Αναμφίβολα το 2016 είναι η χρονιά του Ντόναλντ Τραμπ. Ο Αμερικανός μεγιστάνας, που φιλοδοξεί να αποκαταστήσει την “πληγωμένη” υπερδύναμη στην κορυφή του πλανήτη (Make America Great Again) με την εκλογή του στον Λευκό Οίκο, έχει φέρει τα πάνω κάτω στα πολιτικά πράγματα των Ηνωμένων Πολιτειών – και κατεπέκταση του κόσμου. Η πληθωρική του προσωπικότητα, ο διχαστικός του πολιτικός λόγος και η ακραία του ρητορική, δημιουργούν ανάμεικτα συναισθήματα στο κοινό, το οποίο πολλές φορές δεν ξέρει πως πρέπει να αντιδράσει.

Παρόλο που πολλά θα μπορούσαν να γραφτούν για την υποψηφιότητα Τραμπ, τους λόγους που μπορεί να πετύχει τον στόχο της, το τι εκφράζει ή τι θα σήμαινε για όλους εμάς η εκλογή του, αυτό το άρθρο δεν θα ασχοληθεί με τίποτε από όλα αυτά. Θα αφήσει τις τετριμμένες αναλύσεις γύρω από την αμερικανική πολιτική ατζέντα και θα αποφύγει να πάρει θέση για το αν ο Ντ.Τραμπ είναι καλός ή κακός. Στις παρακάτω σελίδες το βάρος της ανάλυσης θα “πέσει” ξεκάθαρα στην επικοινωνία. Το πόσο έχει αλλάξει, ποια είναι τα νέα μέσα που οι πολιτικοί έχουν πλέον στη διάθεσή τους για να μεταφέρουν το μήνυμά τους σε πολλά και διαφορετικά κοινά, πως αυτό επηρεάζει την καθημερινότητα των πολιτών και τι νέο κομίζει η υποψηφιότητα Τραμπ.

 ~ Το “Make America Great Again!” είναι ίσως το πιο σωστά σχεδιασμένο σλόγκαν της προεκλογικής περιόδου. Με σαφείς αναφορές στο νεο-συντηρητικό παρελθόν του Ρεπουμπλικανικού κόμματος και τον πιο πετυχημένο Πρόεδρο των τελευταίων δεκαετιών, Ρόναλντ Ρίγκαν. Τα κοινά των δύο αντρών είναι πολύ περισσότερα από ότι υποκρύπτει το κοινό σύνθημα – το ίδιο ακριβώς σύνθημα είχε χρησιμοποιήσει ο Ρίγκαν τη δεκαετία του 80. Αμφότεροι προέρχονται από το Δημοκρατικό Κόμμα και στηρίζουν τον πολιτικό τους λόγο στο συναίσθημα, μιλώντας απευθείας στον ψυχισμό της τσακισμένης εργατικής τάξης των ΗΠΑ. Ο Τραμπ με την επαναφορά του συνθήματος του Ρίγκαν σηματοδοτεί το τέλος της Κρίσης και την αρχή της ανάπτυξης για την αμερικανική οικονομία (Ο Ρίγκαν “εβγαλε” τις ΗΠΑ από την Πετρελαϊκή Κρίση της δεκαετίας του 70 και την οδήγησε στην παγκόσμια κυριαρχία με την πτώση της Σοβ.Ένωσης). Το σλόγκαν αυτό αντικατοπτρίζει πλήρως τη δυσαρέσκεια των Αμερικανών με την εικόνα της χώρας τους προς τα έξω τα τελευταία χρόνια. ~

Η αμερικανική πολιτική σκηνή θεωρείτε – όχι άδικα – η κορωνίδα της πολιτικής επικοινωνίας. Οι αμερικανικές προεδρικές εκλογές αποτελούν διαχρονικά αντικείμενο παγκοσμίου ενδιαφέροντος και κυριαρχούν στα media χρόνια τώρα. Η επανάσταση που έφερε ο Ομπάμα με τις δύο εκλογικές του καμπάνιες το 2008 και το 2012 για την ηγεσία των Ηνωμένων Πολιτειών, μετέβαλε ολοκληρωτικά τα μέσα με τα οποία οι πολιτικοί θα έφταναν στους ψηφοφόρους. Η στόχευση των επιμέρους κοινών που χρησιμοποίησε για να μεταδώσει με ακρίβεια το πολιτικό του μήνυμα ήταν σε τέτοιο επίπεδο που κανείς έως τότε δεν είχε σκεφτεί. Χαρακτηριστικά, την ημέρα των εκλογών του 12 το επιτελείο του Αμερικανού Προέδρου ήταν σε θέση να κινητοποιήσει άμεσα 40εκ υποστηρικτές, σε αντίθεση με τον Μιτ Ρόμνεϊ που οι δικοί του δεν ξεπερνούσαν τα 4εκ!

Αυτή η ψηφιοποίηση της πολιτικής που ήρθε με τον Ομπάμα, πέτυχε στο να χαμηλώσει τα όρια της συμμετοχής στην προεκλογική διαδικασία των πολιτών. Είναι πλέον πολύ εύκολο και γρήγορο να γίνεις μέρος μιας πολιτικής καμπάνιας, να βοηθήσεις στην επιτυχία της ή να την χρηματοδοτήσεις. Τα social media χρησιμοποιούνταν πλέον για την συλλογή υποστηρικτών και το email έγινε το νο1 μέσο επικοινωνίας μαζί τους. To email είναι ένας οικονομικός τρόπος τακτικής επικοινωνίας με ψηφοφόρους, αλλά και οργανωτικά για συντονισμό των στελεχών από περιοχή σε περιοχή. Ενώ, επιτρέπει στον καθένα να συνεισφέρει οικονομικά στην καμπάνια του υποψηφίου που στηρίζει, ακόμη και με 5$, χωρίς να ανήκει σε εταιρεία lobbying ή μεγάλους πολιτικούς οργανισμούς. Ο Μπέρνι Σάντερς πέτυχε να συλλέξει 5,2εκ$ μέσω του site του μόλις σε μία ημέρα, μετά την πρώτη του νίκη στις εσωκομματικές των Δημοκρατικών, στο Νιου Χαμσάιρ, με μέση συνεισφορά μόλις 34$. Κάτι τέτοιο πριν από 10 χρόνια θα ήταν εξωπραγματικό.

~ Σύμφωνα με όσα αποκάλυψε ο επικεφαλής της καμπάνιας του Ντόναλντ Τραμπ, Κόρεϊ Λεβαντόφσκι, όταν ο Τραμπ αποφάσισε να κάνει το μεγάλο βήμα και να θέσει υποψηφιότητα για τον Λευκό Οίκο τον Ιούνιο 15, ο ίδιος άρπαξε ένα μαρκαδόρο και έγραψε 4 λέξεις που θα αποκρυστάλλωναν τη στρατηγική της καμπάνιας του Τραμπ, “Let Trump be Trump” (Άσε τον Τραμπ να είναι ο Τραμπ) ! Σε έναν κόσμο που οι πολιτικοί σχηματισμοί και οι ηγέτες τους άγονται και φέρονται από τα νούμερα των δημοσκοπήσεων, των μετρήσεων δημοφιλίας και των focus group, o Λεβαντόφκσι είχε τα “κότσια” και την εξυπνάδα να συνειδητοποιήσει ότι ο μόνος τρόπος που ο υποψήφιος τού θα μπορούσε να νικήσει τα συστήματα και τους κομματικούς μηχανισμούς ήταν απλά να είναι ο εαυτός του.

~Μάρκο Ρούμπιο, Τζεμπ Μπους, Χίλαρι Κλίντον και Τεντ Κρουζ βασίστηκαν στα διδάγματα της καμπάνιας Ομπάμα και από την πρώτη μέρα που δημοσιοποίησαν την πρόθεση τους να διεκδικήσουν το χρίσμα για την Προεδρία ακολούθησαν τον τρόπο που η καμπάνια του απερχόμενου Προέδρου συνέλεγε, οργάνωνε και επικοινωνούσε με τους φίλους και υποστηρικτές της. Παρόλα αυτά κανείς από αυτούς δεν πέτυχε ότι ο Ομπάμα. Το πρόβλημα είναι ότι τα πάντα έχουν αλλάξει σε σχέση με το 12. Ο Ντόναλντ Τραμπ είχε τη μικρότερη οργανωμένη βάση υποστηρικτών έως ότου κερδίσει το χρίσμα, περίπου μισό εκατομμύριο, όταν οι άλλοι διεκδικητές είχαν 3-4 εκ. υποστηρικτές στις email λίστες τους. Πολλοί είπαν ότι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ο Τραμπ δεν είχε ανάγκη να μαζεύει χρήματα, όπως οι υπόλοιποι, για να χρηματοδοτήσει την καμπάνια του. Η πραγματικότητα όμως και εδώ είναι αρκετά σκληρή.

Αν αντιπαραβάλουμε τον Τραμπ με οποιοδήποτε άλλο υποψήφιο για το χρίσμα, θα ανακαλύψουμε ότι τα ποσά που ξόδεψε σε παραδοσιακές μορφές διαφήμισης ήταν ασήμαντα! Τα 10-12εκ.$ που ξόδεψε έως ότου πάρει το χρίσμα μπορεί να ακούγεται ένα εντυπωσιακό νούμερο – ειδικά για εμάς εδώ στην Ελλάδα -, αλλά μπροστά στα 6δις$ που είχαν ξοδευτεί μέχρι τότε από όλους τους υποψηφίους μαζί Δημοκρατικούς και Ρεπουμπλικάνους, μάλλον δείχνουν “ψιλικά”. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση της υποψηφιότητας Τζεμπ Μπους. Η δημοφιλία του ποτέ δεν ξεπέρασε το 2% των Ρεπουμπλικάνων ψηφοφόρων μέχρι τη στιγμή που εγκατέλειψε την κούρσα, παρά το γεγονός ότι είχε ξοδέψει 10 φορές περισσότερα χρήματα (100εκ$) σε πολιτική διαφήμιση σε σχέση με τον Τραμπ!

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 ~ Ο Τραμπ είναι ο πρώτος υποψήφιος ο οποίος θέσπισε το να δίνει συνέντευξη τύπου μετά από κάθε εκλογική του νίκη στις προκριματικές εκλογές. Μέχρι τότε το σύνηθες ήταν οι πολιτικοί να δίνουν μία ευχαριστήρια ομιλία στους υποστηρικτές τους σε κάθε πολιτεία για να τους ευχαριστήσουν. Ο Τραμπ ναι μεν έκανε και εκείνος το ίδιο, μόνο που επέτρεψε στους δημοσιογράφους όχι μόνο να παρευρίσκονται αλλά να έχουν ενεργό ρόλο και να του κάνουν ερωτήσεις. Με αυτό το τρικ κέρδισε έξτρα κάλυψη από τα media, αφού του εξασφάλισε ότι οι δηλώσεις του θα αναδημοσιεύονταν σε όλα τα μέσα. Όταν έλαβε το χρίσμα είχε καταφέρει να κερδίσει πάνω από 1,8δις$ τέτοιας δωρεάν προβολής (earned media) από τα media και τα social media, ποσό ρεκόρ όλων των εποχών. ~

Ο Ντ.Τραμπ όχι μόνο κέρδισε τους εσωκομματικούς του αντιπάλους χωρίς την βοήθεια παραδοσιακής διαφήμισης, αλλά κέρδισε κόντρα σε τέτοιου είδους διαφήμιση. Όσο η διαφορά του με τους συνυποψηφίους του μεγάλωνε πολιτεία-πολιτεία, οι μεγαλύτεροι “διώκτες” του, Τεντ Κρουζ και Μάρκο Ρούμπιο, ξόδευαν εκατομμύρια σε αντι-Τραμπ τηλεοπτικά σποτ. Υπήρξαν φορές μάλιστα που το ποσό αυτού του είδους των διαφημίσεων, ξεπέρασε και τα 6εκ.$ σε μία μόνο ημέρα. Το γεγονός ότι ο Τραμπ έδειξε τέτοια ανθεκτικότητα και “ανοσία” στις επιθέσεις των αντιπάλων του, αποτυπώνεται εξαιρετικά από το μέγεθος των earned media – δηλαδή της μη πληρωμένης προβολής που λαμβάνει κάποιος μέσω news sites, tv/radio ή social media (άρθρα, αφιερώματα, ρεπορτάζ, Δελτία Τύπου, retweets, mentions, shares, reposts κα) -, τα οποία έχουν υπολογισθεί ότι άγγιξαν τα 2δις$! Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος της αξίας αυτού του ποσού, αξίζει να αναφέρουμε ότι ο Μπαράκ Ομπάμα ξόδεψε τα μισά για να καταφέρει να επανεκλεγεί το 2012!

Ο Τραμπ κατάφερε μία ανέφικτη επιτυχία μέσα από μία απίστευτα μικρή επένδυση. Ο κόσμος πλέον έχει αλλάξει σε εντυπωσιακό βαθμό, είναι πολύ περισσότερο δικτυωμένος σε σχέση με το 2008 ή το 2012, εποχές που σήμερα φαντάζουν σχεδόν “πρωτόγονες” στον τρόπο που επικοινωνούμε με τους γύρω μας. Τα social media εξελίσσονται μέρα με την ημέρα δραματικά και – όπως και το όνομά τους λέει – φροντίζουν να κάνουν την επαφή μεταξύ των χρηστών ολοένα και πιο εύκολη, ολοένα και πιο απλή. Σε αντίθεση λοιπόν με τα δισεκατομμύρια που ξοδεύονται σε τυπικές πολιτικές καμπάνιες, η καμπάνια του Τραμπ είναι ένα ακόμη παράδειγμα της δύναμης που έχουν τα social media να ενώνουν ανθρώπους και να τους επιτρέπουν να αλληλεπιδρούν. Κι αυτό είναι κάτι που υπερβαίνει την πολιτική και βρίσκει εφαρμογές κυρίως στον χώρο των επιχειρήσεων, και στο τι μπορεί να κερδίσει ένα brand μέσα από την σωστή στρατηγική και το έξυπνο περιεχόμενο (content marketing).

 ~ Ο κόσμος σήμερα δεν θέλει να πεισθεί για να “αγοράσει” ένα προϊόν, θέλει να λάβει “ευχαρίστηση”, να διασκεδάσει, να περάσει “καλά”. Και ο Τραμπ ως επιχειρηματίας και μάστερ του self-branding, φροντίζει να δημιουργεί έξαψη στον κόσμο. Δεν εμφανίζεται σε βαρετά πολιτικά talk show, προτιμά τις χιουμοριστικές prime time εκπομπές (στιγμιότυπο από την εμφάνισή του στον Τζίμι Κίμελ). Βεβαίως, και άλλοι πολιτικοί έχουν εμφανιστεί σε τέτοιες εκπομπές, όπως η Χίλαρι ή ο Μπέρνι Σάντερς, μόνο που εκείνοι – σε αντίθεση με τον Τραμπ – συνέχισαν να υποδύονται τον ρόλο του σοβαρού political correct πολιτικού. Ο Τραμπ από την άλλη προτιμά να “τσαλακώνει” τον εαυτό του, να μιλάει αυθόρμητα, να είναι ο εαυτός του και στο τέλος να πείθει το κοινό ότι είναι ο πιο ειλικρινής από όλους τους πολιτικούς. ~

Ο σύγχρονος χρήστης των social media και του internet συνολικά, βομβαρδίζεται καθημερινά από διαφημίσεις και προσφορές. Όλο αυτό δημιουργεί μία “βαβούρα” αντίστοιχη που προκαλούσε παλιότερα η στοίβα των διαφημιστικών φυλλαδίων κάτω από την πόρτα του σπιτιού μας. Ο μόνος τρόπος λοιπόν, για να τραβήξει κάτι ή κάποιος το ενδιαφέρον του μέσου χρήστη είναι να τον “διασκεδάζει”, και όχι να τον πείθει! Κι αυτός είναι ο λόγος που βλέπουμε συνεχώς εναλλακτικές μορφές διαφήμισης να ανεβαίνουν – ακόμη και τα παραδοσιακά διαφημιστικά σποτ έπαψαν να είναι τόσο βαρετά. Τα μεγάλα brands πλέον απευθύνονται σε διάσημους πιτσιρικάδες που ανεβάζουν τα προσωπικά τους βίντεο στο Vine ή στο Youtube για να τρέξουν μία προωθητική ενέργεια με την ίδια ευκολία που το κάνουν σε μία μεγάλη διαφημιστική εταιρεία. Οι διαφημιζόμενοι δηλαδή προσπαθούν να ενσωματώσουν τα brands τους στα media που το κοινό τους αρέσει να αλληλεπιδρούν.

Αυτή η νέα τάση που έχει κατακλύσει την αγορά τα τελευταία 1-2 χρόνια, ασπάστηκε πρώτος ο Ντόναλντ Τραμπ. Ένας πολιτικός που προέρχεται ούτως ή άλλως από την ίδια την αγορά. Αντί λοιπόν, να προσπαθεί να πείσει τους ψηφοφόρους – όπως έκανε ο Όμπαμα – μέσα από τυπικά διαφημιστικά σποτ και πληρωμένες καταχωρήσεις στον τύπο, ότι είναι ο καλύτερος διεκδικητής του Λευκού Οίκου, μετέτρεψε τον εαυτό του σε πολιτικό μήνυμα και προσπάθησε να το ενσωματώσει σε κάθε μέσο ξεχωριστά και πάντα με τον τρόπο που το κοινό του αρέσκεται. Για παράδειγμα προτιμούσε να εμφανιστεί σε χιουμοριστικές εκπομπές υψηλής τηλεθέασης της βραδινής ζώνης, αντί για τις πιο “βαρετές” πολιτικές εκπομπές, όπου την ίδια ώρα μέσω των social media έδινε ατελείωτη “τροφή” στους χρήστες των social media να “ασχοληθούν” μαζί του. Ενώ, σίγουρα η παρουσία του σε τέτοιες εκπομπές του εξασφάλιζε έξτρα κάλυψη από τα τηλεοπτικά δίκτυα στα δελτία ειδήσεων – πέραν των ειδήσεων της προεκλογικής του καμπάνιας – ή τα ρεπορτάζ του έντυπου και ηλεκτρονικού τύπου. Βεβαίως, δεν μπορούν όλοι οι πολιτικοί να ταιριάξουν σε αυτό που κάνει ο Ντ.Τραμπ με τους ψηφοφόρους του. Για παράδειγμα, όταν η Χίλαρι Κλίντον προσπάθησε να κάνει κάτι αντίστοιχο, “εισβάλλοντας” – ως μέρος του σεναρίου – σε σκετς αντίστοιχων χιουμοριστικών εκπομπών, μάλλον φαινόταν πολύ έξω από τον τρόπο που ο κόσμος την έχει συνηθίσει, και ειδικά οι υποστηρικτές της.

 ~ Ο τρόπος που τα brands προσπαθούν να φτάσουν στους καταναλωτές έχει αλλάξει για τα καλά. Τα smartphones και υψηλή online δικτύωση των χρηστών σε διαφορετικές συσκευές (desktop, tablets, smartphones) και social media, έχει δημιουργήσει μία έκρηξη στον χώρο του digital marketing. Τα κλασσικά σποτ ή τα ενοχλητικά banners έχουν εξαφανιστεί και οι διαφημίσεις πλέον είναι πιο δημιουργικές. Τα brands προσαρμόζονται σε κάθε μέσο ξεχωριστά. Αλλιώς προβάλλονται στο facebook, αλλιώς στο youtube κι αλλιώς στο instagram. Αλλιώς σε ένα site για μητέρες και αλλιώς σε ένα site με αθλητικές ειδήσεις. Τα πάντα πλέον προσαρμόζονται από το ίδιο το διαφημιστικό μήνυμα μέχρι τα δημογραφικά χαρακτηριστικά ή την γεωγραφική κατανομή. Η δυνατότητα που δίνουν οι σύγχρονες μορφές διαφημίσεις, όπως το native advertising ή το content marketing, ξεπερνούν κάθε φαντασία. Ο Τραμπ ως άνθρωπος της αγοράς προσαρμόστηκε πρώτος σε αυτό το μοντέλο. Το επιτελείο του δημιουργούσε συνεχώς περιεχόμενο προσφέροντας μία συνεχή σχέση χρηστών-Τραμπ 24/7. To περιεχόμενο αυτό προσαρμοζόταν ανάλογα σε κάθε μέσο (content marketing). Παράλληλα, αν και δαπάνησε το χαμηλότερο ποσό σε παραδοσιακές μορφές διαφήμισης (tv/radio ads, google ads, facebooks ads κλπ) – μόλις 10εκ$ – σε σχέση με όλους τους υπόλοιπους υποψηφίους και των δύο κομμάτων, κατάφερε να λάβει πρώτος το χρίσμα. Ο λόγος ήταν – πέραν της δωρεάν προβολής που κέρδισε από τα  earned media – ότι δαπάνησε τα διπλά σε νέες μορφές διαφήμισης, όπως η native. Διαφημιστικά μηνύματα που εμφανιζόντουσαν με την μορφή άρθρων μέσα σε διάσημα sites και τα οποία διαφοροποιούνταν στην μορφή του μηνύματός τους ανάλογα με το κοινό, την γεωγραφική του θέση και τη συσκευή που χρησιμοποιούσε. Το θέμα πήρε διαστάσεις και έγινε ευρύτατα γνωστό, όταν το γνωστό δίκτυο Buzzfeed – και top εταιρεία σε υπηρεσίες native advertising παγκοσμίως αρνήθηκε συμβόλαιο 1,3εκατ.$ από το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα για την προώθηση του Τραμπ μετά την τελική επικράτηση του τελευταίου στο εσωκομματικό πεδίο, λόγω της επιθετικής του ρητορικής ενάντια στους μουσουλμάνους. ~

Υπάρχουν τόσα πολλά και διαφορετικά που μπορεί να γράψει ένα ταπεινός αρθρογράφος για την πορεία του Ντ.Τραμπ προς την Προεδρία των ΗΠΑ – η ξενοφοβία, ο μισογυνισμός, τα μαλλιά του – που δεν ξέρει από που να πρωτοξεκινήσει. Υπάρχει όμως ένα θέμα περισσότερο από άλλα που ενδιαφέρει τους επαγγελματίες της επικοινωνίας και του μάρκετινγκ σχετικά με τον Τραμπ: η  προσέγγισή του για τα media είναι εκρηκτική. Ο Ντ.Τραμπ δεν έχει καταφέρει να μεταλλάξει μόνο τον χαρακτήρα του ίδιου του Ρεπουμπλικανικού κόμματος με την υποψηφιότητά του, αλλά και τους κανόνες της πολιτικής επικοινωνίας.

Οι επιτυχημένοι πολιτικοί, όπως ο Ρ.Ρίγκαν, ο Μπ.Κλίντον και ο Μπ.Ομπάμα, όλοι τους άλλαξαν τους κανόνες του παιχνιδιού. Αυτός ο καινοτόμος – αν και ιδιότροπος – τρόπος που ο Τραμπ έχει επιλέξει να επικοινωνήσει το πολιτικό του brand, θα αλλάξει πολύ σύντομα παγκοσμίως τον τρόπο που οι πολιτικοί “τοποθετούν” τον εαυτό τους στην πολιτική “αγορά”. Κάτι που θα αλλάξει με την σειρά του και τον τρόπο που εξασκείται η πολιτική.

  • Οι πολιτικοί πλέον θα μιλούν πιο απλά και πιο άμεσα. Ο Τραμπ με τις επιτηδευμένα μικρές, ξεκάθαρες και στοχευμένες προτάσεις του, μιλάει τελείως διαφορετικά από κάθε άλλο πολιτικό, τονίζοντας με αυτόν τον πολύ ευφυή τρόπο ότι δεν είναι ένας ακόμη πολιτικός ή πιο σωστά – όπως και εκείνος υποστηρίζει – δεν είναι πολιτικός και επομένως δεν μιλάει ως τέτοιος.
  • Επίσης, οι πολιτικοί θα αναγκαστούν όχι απλά να χρησιμοποιούν οι ίδιοι απευθείας τα social media αντι οι συνεργάτες τους, αλλά θα γίνουν “επαγγελματίες” του είδους. Ο Τραμπ δεν γράφει απλά τα tweet του, αλλά αλληλεπιδρά και ο ίδιος με άλλους χρήστες ή κάνει retweets. Αυτά όλα βάζουν τον εκάστοτε πολιτικό σε απευθείας επαφή με το κοινό του, χωρίς φιλτράρισμα, και όχι σπασμωδικά μία φορά, αλλά συνεχώς. Μοιραία θα ενεργούν περισσότερο σε “ζωντανό” χρόνο (real time). Πρόσφατα, η αντίδραση του Τραμπ στα γεγονότα του Ορλάντο μέσω twitter ήταν τόσο ακαριαία, που του επέτρεψε να ορίσει την κυρίαρχη οπτική ως κτύπημα του ISIS, ακυρώνοντας το αφήγημα της αντιπάλου του Χίλαρι (ομοφοβία, δικαιώματα ομοφυλοφίλων κλπ).
  • Ακόμη, τα χρήματα θα πάψουν να παίζουν τον κυρίαρχο ρόλο στις εκλογικές αναμετρήσεις. Παρά τη διαβρωτική επίδραση των δισεκατομμυρίων σε lobby και superPACs, είδαμε ότι εκτός του Τραμπ και ο Μπέρνι Σάντερς δίχως την υποστήριξη τέτοιων μηχανισμών έκανε την έκπληξη στους Δημοκρατικούς, δημιουργώντας εσωκομματικούς μπελάδες στην Χίλαρι. Ο τρόπος που ο Τραμπ χειρίζεται τη δωρεάν προβολή που του προσφέρουν τα media είναι πολύ περισσότερο αποτελεσματικός από τις κοστοβόρες πολιτικές διαφημίσεις.
  • Οι θέσεις θα υπερκαλύψουν την προτάσεις. Οι υποψήφιοι που δημοσιεύουν συγκεκριμένα πλάνα προτάσεων δέχονται σκληρή κριτική, που συνήθως δεν μπορούν να χειριστούν, όπως το πλάνο του Τζεμπ Μπους για την αμερικανική οικονομία, για το οποίο οι New York Times απέδειξαν ότι θα δημιουργήσει μία τρύπα 8τρις$ στον αμερικανικό προϋπολογισμό, ακυρώνοντάς το ακαριαία. Αντιθέτως, η επιλογή του Τραμπ να παραμείνει σε γενικές θέσεις, όπως η θέση του κατά των μουσουλμάνων για καθολικό μπλοκάρισμα της εισόδου τους στις ΗΠΑ, όσο ρατσιστικό κι αν ακούγεται ή αντισυνταγματικό, στέκεται στην δημόσια συζήτηση.
  • Γενικότερα, η ιδεολογική τοποθέτηση θα παίζει πολύ μικρό ρόλο πλέον, ως προς το πολιτικό μήνυμα. Στους πολιτικούς σχολιαστές αρέσει να τοποθετούν τους υποψηφίους στο πολιτικό φάσμα κατηγοριοποιώντας τους ως περισσότερο δεξιούς ή αριστερούς. Οι νέοι πολιτικοί δεν θα μπορούν να ταιριάξουν σε ιδεολογικά “καλούπια”, καθώς θα είναι πολύ πέρα από αυτά. Οι Αμερικάνοι συνηθίζουν άλλωστε, να διαλέγουν υποψηφίους περισσότερο για την προσωπικότητά τους και τις θέσεις τους σε επιμέρους ζητήματα, παρά για την ιδεολογική τους τοποθέτηση.

Τα παραπάνω χαρακτηριστικά σίγουρα μπορεί να είναι πολύ αποτελεσματικά για έναν πολιτικό και να το οδηγήσουν σε μία εκλογή. Θα ήταν όμως εξίσου αποτελεσματικά σε έναν πολιτικό ηγέτη; Το να αντιδράς πολύ έντονα και πολύ άμεσα, πολύ εύκολα μπορεί να σε οδηγήσει σε σημαντικά λάθη. Το τι πολιτικές υποστηρίζεις και το τι νόμους “περνάς” έχουν κόστος και συνέπειες για δεκαετίες. Η συνεργασία τις περισσότερες φορές είναι πολύ πιο αποτελεσματική από τον “ανταρτοπόλεμο” και τις στείρες πολιτικές αντιπαραθέσεις. Οι πολιτικοί που πραγματικά επιθυμούν να ηγηθούν, και όχι απλά να ηγηθούν στις δημοσκοπήσεις θα πρέπει να έχουν επίγνωση των όρων που διεξάγεται μία προεκλογική μάχη και η διακυβέρνηση μιας χώρας.

Facebook Comments