Κάθε δέκα χρόνια και ένα Ποτάμι
Πριν λίγες ημέρες το Ποτάμι συμπλήρωσε 3 χρόνια ζωής
Πριν λίγες ημέρες το Ποτάμι συμπλήρωσε 3 χρόνια ζωής
Πριν λίγες ημέρες το Ποτάμι συμπλήρωσε 3 χρόνια ζωής. Ήταν μια μέρα του Φεβρουαρίου του 2014, λίγους μήνες πριν τις Ευρωεκλογές εκείνης της χρονιάς, όταν η ελληνική κοινή γνώμη διάβαζε με έκπληξη την πρόθεση του Σταύρου Θεοδωράκη να φτιάξει ένα κόμμα διαφορετικό από τα υπόλοιπα και να μπει στον πολιτικό ανταγωνισμό. Ζητούσε από τους Έλληνες εκλογείς: «να ταράξουμε λίγο τα λιμνάζοντα νερά φέρνοντας νερό από το Ποτάμι». Δεν ήταν η πρώτη φορά, που ετίθετο ένας τέτοιος στόχος, κάθε δέκα χρόνια από το 74 και μετά συμβαίνει κάτι παρεμφερές.
Το 4 είναι, ο μαγικός αριθμός της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας. Στο 5έτος κάθε δεκαετίας (1974, 1984, 1994, 2004, 2014) έχουμε πάντα μια τουλάχιστον εκλογική αναμέτρηση, κάτι που δεν συμβαίνει με κανέναν άλλον αριθμό. Για να είμαστε δίκαιοι με τους αριθμούς, αυτό συμβαίνει κυρίως γιατί οι Ευρωεκλογές αποτελούν από το 1984 τη μοναδική σταθερά του ελλαδικού εκλογικού κύκλου, άρα πάντα υπάρχει μια εκλογή το 4 και το 9.
Κάτι άλλο που συμβαίνει στο «4» κάθε δεκαετίας είναι ότι υπάρχει πάντα ένα κόμμα, διαφορετικό κάθε φορά, που κατεβαίνει στις εκλογές με κεντρικό στόχο να υπερβεί τον άξονα Αριστεράς – Δεξιάς, αν και το αποτέλεσμα ποικίλει. Ας δούμε γιατί το Ποτάμι δεν είναι η πρώτη τέτοια προσπάθεια.
Το 1974, όσο και αν ακούγεται περίεργο σήμερα, ήταν η Νέα Δημοκρατία, που διεκδίκησε αυτό το ρόλο. Σύμφωνα με την ιδρυτική της διακήρυξη υποσχόταν ότι θα «υπηρετεί πάντα και μόνο τα αληθινά συμφέροντα του έθνους, που βρίσκονται πέρα και πάνω από τις παραπλανητικές ετικέτες της Δεξιάς, του Κέντρου και της Αριστεράς». Στις πρώτες εκλογές της Μεταπολίτευσης το κόμμα του Κωνσταντίνου Καραμανλή, κέρδισε τις εκλογές με συντριπτική πλειοψηφία 54,37% και εξέλεξε 220 βουλευτές.
Δέκα χρόνια μετά, το κόμμα που προσπαθούσε να υπερβεί τις διαχωριστικές γραμμές Αριστεράς- Δεξιάς ήταν το ΚΟΔΗΣΟ. Είχε ιδρυθεί το 1979 από στελέχη του Κέντρου, και το 1981 συνεργαζόμενο με το ΚΑΕ του Αλ. Μπαλτατζή είχε κάνει την έκπληξη στις Ευρωεκλογές φτάνοντας το 4,26 %, που αρκούσε για την εκλογή του Προέδρου του, Γιάγκου Πεσματζόγλου στο Ευρωκοινοβούλιο.
Οι Ευρωεκλογές του 84, ήταν η κρίσιμη εκλογική αναμέτρηση για το ΚΟΔΗΣΟ, καθώς για πρώτη φορά αυτόνομο είχε στόχο να εκμεταλλευτεί την φθορά του ΠΑΣΟΚ και τη δεξιά στροφή της ΝΔ για να κερδίσει ψήφους και από τους δύο. Η πόλωση, όμως, που επικράτησε είχε ως αποτέλεσμα ο δικομματισμός (ΠΑΣΟΚ- ΝΔ) να φτάσει το υψηλότερο μέχρι σήμερα ποσοστό του σε ευρωεκλογές. Έτσι το φιλόδοξο ΚΟΔΗΣΟ συνεθλίβη πέφτοντας στο 0,8%, καθώς, όπως απέδειξε το αποτέλεσμα το κατ΄ εξοχήν μεσοαστικό του ακροατήριο είχε επανακάμψει στη Ν.Δ, ενώ το ΠΑΣΟΚ συγκρατούσε τις δυνάμεις του.
Το 1994 είχαμε πάλι Ευρωεκλογές με πρωταγωνιστή τον νέο και φωτογενή Αντώνη Σαμαρά, που είχε ως κεντρικό σύνθημα την «υπέρβαση». Ο Μεσσήνιος πολιτικός ένα χρόνο πριν είχε προκαλέσει την πτώση της Κυβέρνησης Μητσοτάκη και είχε ιδρύσει, την Πολιτική Άνοιξη, στην οποία βρήκαν στέγη από παραδοσιακούς δεξιούς (Κακλαμάνης, Κλείτος, Σταμάτης) μέχρι παλιά στελέχη της Αριστεράς και του ΠΑΣΟΚ (Λεντάκης, Γιώτας, Παναγούλης). Εκείνη τη χρονιά έκανε εντυπωσιακή εμφάνιση λαμβάνοντας 8,65% και εκλέγοντας δύο ευρωβουλευτές.
Το 2004 ήταν η σειρά του άλλοτε συγκατοίκου του Αντώνη Σαμαρά, του Γιώργου Παπανδρέου να αναδειχθεί στο κεντρικό πρόσωπο της προεκλογικής περιόδου των βουλευτικών εκλογών. Αφού πήρε το περιβόητο δαχτυλίδι από τον Κώστα Σημίτη, εξελέγη Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ από τη βάση, διαδικασία πρωτόγνωρη για τα ελληνικά πολιτικά πράγματα και σχημάτισε ένα εντυπωσιακό ψηφοδέλτιο Επικρατείας.
Σε αυτό βρήκαν θέση οι Ανδρουλάκης- Δαμανάκη από την Αριστερά και οι Μάνος- Ανδριανόπουλος από τη Δεξιά, το αποτέλεσμα όμως δεν ήταν το προσδοκώμενο για τον Παπανδρέου. Ούτε στις βουλευτικές, ούτε πολύ περισσότερο στις Ευρωεκλογές που ακολούθησαν. Ο ΓΑΠ έπρεπε να περιμένει 5μισι χρόνια για να γίνει Πρωθυπουργός, αφού είχε αμφισβητηθεί εντόνως η χαρισματικότητά του και αφού είχε απωλέσει τη στήριξη των φιλελεύθερων συμμάχων του.
Δέκα χρόνια μετά ο Θεοδωράκης αναζήτησε πρόσωπα χωρίς κομματικό παρελθόν, όπως είχε κάνει ο ΓΑΠ με τους «κηπουρούς» του. Αυτό που έκανε διαφορετικά σε σχέση με άλλες τις προηγούμενες κομματικές προσπάθειες ανανέωσης, ήταν ότι αρνήθηκε να τοποθετήσει το κόμμα του ιδεολογικά. «Θα κλέβουμε ιδέες από τη σοσιαλδημοκρατία και τον φιλελευθερισμό» απαντούσε στα σχετικά ερωτήματα, ενώ δήλωσε ότι θα επέλεγε ευρω-ομάδα μετά τις Ευρωεκλογές του Ιουνίου εκείνης της χρονιάς. Μέσα σε 5 μήνες απέκτησε μια δυναμική και κατόρθωσε να εκλέξει δύο Ευρωβουλευτές τον Καθηγητή Γραμματικάκη και τον γιο του Λεωνίδα Κύρκου Μίλτο, οι οποίοι εντάχθηκαν τελικά στη Σοσιαλδημοκρατική Ομάδα.
Το ερώτημα είναι αν πέτυχε κάποιο από αυτά τα κόμματα τον στόχο της υπέρβασης των ιδεολογικών διαχωρισμών Δεξιάς- Κέντρου- Αριστεράς, που στην Ελλάδα είναι συνυφασμένα με τον Εθνικό Διχασμό και τον Εμφύλιο Πόλεμο. Ο γενικός κανόνας για τις πρώτες 4 προσπάθειες είναι: ότι το μαγικό 4 αποτέλεσε την κρίσιμη εκλογική χρονιά, αλλά η απομάγευση του 5, του 6 και του 7 ήταν που έκριναν την μετέπειτα κατεύθυνσή των κομμάτων.
Η Νέα Δημοκρατία μάλλον πλήρωσε το τεράστιο ποσοστό της το 74, που έδειχνε ότι μπορεί να υπερβεί τα όρια της προδικτατορικής ΕΡΕ. Μόλις τρία χρόνια αργότερα αποδείχθηκε ότι όχι μόνο δεν μπορούσε να εκφράσει σε εκείνη την καμπή, κάτι ευρύτερο από τη Δεξιά, αλλά ούτε καν το σύνολο της Ελληνικής Δεξιάς. Μετά την αποχώρηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή από την Προεδρία του κόμματος αμφιταλαντεύτηκε ιδεολογικά, υπέστη κατά καιρούς συστολή και διαστολή προκειμένου να εκφράσει τον μεσαίο χώρο, αλλά δεν πέτυχε τους μεγαλόπνοους στόχους του ιδρυτή της.
Το ΚΟΔΗΣΟ αντίθετα, πλήρωσε το μικρό του ποσοστό στις εκλογές του 84. Η εκλογική αποτυχία οδήγησε σε παραίτηση τον Γιάγκο Πεσμαζόγλου. Τα γνωστότερα στελέχη του (Τσουδερού, Κούβελας κ.α.) ακολούθησαν τους ψηφοφόρους τους προς τη ΝΔ και έτσι η εκλογική συνεργασία του ΚΟΔΗΣΟ με τη Νέα Δημοκρατία του Μητσοτάκη κατέστη μονόδρομος στις βουλευτικές του 85. Η συνεργασία απέφερε μία έδρα στη νέα Βουλή, την οποία κέρδισε ο Πρόεδρος του Μπάμπης Πρωτοπαπάς. Το 1989 ο Κυκλαδίτης πολιτικός πρωτοστάτησε στη δημιουργία του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου και αυτό σήμανε και την αναστολή της λειτουργίας του ΚΟΔΗΣΟ ως αυτόνομου κομματικού σχηματισμού.
Παρόμοια ήταν και η πορεία της ΠΟΛΑΝ, που μετά την εκλογική έκρηξη του 1994 δεν κατόρθωσε ποτέ να ξαναεκλέξει βουλευτή ή ευρωβουλευτή. Οι «κουρασμένες πολιτικές ηγεσίες» που κατήγγειλε ο νέος Αντώνης Σαμαράς (Μητσοτάκης, Καραμανλής, Παπανδρέου) αποχώρησαν σταδιακά από το προσκήνιο και η Άνοιξη απώλεσε αυτό το συγκριτικό πλεονέκτημα για να περιοριστεί τελικά στον ρόλο του μικρού δεξιού κόμματος, όπως παλαιότερα οι ΕΠ, ΔΗΑΝΑ και αργότερα ο ΛΑΟΣ. Μετά την αποτυχία στις ευρωεκλογές του 1999 το κόμμα του Αντώνη Σαμαρά δεν ξανασυμμετείχε στις εκλογές. Τα περισσότερα στελέχη του κόμματος προχώρησαν στη ΝΔ και ο ίδιος εξελέγη ευρωβουλευτής της το 2004, για να εκλεγεί Πρόεδρος του κόμματος 5 χρόνια αργότερα.
Το ΠΑΣΟΚ του ΓΑΠ πολύ γρήγορα εγκατέλειψε την αμφίπλευρη διεύρυνση των βουλευτικών του 2004. Λίγους μήνες αργότερα, άλλαξε στρατηγική στις Ευρωεκλογές προσπαθώντας να αναδείξει νέα πρόσωπα (Ματσούκα, Λαμπρινίδης, Μπατζελή κ.λπ.). Ο Παπανδρέου υπέστη δεύτερη ήττα στις βουλευτικές εκλογές του 2007, με ιστορικό χαμηλό για το Κίνημα και αναγκάστηκε να κινηθεί αριστερότερα και συμβατικότερα.
Το Ποτάμι αξιοποίησε όλη αυτή την προγενέστερη εμπειρία. Είχε έναν φωτογενή αρχηγό, πλαισιωμένο από Πανεπιστημιακούς και τεχνοκράτες, διεκδικώντας να προσεγγίσει το πρότυπο του Κωνσταντίνου Καραμανλή το 74. Αντέγραψε το σύνθημα του ΚΟΔΗΣΟ τιτλοφορώντας τις πρώτες προγραμματικές του θέσεις με τον τίτλο: «μήπως είσαι Ποτάμι;». Άντλησε στελέχη από Αριστερά (Λυκούδης, Ψαριανός, Μάρκου κ.α.) και Δεξιά (Σκυλακάκης) όπως είχαν κάνει προηγουμένως η ΠΟΛΑΝ και το Γαπικό ΠΑΣΟΚ, ενώ προσπάθησε να βρει καλύτερους τεχνοκράτες από τον Παπανδρέου.
Η κρίσιμη χρονιά για το κόμμα του Σταύρου Θεοδωράκη, ήταν το 2015. Μετρώντας λιγότερο από ένα χρόνο ζωής κατόρθωσε να υπερκεράσει το ΠΑΣΟΚ, το ΚΙΔΗΣΟ τη ΔΗΜΑΡ, ώστε να αναδειχθεί στο μεγαλύτερο κόμμα της Κεντροαριστεράς. Για μόλις 15.000 έχασε την τρίτη θέση στις εκλογές του Ιανουαρίου, ενώ εξέλεξε 17 βουλευτές. Σε συμβολικό επίπεδο επέλεξε ως υποψήφιο Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον Καθηγητή Αλιβιζάτο, τον οποίον υπερψήφισε και το ΠΑΣΟΚ.
Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου έχασε όμως 2 μονάδες, και μαζί την πρωτοκαθεδρία της Κεντροαριστεράς από το ΠΑΣΟΚ που είχε πλέον νέα ηγεσία. Έκτοτε φυλλοροεί σε δημοσκοπικά ποσοστά και κοινοβουλευτική δύναμη. Για αυτό ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό η επαμφοτερίζουσα στάση έναντι του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και η απόφαση του να μείνει εκτός της Δημοκρατικής Συμπαράταξης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να χάνει στελέχη και ψηφοφόρους προς όλες τις κατευθύνσεις.
Υπάρχει ελπίδα για το Ποτάμι ή θα εξελιχθεί τελικά σε σύγχρονο ΚΟΔΗΣΟ ή ΠΟΛΑΝ που δεν θα προλάβει το 2024; Ή μήπως μπορεί να διεκδικήσει από το ΠΑΣΟΚ και τους συμμάχους του τον χώρο του Κέντρου;
Η απάντηση είναι δύσκολη. Έχουμε φτάσει σε ένα σημείο που δεν ξέρουμε τι γίνεται στον επόμενο χρόνο, πόσο μάλλον το 2024. Το κρίσιμο ερώτημα δεν είναι αν θα υπάρχει Ποτάμι μέχρι τότε, αλλά αν θα υπάρχουν Ευρωεκλογές και αν η Ελλάδα θα συμμετέχει σε αυτές. Για το επόμενα χρόνια όμως το κόμμα του Σταύρου Θεοδωράκη πρέπει να αποδείξει δύο πράγματα:
Πρώτον ότι μπορεί να συνεργαστεί με κάποιον εταίρο σε καιρό αντιπολίτευσης, και γι’ αυτό έχει σημασία το πλαίσιο συνεργασίας με την Ώρα Ευθύνης των Διαμαντοπούλου, Ραγκούση, Φλωρίδη και η επιλογή ρεαλιστικών πολιτικών στόχων.
Δεύτερον ότι μπορεί να αποτελέσει κυβερνητικό εταίρο όχι οποιουδήποτε, όπως υποστήριζε μέχρι πρόσφατα. Πλέον οφείλει να αποδείξει ότι μπορεί να γίνει «ο Καμμένος του Κυριάκου», σε μια μεταρρυθμιστική Κυβέρνηση. Οι παλιοί συνεργάτες του από τη Δράση και ο τέως βουλευτής του Ιάσων Φωτήλας είναι ήδη εκεί.
Θα μπορούσε να παρατηρήσει κανείς ότι και το ΚΟΔΗΣΟ συνέπλευσε με τη ΝΔ του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, και το μεγαλύτερο μέρος της Άνοιξης εντάχθηκε στη ΝΔ του Κώστα Καραμανλή. Γιατί να μην κάνουν το ίδιο και οι μεταρρυθμιστικές δυνάμεις της Σοσιαλδημοκρατίας;
Ίσως από κοινού και μαζί με άλλες μεταρρυθμιστικές δυνάμεις, μπορούν να υπερβούν τις παραπλανητικές ετικέτες υπηρετώντας τα αληθινά συμφέροντα του έθνους και να πραγματώσουν το όραμα του Κωνσταντίνου Καραμανλή.
Facebook Comments