Στη γλώσσα των διαύλων ενημέρωσης του εξωτερικού ο όρος echo chamber—θάλαμος αντήχησης, ή κλωβός αντήχησης—περιγράφει έναν θάλαμο όπου ένας παραγόμενος ήχος αντηχεί ξανά και ξανά προσκρούοντας στα τοιχώματα του ηχομονωμένου θαλάμου, που δεν επιτρέπουν τίποτα να εισέλθει απ’ έξω αλλά και δεν αφήνουν τον ήχο που γεννάται μέσα να βγει προς τα έξω.
 
Μεταφορικά ο όρος περιγράφει μιαν κατάσταση στην οποία πληροφορίες, ιδέες, πεποιθήσεις και τα παρόμοια ανακυκλώνονται αενάως εντός ενός περιχαρακωμένου συστήματος που είναι μονωμένο από εξωτερικές ιδέες, και δια της επανάληψης ενισχύονται σε συχνότητα εκφοράς και σ’ ένταση.
 
Ο τρόπος που ερχόμαστε σε επαφή με τη σοβαρή δημοσιογραφία και την αρθρογραφία γνώμης είναι σήμερα όχι πολύ διαφορετικός από τον τρόπο με τον οποίο εκτιθέμεθα γενικά στα τηλεοπτικά θεάματα ψυχαγωγικής φύσης. Συχνότερα διαβάζουμε μονάχα τον πιασάρικο τίτλο και σπανιότερα μελετούμε το ίδιο το άρθρο γνώμης.
 
Ακόμα σπανιότερα το περνάμε ακτινογραφία ανιχνεύοντας συλλογιστικές πλάνες, ερευνώντας για υποκρυπτόμενες προθέσεις, ανακαλύπτοντας πιθανές εξαρτήσεις του αρθρογράφου από κατεστημένα συμφέροντα, κι απορρίπτοντας συγκεκαλυμμένες, αυθαίρετες αποφάνσεις της αυθεντίας του συντάκτη, ενώ η εξοικείωσή μας με τους αμέτρητους όρους κοινής χρήσης που συναντά κανείς στον δημόσιο λόγο, όπως “συλλογική συνείδηση”, “κοινή γνώμη”, “μέσος άνθρωπος”, κτλ, μας επιτρέπει να τους καταπιούμε ολόκληρους χωρίς να σταθούμε μια στιγμή ν’ αναλογιστούμε τί ακριβώς μπορεί να σημαίνουν ακριβέστερα. Στην πράξη, δεν σημαίνουν τίποτα, ή μάλλον μπορούν να σημάνουν τόσα πολλά κι ασαφή ώστε να μην έχουν κάποιαν ειδική και μετρήσιμη αξία.
 
Όταν διαβάζουμε μια είδηση, συνήθως το κάνουμε επι τροχάδην στην οθόνη ενός κινητού τηλεφώνου, ενός τάμπλετ, ή ενός λάπτοπ, είτε στη δουλειά, είτε στη στάση του λεωφορείου και του μετρό. Σπανιότερα, σ’ ένα άβολο τραπεζάκι σε κάποιο καφέ. Σκρολλάρουμε τις ειδήσεις στην οθόνη των συσκευών Android με την ίδια ταχύτητα που σκολλάρουμε στο Tinder ή σε άλλες εφαρμογές γνωριμιών. Όσοι πάλι επισκέπτονται ιστότοπους ενημέρωσης πέφτουν πάνω σε ένα μωσαϊκό από κάθε λογής αρθρογραφία που μπορεί να εκτείνεται από την ανάλυση της διπλωματίας των αγωγών του φυσικού αερίου έως τα πέντε tips για νά ’χετε μακριά και γερά νύχια που δεν σπάνε. Ο πίνακας που έχω αναρτήσει ανωτέρω είναι του Ιερώνυμου Μπος, ονομάζεται ο Κήπος των Επίγειων Απολαύσεων, και χρονολογείται στο πέρασμα από τον 15ο στον 16ο αιώνα (1490-1510). Κάπως έτσι μοιάζουν και οι αρχικές σελίδες πολλών websites που πρωτίστως επέλεξαν να ενημερώνουν αλλά υποχρεώθηκαν πολύ γρήγορα να αναθεωρήσουν τις προτεραιότητές τους ενσωματώνοντας ευτράπελη αρθρογραφία, κοσμικογραφία, κι ανόητες μεταφράσεις ξένων άρθρων, πλαγιαρίζοντας ασφαλώς. Ένας κήπος γεμάτος κερασάκια, που μας παίρνει κανά δίλεπτο κατά μέσο όρο να επιλέξουμε ποιά εξ αυτών θα μαζέψουμε. 
 
Το μεγάλο πρόβλημα προκύπτει επειδή μεταχειριζόμαστε τον όγκο της ενημέρωσης με την ίδια ωριμότητα αλλά και ιδιοτέλεια όπως όταν διαλέγουμε κερασάκια, το λεγόμενο cherry-picking στην αγγλόφωνη σκέψη: η επιλεκτική συγκέντρωση πληροφοριών βάσει αμφίβολων κριτηρίων, τέτοιων που συνήθως να εξυπηρετούν μια σκοπιμότητα. Είναι μια διεργασία που αγγίζει το γνωστό confirmation bias, την μεροληψία δηλαδή που μας υποχρεώνει, όταν εξετάζουμε ένα σώμα πληροφοριών, να αναγνωρίζουμε μονάχα εκείνες που επιβεβαιώνουν τις προειλημμένες μας αποφάσεις και πεποιθήσεις.
 
Σε τούτο συμβάλλουν πλέον καταλυτικώς τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και οι ιντερνετικές μας συνήθειες, όχι βέβαια πρωτογενώς—τα ελαττώματα στην μέθοδο σκέψη μας προϋπήρχαν άλλωστε και στο παρελθόν—αλλά δευτερογενώς, επειδή μας ενισχύουν με την επίπλαστη προσφερόμενη αφθονία τους την ψευδαίσθηση ότι έχουμε διαθέσιμες στα ακροδάχτυλά μας πλήθος από άνετα αξιοποιήσιμες πηγές πληροφόρησης. Η πληροφόρηση όμως είναι μονάχα τόσο χρήσιμη όση είναι όχι η πρόσβασή μας σ’ αυτήν αλλά η επαρκής και σε βάθος μελέτη της. Και κυριότερα, είναι ωφέλιμη όταν διαθέτουμε την αρετή της διάκρισης, που συστηματικά καταπολεμείται δήλως και αδήλως από τα παιδικά μας χρόνια.
 
Όταν διαβάζουμε τα νέα μέσω του Διαδικτύου—κάτι που συνιστά αυξανόμενα την κύρια οδό πληροφόρησης των περισσοτέρων—αυτό συμβαίνει ολοένα και συχνότερα μέσα από τον newsfeed των social media που έχουμε ανοιχτά στις οθόνες μας. Το Facebook για παράδειγμα, που παρακολουθεί στενότατα τις προτιμήσεις μας κάθε λογής και τις συσχετίζει με τις προτιμήσεις και των φίλων μας, μας εμφανίζει πληροφορίες, ειδήσεις, άρθρα, που εκτιμά εκείνο πως θα μας τραβήξουν την προσοχή και το ενδιαφέρον. Η εκμαίευση του κλικαρίσματος είναι πιο υψηλή προτεραιότητα για τους μηχανισμούς του Facebook απ’ όσο τα όποια δικά μας συνειδητά κριτήρια θα μας καθοδηγούσαν να επιλέξουμε αρθρογραφία κοντινότερη στα πραγματικά μας ενδιαφέροντα. 
 
Αλλά και πάλι δεν είναι ακριβώς έτσι. Για να πούμε και του στραβού το δίκιο, όταν κλικάρεις ασταμάτητα στα βίντεο των γκολ και τις ειδήσεις μεταγραφών στο ελληνικό πρωτάθλημα, είναι μάλλον επιλογή σου να μην αναζητείς ενεργώς πληροφόρηση για τη διπλωματία του Βατικανού απέναντι στην Κίνα, ή να αδιαφορείς για τις επιπτώσεις του αντιεμβολιαστικού κινήματος στις ΗΠΑ. Συχνότατα δε παρακολουθώ τόσο στην έντυπη όσο και την ηλεκτρονική δημοσιογραφία ανθρώπους της ενημέρωσης να υποπίπτουν σε παιδαριώδη σφάλματα που φανερώνουν αδικαιολόγητη ανοικειότητα προς οτιδήποτε δεν έχει να κάνει με την στενή εσωτερική σκηνή της Ελλάδας. Παλεύουν με όρους, τοπωνύμια και ονόματα, στρεβλώνουν γεγονότα και καταστάσεις, αγνοούν το ιστορικό πλαίσιο πίσω από μιαν υπόθεση που καλούνται να καλύψουν ειδησεογραφικώς, παραδιερμηνεύουν και παραμεταφράζουν. Όλα αυτά με εργασιακό φιλότιμο, βέβαια, για να κάνουν τη δουλειά τους — όμως ποιά ακριβώς είναι αυτή η δουλειά; Η δουλειά τους είναι δύο πράγματα: είναι η εργασία βιοπορισμού τους, που είναι καθόλα σεβαστή, αλλά είναι κι ένα λειτούργημα απέναντι στην κοινωνία, εκείνο που αποσκοπεί στην έγκυρη κι έγκαιρη ενημέρωση. Όταν οι επαγγελματίες αποτυγχάνουν τότε τί να περιμένω από τον αναγνώστη τους;
 
Κι αυτός ο αναγνώστης απομονώνεται εθελουσίως ολοένα και περισσότερο σε έναν θάλαμο αντήχησης, επειδή το θέλει να εγκλωβίζεται σ’ αυτόν τον θάλαμο, όπου ανακυκλώνονται άρθρα κι ενημέρωση βάσει των προτιμήσεων κι επιλογών που ο ίδιος κι οι φίλοι του κάνουν ασυναίσθητα στα social media, αλλά απολύτως ηθελημένα όταν κλικάρουν στα ίδια και τα ίδια, κι έτσι τα όμοια και τα παρόμοια εμφανίζονται στο newsfeed, ενισχύοντας και εντείνοντας την αντήχηση των ίδιων πάντοτε ιδεών, αντιλήψεων, πεποιθήσεων προς τις οποίες έχει δείξει προτίμηση έως τώρα. Δεν αμφισβητεί τον εαυτό του και την κοσμοθεωρία του, αλλ’ αντιθέτως την βλέπει να ενισχύεται διαρκώς, καθώς κάποιος μηχανισμός επιλογής feedback τροφοδοτεί τις οθόνες του με άρθρα, βίντεο, εικόνες, κτλ, που επιβεβαιώνουν τη μεροληψία του, το προρρηθέν confirmation bias.
 
Σ’ αυτόν τον κήπο των επίγειων απολαύσεων οι ειδήσεις και τα άρθρα γνώμης ανταγωνίζονται για μια θέση δίπλα σε βίντεο με γατάκια που παίζουν με παπούτσια, και viral βίντεο με κωμικά παρκαρίσματα αυτοκινήτων, cute φωτογραφίες μωρών ή χαριτωμένων πάντα και κοάλα, και tips ομορφιάς με μάσκες αυγού κι ελαιόλαδου, μεταξύ άλλων. Η πεπτική ελαφρότητα όλης αυτής της δεύτερη ύλης υποχρεώνει καί την ειδησεογραφία και σοβαρή αρθρογραφία να γίνουν hip κι επίκαιρες, κι όταν λέω επίκαιρες εννοώ εφήμερες και σε καμία περίπτωση δύσπεπτες ή αναλυτικές σε βαθμό πρόκλησης προβληματισμού. Ακόμα και άρθρα ανάλυσης διεθνών ζητημάτων, λ.χ. γεωπολιτικής, έχουν έναν αέρα κοσμοπολίτικης ασάφειας, εξυπνακίστικου υπονοούμενου, και κλεισίματος του ματιού σε σημεία όπου θα όφειλαν να είναι διεξοδικά, τεκμηριωμένα, προϊόντα πολύμηνης έρευνας κι όχι κλισέ προχειρότητας. Η γεωπολιτική ανάλυση ειδικά δεν είναι ένα χόμπυ όπου τύποι καπνίζουν πούρα και κρατούν ποτήρια με κονιάκ σε κάποιο λονδρέζικο κλαμπ για τζέντλεμεν χρησιμοποιώντας ακυρολεξίες κι αργκώ. 
 
Η ελαφρότητα στις οθόνες μας δεν γέννησε το πρόβλημα. Το τροφοδοτεί αφού πρώτα αναγνώρισε μιαν ανάγκη τροφοδοσίας του. Αυτός είναι άλλωστε κι ο ορισμός ενός επιτυχημένου εμπορικού προϊόντος στην οικονομική θεωρία: προϊόν είναι κάτι που παράγει μια επιχείρηση ώστε να καλύψει μιαν ανάγκη. Προϋπάρχει η ανάγκη, ακόμα κι εκείνη που δεν υπήρχε νωρίτερα, αλλά πρώτα την έστησε η επιχείρηση, ώστε κατόπιν να πουλήσει το προϊόν της. Η διεργασία αποβλάκωσης μεγάλων μαζών πληθυσμού δεν οδήγησε στην εκλογή Τραμπ ή στην υπερψήφιση του Μπρέξιτ. Εκδηλώθηκε με αυτές τις επιλογές. Η νόσος δεν είναι κάτι ξεχωριστό από τους τρόπους εκδήλωσή της: *είναι* το ίδιο το σύνολο των εκδηλώσεών της, που ασφαλώς ένας ειδικός επιστήμονας μπορεί να αποδώσει σε μιαν βαθύτερη αιτία. Αλλά χωρίς τις εκδηλώσεις της, μια νόσος δεν θα γίνει σχεδόν ποτέ αισθητή.
 
Η ρηχότητα στον δημόσιο λόγο, λ.χ. μέσα από την έκρηξη του λαίκισμού που όμως πάντοτε ήταν υπαρκτός, δεν επεβλήθη αιφνιδιαστικώς. Προτιμήθηκε επειδή εξελικτικά υπερίσχυσε προσαρμοζόμενη στις νέες συνθήκες καλύτερα από την σοβαρότητα. Πρόκειται για συνθήκες διάχυτης αποστροφής της ειδικής γνώσης, της συλλεγμένης εμπειρίας, της ασκημένης δεξιότητας, του κόπου που καταβάλλει νυχθημερόν ένα στέλεχος προκειμένου να επιτύχει δύσκολους στόχους, κι είναι μια αποστροφή προς καθετί αξιώνει καταβολή κόπου προκειμένου να κατακτηθεί. Αντιθέτως, η ρηχότητα δεν απαιτεί κόπο, γνώση, δεξιότητες, και τα όμοια, και δεν αποζητά την σε βάθος έρευνα της αλήθειας. Επαρκεί η αντήχηση των κατεστημένων πεποιθήσεων εντός του θαλάμου.
 

Facebook Comments