουσιάζουν μεγάλη άνοδο, οι μισθοί κι οι συντάξεις για πρώτη φορά μετά το 2011 αυξάνονται και πάλι. Ο κατώτατος μισθός ανέβηκε τρεις φορές από τα 650 στα 830 ευρω. Με προοπτική να ξεπεράσει τα 950 μέχρι τέλους του 2027. Το ίδιο και με τον μέσο μισθό που είναι στα 1251 ευρώ και θα φτάσει μέσα στην επόμενη τριετία τα 1500 ευρώ. Τα δημόσια οικονομικά είναι υπό έλεγχο, τα πρωτογενή πλεονάσματα μεγαλύτερα από ποτέ, το δημόσιο χρέος διαχειρίσιμο, όπως καταδεικνύει κι η επιστροφή στην αξιοπιστία των ελληνικών ομολόγων, οι φόροι κι οι ασφαλιστικές εισφορές μειώνονται, η ανεργία πέφτει κι υπάρχουν σήμερα πολλές θέσεις εργασίας, κυρίως στην τεχνολογία, τον τουρισμό, την εστίαση, τις κατασκευές και τη γεωργία, κενές.

Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν εμφιλοχωρούν και σημαντικοί κίνδυνοι για την ελληνική οικονομία. Κυρίως για δύο βασικούς λόγους. Το τεράστιο ιδιωτικό χρέος, που συνεχίζει να διευρύνεται και την μειωμένη παραγωγικότητα, για την οποία θα χρειαστούν μεγάλες παραγωγικές επενδύσεις κι από το εξωτερικό και από το εσωτερικό τα προσεχή χρόνια. Κι υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα υπάρξει νέα παγκόσμια οικονομική κρίση. Είναι σαφές ότι χρειάζεται αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου, που δυστυχώς παραμένει μεταπρατικό, όπως ο μεγάλος όγκος των εισαγωγών καταδεικνύει. Κι ότι δεν αρκεί ο τομέας των υπηρεσιών (τουρισμός, ναυτιλία κοκ) για τη διαρκή παραγωγική και βιώσιμη ανάπτυξη. Αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα για την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος έχει ήδη προωθήσει μεγάλες μεταρρυθμίσεις στη δημόσια διοίκηση, στην εκπαίδευση, στο φορολογικό σύστημα, στη διαδικασία απονομής της δικαιοσύνης. Αλλά στο προσεχές διάστημα απαιτούνται ακόμα μεγαλύτερες, γενναιότητες κι ουσιαστικότερες

Facebook Comments