Πότε είναι απαραίτητος ο έλεγχος των σπίλων μας;
Ο έλεγχος των σπίλων μας είναι ζωτικής σημασίας πριν την έναρξη της έκθεσης μας στην έντονη καλοκαιρινή ηλιακή ακτινοβολία
Ο έλεγχος των σπίλων μας είναι ζωτικής σημασίας πριν την έναρξη της έκθεσης μας στην έντονη καλοκαιρινή ηλιακή ακτινοβολία
Ο έλεγχος των σπίλων μας είναι ζωτικής σημασίας πριν την έναρξη της έκθεσης μας στην έντονη καλοκαιρινή ηλιακή ακτινοβολία, καθώς η έγκαιρη ανίχνευση του μελανώματος είναι ένας βασικός παράγοντας τόσο για τη βελτίωση της επιβίωσης των ασθενών όσο και για τη μείωση του κόστους της θεραπείας.
Όπως εξηγεί η δερματολόγος-αφροδισιολόγος, Ναταλία Ρομποτή, οι σπίλοι αποτελούν την κλινική εκδήλωση του πολλαπλασιασμού των κυττάρων που παράγουν μελανίνη (μελανινοκυττάρων) και στην πλειοψηφία των περιπτώσεων είναι καλοήθεις. Ένα μικρό ποσοστό όμως ενέχει τον κίνδυνο να εξελιχθεί σε μια μορφή καρκίνου του δέρματος που ονομάζεται μελάνωμα. Επίσης, το μελάνωμα μπορεί να εμφανιστεί εξαρχής σε μια περιοχή του δέρματος στην οποία δεν προϋπήρχε κάποιος σπίλος. Γι’ αυτό πρέπει το δέρμα στο σύνολό του να εξετάζεται από εξειδικευμένο δερματολόγο, οι υπάρχοντες σπίλοι να παρακολουθούνται τακτικά και, όπου υπάρχει ένδειξη, να αφαιρούνται προληπτικά, ώστε να αποτραπεί πιθανή εξέλιξη τους σε κακοήθεια.
Ιδιαίτερα τυπικοί στο ραντεβού με τον δερματολόγο τους, δε, πρέπει να είναι άτομα που είναι γνωστό ότι διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο για εμφάνιση μελανώματος, δηλαδή όσοι έχουν ατομικό ιστορικό μελανώματος, οικογενειακό ιστορικό μελανώματος (≥2 μέλη), μεγάλο αριθμό σπίλων και παρουσία (ή ιστορικό) άτυπων / δυσπλαστικών σπίλων. Παράλληλα, όσον αφορά τον γενικό πληθυσμό, όσους δηλαδή δεν ανήκουν στις προαναφερόμενες ομάδες υψηλού κινδύνου, συστήνεται τουλάχιστον μια εξέταση μετά τα 50 έτη.
Η μορφή
Η πλειονότητα των σπίλων έχουν συνήθως στρογγυλό ή σφαιρικό σχήμα, καφέ χρώμα, ενώ σπανιότερα μπορεί να πιο σκούροι (μπλε ή μαύροι) ή να έχουν το χρώμα του δέρματος. Μπορεί να είναι επίπεδοι ή να προεξέχουν και δεν προκαλούν συμπτώματα, παρά μόνο εάν τραυματιστούν. Σημεία που εγείρουν ανησυχία είναι η ασυμμετρία, τα μη σαφή όρια, το χρώμα (πολυχρωμία στο σπίλο) και η αυξημένη διάμετρος. Οποιαδήποτε τέτοια αλλαγή υπάρχοντα σπίλου αποτελεί λόγο περαιτέρω διερεύνησης. Επίσης, η ανάπτυξη μιας νέας ελιάς, η οποία έχει “παράξενο” σχήμα θα πρέπει να θορυβήσει τον ασθενή και να τον παροτρύνει να επισκεφθεί το γιατρό του.
Η αυτοεξέταση
Η αυτοεξέταση μπορεί να είναι το μόνο μέσο άμυνας για τους ασθενείς που αναπτύσσουν μελανώματα, τα οποία, λόγω της ταχείας ανάπτυξής τους, είναι πιο πιθανό να προκύψουν μεταξύ των επισκέψεων στο δερματολόγο. Οπότε, είναι σημαντική για την ανίχνευση της κακοήθειας αυτής σε θεραπεύσιμο στάδιο, αφού στην πραγματικότητα οι ασθενείς πρώτοι εντοπίζουν το ένα τρίτο των μελανωμάτων.
Ένας άλλος λόγος είναι ότι η υποχρέωση αυτοεξέτασης καθιστά και τους ασθενείς υπεύθυνους για την έγκαιρη ανίχνευση της νόσου. Ο έλεγχος του δέρματος θα πρέπει αρχικά να διενεργείται συχνά, έτσι ώστε να εξοικειωθεί το άτομο με την εμφάνιση των σπίλων και στη συνέχεια να περάσει σε μηνιαία αυτοεξέταση για τον εντοπισμό νέων σπίλων ή την αλλαγή κάποιου ήδη υπάρχοντα. Η μηνιαία συχνότητα θεωρείται η καλύτερη, δεδομένου του χρονικού διαστήματος των κλινικών αλλαγών στα περισσότερα μελανώματα (3-6 μήνες). Αν η αυτοεξέταση γίνεται πολύ συχνά, οι ασθενείς μπορεί να μην εκτιμήσουν μικρές ή σταδιακές αλλαγές κατά την πάροδο του χρόνου.
“Η προτροπή των ασθενών να ελέγχουν το δέρμα τους σε τακτά χρονικά διαστήματα για ύποπτα σημάδια είναι σημαντική για πολλούς λόγους. Αρχικά, γιατί οι ύποπτοι για μελάνωμα σπίλοι ανιχνεύονται συνήθως από τους ίδιους τους ασθενείς. Οι δερματολόγοι ανιχνεύουν τις περισσότερες φορές τη νόσο σε πιο προχωρημένο στάδιο, ιδιαίτερα όταν ο ασθενής παραμελεί την αυτοεξέταση και το ετήσιο ραντεβού με τον δερματολόγο του για τον έλεγχο της υγείας του δέρματος. Την αναντικατάστατη αξία της αυτοεξέτασης έχουν αποδείξει και μελέτες που αποκαλύπτουν τη θετική συμβολή της στη διάγνωση του μελανώματος σε πρωϊμότερο στάδιο, η οποία σχετίζεται με μειωμένη θνησιμότητα. Ωστόσο, η διαγνωστική ακρίβεια της αυτοεξέτασης είναι περιορισμένη και γι’ αυτό επιβάλλεται η συνδρομή των εξειδικευμένων δερματολόγων”, καταλήγει η κα Ρομποτή.
Facebook Comments